Εγκυμοσύνη στα 45: Μπορεί να γίνει και τι πρέπει να προσέξω;
Το να γίνει κανείς πατέρας στα 50, θεωρείται μάλλον φυσιολογικό. Το να γίνει όμως μία γυναίκα μητέρα μεταξύ των 45-50 ετών, θεωρείται από αρκετούς ενάντια στη φύση.
Πλην όμως, τόσο η φύση, όσο και η επιστήμη έχουν τους δικούς τους τρόπους να κάνουν πραγματικότητα τη ιερή επιθυμία μιας γυναίκας να έχει μία φυσιολογική εγκυμοσύνη σε όποια ηλικία επιθυμεί και κυρίως, να αποκτήσει ένα υγιές παιδί.
Μάρτυρες οι στατιστικές, που μετά τη δεκαετία του 1980 καταγράφουν όλο και περισσότερους τοκετούς από έγκυες στις ηλικίες των 40,45, ακόμη και 50 ετών. Έτσι, δεν είναι πιά σπάνιο το φαινόμενο να συναντάμε πολλές γυναίκες με απαιτητικές καριέρες που μεταθέτουν το δικαίωμα τους στη μητρότητα μετά τα 40.
Το φαινόμενο της αναβολής μιας εγκυμοσύνης για αργότερα στη ζωή, από γυναίκες με υψηλούς επαγγελματικούς στόχους, έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στον λεγόμενο ανεπτυγμένο κόσμο. Το μόνο που απαιτείται, επισημαίνουν οι εδικοί, είναι αυτές οι υποψήφιες μητέρες να φροντίσουν να αποφύγουν ορισμένους ειδικούς κινδύνους που μπορεί να εμφανισθούν εξ αιτίας του «προχωρημένου» της ηλικίας τους.
Πόσο η ηλικία επηρεάζει τη γονιμότητα;
Κάθε γυναίκα γεννιέται με έναν συγκεκριμένο αριθμό ωαρίων, που υπολογίζεται ότι από τη έναρξη της περιόδου φθάνουν τις 300.000 έως 400.000. Είναι όμως γνωστό ότι η αναπαραγωγική ικανότητα μιάς γυναίκας μειώνεται προοδευτικά μετά την ηλικίας των 35 ετών. Αιτία αυτής της φθίνουσας κατάστασης είναι ότι κάθε μήνα «στρατολογούνται» 800 – 1000 ωάρια ( ή ωοθυλάκια), η πλειονότητα των οποίων οδηγείται σε καταστροφή για να φτάσει μονάχα ένα να επιλεγεί, προκειμένου να γονιμοποιηθεί από ένα σπερματοζωάριο. Εάν δεν γίνει η γονιμοποίηση, τότε η εσωτερική στιβάδα τη μήτρας αποκολλάται και απομακρύνεται με τη διαδικασία της εμμηνόρροιας (έμμηνος ρύση, περίοδος). Πρόκειται για μία διαδικασία που διαρκεί περίπου 20 χρόνια. Είναι επομένως αναπόφευκτο στην ηλικία των 35 ετών, να έχει καταστραφεί ένας μεγάλος αριθμός ωοθυλακίων με συνέπεια η γονιμοποιητική ικανότητα της γυναίκας να έχει περιοριστεί σημαντικά. Όπως μάλιστα δείχνουν τα δεδομένα του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας, η δυνατότητα σύλληψης και επιτυχούς έκβασης της εγκυμοσύνης μετά την ηλικία των 40 ετών, φτάνει περίπου στο 10%.
Πόσο πρέπει να περιμένετε πριν συμβουλευτείτε το γιατρό;
Το ότι μειώνεται η γονιμοτητά σας μετά τα 35, δεν σημαίνει ότι δεν μπορείτε να μείνετε έγκυος. Έτσι λοιπόν, αν είστε έως 35 ετών και δεν έχετε μείνει έγκυος μετά από 12 μήνες φυσιολογικών σεξουαλικών επαφών, πρέπει να ζητήσετε τη συμβουλή του γυναικολόγου σας. Σε ηλικία άνω των 40 ετών θα πρέπει να δείτε άμεσα τον ειδικό, το αργότερο μέσα στους επόμενους έξι μήνες.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζετε;
Αν και οι υποψήφιες μητέρες τών 40 ετών και άνω μπορούν να αποκτήσουν υγιή παιδιά, δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσουν εντούτοις, ορισμένες επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κύησης.
