Ένα παραμύθι από τον Στέλιο Καλαθά… «Ο Τούλης Λεφτούλης στο δάσος της Περαματούπολης»

Ο Στέλιος Καλαθάς με ευαισθησία γράφει το πρώτο του παραμύθι αποκλειστικά για το mothersblog.gr και μας ταξιδεύει στο κόσμο της ...του δάσους της Περαματούπολης του Τούλη Λεφτούλη, της απληστίας αλλά και της αλήθειας που καταλήγει πάντα στο να φέρνει τους ήρωες απέναντι από τα λάθη τους και να αποδίδει το σωστό!

Μια φορά κι έναν καιρό στην όμορφη Περαματούπολη, υπήρχε ένα όμορφο, πυκνό δάσος. Σ' αυτό το δάσος ζούσαν ανέμελα όλα τα ζωάκια της Περαματούπολης. Ήταν χαρούμενα κι ευτυχισμένα και η μόνη τους έγνοια ήταν πώς να εξασφαλίσουν το καθημερινό τους φαγάκι και να γίνουν πιο χρήσιμα στη φύση. Υπήρχαν παντού χαμόγελα, ξεγνοιασιά και πολλά τραγούδια. Εκτός από τα ζώα υπήρχε και η νεράιδα Ρούλα Οπερούλα, πρώτη ντίβα της Όπερας, όπως έλεγε η ίδια. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν άντεχε το τραγούδι της! Μόνο η Τιάρα η ναζιάρα, μια γάτα αγκύρας με πρόβλημα στην ακοή, έβρισκε το τραγούδι της συμπαθητικό...

Στο δάσος, όμως, υπήρχε και μια μάγισσα... όχι και τόσο συνηθισμένη! Ήθελε να είναι κακιά, πολύ κακιά, αλλά οι γκάφες της δεν την άφηναν. Ήταν η Λίτσα Φασουλίτσα, γνωστή και ως Πορδουλίτσα. Για να πετάξει, όπως πετούν όλες οι μάγισσες, έπρεπε να φάει φασόλια και να δημιουργηθούν ενεργά αέρια! Έτσι μπορούσε να βρεθεί από τη μια άκρη στην άλλη... Σαν αεριοθούμενο! Ανάλογα με την απόσταση που ήθελε να διανύσει έτρωγε και το ανάλογο φασόλι: για κοντινές αποστάσεις μαυρομάτικα, ενώ για υπερατλαντικές πτήσεις γίγαντες Καστοριάς, τους ενισχυμένους!

Η μάγισσα Λίτσα και η νεράιδα Ρούλα, τα δυο μαγικά στοιχεία του δάσους, ήταν σε μόνιμη κόντρα. Όλο προσπαθούσε η μια να μεταμορφώσει την άλλη, αλλά ποτέ δεν τα κατάφερναν γιατί και οι δύο έκαναν πάντα λάθος τα ξόρκια και τα ζώα έσκαγαν στα γέλια!

Έτσι κυλούσαν χαρούμενα οι μέρες στο δάσος της Περαματούπολης. Ώσπου, μια μέρα, η Ποπού η αλεπού, γυρνώντας από ένα κοτέτσι που είχε πάει να επισκεφθεί στην πόλη, έφερε μια πολύ άσχημη είδηση... Το δάσος και όλα τα ζώα κινδύνευαν από τον επιχειρηματία Τούλη τον Λεφτούλη, που το είχε αγοράσει και σκόπευε να κάψει όλα τα δέντρα και στη θέση τους να βάλει μεγάλα καζάνια με πετρέλαιο, για να προμηθεύει τα εργοστάσια και τα πλοία με καύσιμα. Τα δε ζώα είχε σκοπό να τα μαζέψει όλα σε μια μάντρα και να βάζει εισιτήριο για να έρχονται οι άνθρωποι να τα βλέπουν ως είδη υπό εξαφάνιση.