• Μπορεί να εμφανίσετε διαβήτη και υπέρταση.
Οι κυριότεροι πιθανοί κίνδυνοι μίας εγκυμοσύνης σε μεγάλη ηλικία είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της εγκυμοσύνης και η υπερτασική νόσος της κύησης (τοξιναιμία). Όμως ολ'αυτά μπορούν να προληφθούν με την τακτική παρακολούθηση από τον μαιευτήρα σας, ο οποίος βασιζόμενος στο ατομικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό, μπορεί να διαπιστώσει εάν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη της κύησης,υπέρτασης ή λοιμώξεων. Στη περίπτωση αυτή θα σας υποβάλλει σε επιπλέον έλεγχο από το συνηθισμένο κάθε εγκυμοσύνης. Να σημειώσουμε εδώ, ότι η υπερβολική αύξηση του σωματικού βάρους, ιδίως αν συνοδεύεται από οίδημα και αποβολή λευκώματος (λευκωματουρία) από τα ούρα, είναι πιθανό να υποκρύπτει μία παθολογική κατάσταση της κύησης, την προεκλαψία, η οποία μπορεί να εξελιχθεί σε εκλαμψία (σπασμοί, κώμα) με ενδεχόμενο την απειλή της ζωής της εγκύου και του εμβρύου.
• Μπορεί να χρειαστείτε καισαρική.
Οι μεγαλύτερες γυναίκες παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών σαν αυτές που προαναφέραμε. Τέτοια προβλήματα μπορεί να οδηγήσουν σε καισαρική, η οποία είναι συχνότερη σε γυναίκες που γίνονται γιά πρώτη φορά μητέρες και είναι άνω των 35 ετών.
• Μπορεί να αυξηθεί ο κίνδυνος αποβολής.
Ο κίνδυνος αποβολής επίσης αυξάνεται καθώς μεγαλώνετε, γεγονός που ίσως οφείλεται τις χρωμοσωμικές ανωμαλίες που είναι περισσότερο συχνές στις ηλικίες των 35 και άνω.
Σε τι ειδικά τεστ πρέπει να υποβληθείτε
Σε ότι αφορά τη μέλλουσα μητέρα το ατομικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό συμπεριλαμβανομένων των καρδιολογικών, νεφρολογικών και άλλων προβλημάτων θεωρούνται απαραίτητα. Σε ότι αφορά το μωρό είναι απαραίτητο, επιβάλλεται, για να είμαστε πιό ακριβείς, να γίνει προγεννητικός έλεγχος για χρωμοσωμικές (όπως το σύνδρομο Ντάουν) και συγγενείς (εκ γενετής) ανωμαλίες.Τέτοιες εξετάσεις περιλαμβάνουν την αμνιοπαρακέντηση και υπερηχογράφημα β΄επιπέδου, το οποίο πραγματοποιείται την 21-22η εβδομάδα της κύησης, από ειδικό ιατρό όπου εξετάζονται ανατομικά όλα τα συστήματα του εμβρύου όπως καρδιαγγειακό, γαστρεντερικό, ουροποιητικό, με σκοπό να εντοπισθούν συγγενείς ανωμαλίες, όπως ατρησία του οισοφάγου καρδιακές συγγενείς ανωμαλίες (μετάθεση αγγείων). Το υπερηχογράφημα αυτό συνιστάται σε όλες τις έγκυες ανεξάρτητα της ηλικίας.