Τότε, πολλά ζώα πρότειναν να εγκαταλείψουν το δάσος και να τρέξουν να σωθούν, τελικά, όμως, η πλειοψηφία πήρε την απόφαση να μείνουν και να τον πολεμήσουν με τη βοήθεια της Ρούλας και της Λίτσας. Αφού απέρριψαν ιδέες όπως το να καλοπιάσουν τον Τούλη, να χρησιμοποιήσουν βία ή να μιλήσουν στη Σούλα, τη γυναίκα του, η Ποπού η αλεπού βρήκε την καλύτερη λύση: να απευθυνθούν στις μαμάδες των ξωτικών, στη μαμά της Ρούλας και στη μαμά της Λίτσας. Έτσι, αναγκάστηκαν οι δυο άσπονδες εχθρές να ενώσουν τις δυνάμεις τους για το καλό των μικρών τους φίλων. Ξεκίνησαν, λοιπόν, για το Μεγάλο Δάσος των ξωτικών, όπου ζουν όλα τα υπόλοιπα –εγκεκριμένα από το Πνεύμα Των Ξωτικών– ξωτικά για να ζητήσουν τη συμβουλή των μαμάδων τους. Δυστυχώς οι άνθρωποι, τους είπαν, πολλές φορές μέσα στην αγωνία τους να κάνουν χρήματα, ξεχνούν ότι δεν είναι μόνοι τους πάνω στον πλανήτη, ότι πρέπει να σεβόμαστε τη φύση, γιατί μόνο τότε μας σέβεται κι αυτή κι ότι όλοι είμαστε απαραίτητοι για να υπάρχει αρμονία στη Γη. Η απληστία, όμως, πολλές φορές κάνει τους ανθρώπους να ξεχνάνε το σεβασμό που οφείλουν να δείχνουν στη φύση, που σημαίνει σεβασμό στη ζωή, στο παρόν και πάνω απ' όλα στο μέλλον.

Έπειτα, οι σοφές μαμάδες έδωσαν στις κόρες τους δυο μαγικά πουγκιά: στη Ρούλα Οπερούλα τη μαγική φεγγαρόσκονη, που είναι μαζεμένη από δεκατρία δάκρυα του φεγγαριού και ευλογημένη με λόγια αγάπης από τη βασίλισσα Πούλια, και στη Λίτσα Φασουλίτσα τη μαγική αστερόσκονη, που έχει μαζευτεί από δεκατρία δάκρυα του Αποσπερίτη του ουράνιου βασιλιά.

Στην αρχή οι δυο άσπονδες φίλες δυσκολεύτηκαν να συνεργαστούν και να ενώσουν τις μαγικές σκόνες τους, αλλά τελικά αναγκάστηκαν προκειμένου να σωθεί το δάσος. Ανακάτεψαν, λοιπόν, τις σκόνες τους, αλλά δεν ήξεραν πώς να τις χρησιμοποιήσουν...

Ώσπου, εμφανίστηκε ο Ασημούλης-Φεγγαρούλης, το ασημοφέγγαρο, και τους έδωσε τη λύση. Τους είπε πως τη νύχτα που θα είναι ολόγιομο, αυτή την υπέροχη νύχτα του χρόνου που τα παιδιά μετράνε τ' άστρα, πρέπει να φέρουν τον Τούλη Λεφτούλη στο δάσος και να του ρίξουν τη μαγική σκόνη... Τότε αυτός θα ξαναγίνει παιδί, όπως ήταν πριν πολλά χρόνια, με αθωότητα , με περίσσια αγάπη, με όνειρα για καλούς σκοπούς. Πριν υποταχτεί στο χρήμα και αλλάξει ο χαρακτήρας του...

Δύο εβδομάδες κύλησαν και η ζωή στο δάσος δεν ήταν η ίδια. Όλα είχαν αλλάξει, ο φόβος είχε πάρει τη θέση στα χαμόγελα και στην ξεγνοιασιά. Όλα τα σημάδια ήταν πια δυσοίωνα και τα πρόσωπα των φίλων μας ήταν σκοτεινά και λυπημένα. Ευτυχώς, ένας δημοσιογράφος, ο Πολύβιος Μολύβιος, συγκινημένος από την κατάσταση στο δάσος προσφέρθηκε να βοηθήσει. Τα ζωάκια βρέθηκαν σε πολύ μεγάλο δίλλημα για το αν θα έπρεπε να εμπιστευτούν έναν δημοσιογράφο. Πριν προλάβουν να αποφασίσουν, ο δημοσιογράφος έκανε την εμφάνισή του προσπαθώντας να τα πείσει για τους «αγνούς» σκοπούς του. Τα ζώα, αν και αρχικά διστακτικά, υποχώρησαν προς τα τόσα επιχειρήματα του Πολύβιου και του μίλησαν για τις μαγικές σκόνες και τη νύχτα που περίμεναν με αγωνία, τη νύχτα που θα είχε πανσέληνο και θα λύνονταν όλα τους τα προβλήματα. Ο Πολύβιος Μολύβιος υποσχέθηκε πως θα τα βοηθήσει και πως θα κρατήσει το μυστικό τους και δεν θα γράψει λέξη για όλα όσα του είπαν στην εφημερίδα. Αν και κράτησε την υπόσχεσή του, εντούτοις έκανε κάτι χειρότερο, τα αποκάλυψε όλα στον επιχειρηματία Τούλη Λεφτούλη! Τον παρακάλεσε, όμως, πριν βάλει φωτιά στο δάσος να έχει απομακρύνει όλα τα ζωάκια, γιατί τα συμπάθησε. Ο Τούλης του υποσχέθηκε πως θα τα φροντίσει μαζί με τη γυναίκα του και του έταξε, ως ανταμοιβή για τη συμβολή του στην ανάπτυξη της περιοχής, μια θέση σε ένα μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι. Την ίδια κιόλας μέρα ο Τούλης Λεφτούλης ανακοίνωσε ότι όλα τα ζώα πρέπει να εκκενώσουν το δάσος.

Η πανσέληνος αργούσε. Τα ζώα ήταν απελπισμένα και προδωμένα. Συγκεντρώθηκαν όλα κάτω από τις απειλές του Τούλη Λεφτούλη και της γυναίκας του, που τα οδηγούσαν μακριά από το σπίτι τους, σ' ένα άγνωστο και αφιλόξενο περιβάλλον, σε μια μεγάλη μάντρα-φυλακή... Ο Τούλης και η Σούλα προσπαθούσαν να τα καθησυχάσουν και να τα καλοπιάσουν, ενώ σκέφτονταν πώς θα περάσουν το τελευταίο βράδυ στο δάσος...

Το δάσος μετρούσε τις τελευταίες του ώρες πριν την καταστροφή. Η Ρούλα Οπερούλα και η Λίτσα Φασουλίτσα, ήταν απελπισμένες. Για λίγες νύχτες έχασαν τη μεγάλη ευκαιρία να σώσουν το δάσος. Σκέφτηκαν να ξαναπάνε στις μητέρες τους, μήπως μπορούσε κάτι ν' αλλάξει, έστω την τελευταία στιγμή. Εκείνες αποφάσισαν ότι ο μόνος που μπορεί να τις συμβουλεύσει πια είναι το Πνεύμα Των Ξωτικών, αν και πίστευαν ότι τίποτα πλέον δεν μπορούσε να αλλάξει ...

Οι φίλες μας ρώτησαν κι έμαθαν πού μπορούσαν να βρουν το σοφό πνεύμα, το οποίο τις δέχτηκε, τις άκουσε με μεγάλο ενδιαφέρον και τους υποσχέθηκε ότι για πρώτη φορά στην ιστορία των ξωτικών θα παρακαλούσε το φεγγάρι να γεμίσει πριν την ώρα του. Αν το φεγγάρι κρατούσε την ανάσα του, θα φούσκωνε και θα γινόταν ολοστρόγγυλο, χωρίς να περιμένει τη φυσική πορεία...