Πώς μπορείτε να περιορίσετε τους κινδύνους;
Μαζί με τα μέτρα που πρέπει να πάρετε λόγω της ηλικίας, είναι αναγκαίο να έχετε κατά νου και τους κινδύνους κύησης και τοκετού που ισχύουν γιά όλες τις γυναίκες. Μία εγκυμοσύνη, είτε είναι επιθυμητή, είτε πρόκειται για «ατύχημα», πράγμα που συμβαίνει σπάνια σ'αυτές τις ηλικίες, προκαλεί σημαντική σωματική και ψυχολογική αναστάτωση.
Γι'αυτό προστατεύστε τον εαυτό σας και το μωρό:
• Κάνοντας ένα τσεκ απο πριν μείνετε έγκυος.
Μία επίσκεψη στο γυναικολόγο πριν από σύλληψη θα σας δώσει την ευκαιρία να συζητήσετε τις απορίες σας σχετικά με τα θέματα υπογονιμότητας, αλλά και στις αλλαγές στον τρόπο ζωής σας που μπορεί να βελτιώσουν τις πιθανότητές σας για υγιή εγκυμοσύνη.
• Κάνοντας έναν τακτικό έλεγχο κατά την εγκυμοσύνη.
Οι τακτικές ιατρικές επισκέψεις δίνουν τη δυνατότητα στο γιατρό να ελέγχει της υγεία σας και εκείνη του μωρού. Μιλήστε τους επίσης, για πιθανά συμπτώματα που νιώθετε, έστω κι αν νομίζετε ότι εκείνος θα τα θεωρήσει «αστεία», γιατί έτσι θα μπορέσετε να μην ανησυχείτε γι' αυτά.
• Προσέχοντας τη διατροφή σας.
Η διατροφή πρέπει να είναι πλούσια σε πρωτεΐνες και θρεπτικά συστατικά απαραίτητα για την ανάπτυξη του εμβρύου και δεν θα πρέπει να διαφέρει ουσιαστικά από την εκείνη που αναφέρεται σε οποιαδήποτε άλλη ηλικία της εγκυμοσύνης, ενώ η χορήγηση βιταμινούχων σκευασμάτων, σιδήρου, φολικού οξέος και ασβεστίου είναι απαραίτητη όπως επίσης, σε κάθε εγκυμοσύνη.
• Φροντίζοντας τη φυσική σας κατάσταση.
Η φυσική σωματική άσκηση που δεν επιβαρύνει το καρδιαγγειακό σύστημα και κατ΄επέκταση την φυσιολογική εμβρυοπλακουντική κυκλοφορία είναι επιτρεπτή έως και απαραίτητη στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
• Προσέχοντας το βάρος σας.
Το σωστό βάρος κατά την εγκυμοσύνη, δεν βοηθά μόνο στο τοκετό, αλλά και στην απώλεια των επιπλέον κιλών μετά τη γέννα. Τα 11,5 – 12 και το πολύ 15 κιλά συνιστώνται για τις γυναίκες που έχουν ένα κανονικό βάρος πριν από την εγκυμοσύνη. Αν είσαστε υπέρβαρη πριν από τη σύλληψη, ίσως χρειαστεί να σας συστήσει ο γιατρός να πάρετε λιγότερο βάρος.
• Αποφεύγοντας τις επικίνδυνες ουσίες.
Το αλκοόλ, το τσιγάρο και γενικά ο καπνός και τα φάρμακα απαγορεύονται κατά την εγκυμοσύνη. Ακόμη και μία μέτρια ποσότητα αλκοόλ μπορεί να βλάψει την ανάπτυξη του εβρύου. Το κάπνισμα αυξάνει το κίνδυνο για πρόωρο τοκετό, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα με τον πλακούντα και το βάρος τον εμβρύου (γέννηση παιδιού με μη φυσιολογικό βάρος), ενώ τα φάρμακα περνούν απο εσάς στο παιδί, συχνά με καταστροφικά αποτέλεσματα. Γι' αυτό συμβουλευτείτε το γιατρό σας για κάθε φάρμακο συνταγογραφούμενο ή όχι, καθώς και για τα συμπληρώματα διατροφής που πιθανώς παίρνετε.