Έτσι κι έγινε. Μόλις άρχισε να σουρουπώνει, το καλό φεγγάρι άρχισε σιγά, σιγά να γεμίζει. Ο Τούλης Λεφτούλης και η γυναίκα του θα μένανε αυτό το βράδυ στο δάσος. Τότε, ενώ το ζευγάρι κοιμόταν του καλού καιρού, ήρθαν η Ρούλα κι η Λίτσα με τη μαγική σκόνη και λέγοντας ταυτόχρονα ένα ξόρκι τους μεταμόρφωσαν σε παιδιά...

Τα μάγια πέτυχαν! Τώρα ήταν η μεγάλη ευκαιρία: είχαν μόλις λίγα λεπτά για να θυμίσουν στον Τούλη Λεφτούλη τα όμορφα χρόνια που πέρασε σ' αυτό το δάσος, τ' αθώα παιχνίδια και τα χαμόγελα... Να ξυπνήσουν τις μνήμες του πόσο χρήσιμος και δημιουργικός ήταν, πόσο αγαπούσε τα ζώα, πόσο προσεκτικά απολάμβανε τη φύση, πόσο φρόντιζε την καθαριότητα, χωρίς να πετάει ποτέ σκουπίδια κάτω, πώς έπαιζε με τα ζώα και τι τους τραγουδούσε... Να του θυμίσουν πόσα διδάχτηκε από τη φύση και τι εμπειρίες όμορφες του έμαθε η ζωή στο δάσος, τις μυρωδιές απ' τα αγριολούλουδα και τα βότανα, το κελάιδισμα του αηδονιού, τα πρώτα μπάνια στα γαλάζια νερά της λιμνούλας και τα χελιδόνια που μαρτυρούσαν πότε ήρθε η άνοιξη... Του ζωντάνεψαν τόσες αναμνήσεις κι ύστερα, καταμέτρησαν όλα τα κακά που ως ενήλικος ήθελε να κάνει στο δάσος, πώς ήθελε να καταστρέψει όλη αυτή την ομορφιά, να μολύνει τον αέρα που αναπνέουμε, να κάψει ό, τι ωραίο και να φτιάξει καζάνια, να γεμίσει απόβλητα και σκουπίδια που ούτε σε 2.000 χρόνια δε λιώνουν... Κι όλα αυτά μόνο για το χρήμα...

Ο Τούλης αμέσως κατάλαβε το έγκλημα που πήγαινε να κάνει και μετάνιωσε πικρά... Υποσχέθηκε πως με το που θα ξαναγινόταν μεγάλος όλα θα άλλαζαν προς το καλύτερο! Όχι μόνο δεν θα κατέστρεφε το δάσος, αλλά θα φύτευε κι άλλα δέντρα, θα έβαζε καθαριστές να προσέχουν την καθαριότητα και θα έφερνε φαγάκι στα ζώα! Αναρωτιόταν, όμως, αν θα μπορούσαν ποτέ να τον συγχωρήσουν γι' αυτό που τους έκανε. «Η αγάπη δεν αγοράζεται» του είπε η Ρούλα. «Κι εσύ, ποτέ ξανά γούνες... μόνο οικολογικές!» συμπλήρωσε η Λίτσα στη Σούλα.

Έτσι, όλα τα ζώα ελευθερώθηκαν κι επέστρεψαν στο σπίτι τους, συγχώρεσαν τον Τούλη Λεφτούλη για τα φιλοχρήματα σχέδιά του, τη Σούλα Λεφτούλα για την απληστία της και το 'ριξαν στο τραγούδι! Ακόμα κι ο δημοσιογράφος, ο Πολύβιος Μολύβιος, ζήτησε μετανιωμένος από τα ζώα να τον συγχωρέσουν και σαν δώρο θα τους έκανε μια εκπομπή στο νέο μεγάλο κανάλι που εργαζόταν, το Αλ Μπατίρι Νιούζ. Τα ζώα τον συγχώρεσαν, αλλά απάντησαν πως η δημοσιότητα δεν κάνει πάντα καλό...

Έστω και την τελευταία στιγμή, το δάσος σώθηκε χάρη στην αγάπη των ζώων και στη συνεργασία των δύο ξωτικών!

Έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved