Η ελλιπής διατροφή της εγκύου επηρεάζει την ανάπτυξη του εμβρύου
Τον σημαντικό ρόλο της διατροφής στην εγκυμοσύνη, με κύριο στόχο τη δημιουργία αποθεμάτων των κατάλληλων θρεπτικών ουσιών, αφενός για το έμβρυο και αφετέρου για την παραγωγή ενός πλούσιου σε θρεπτικά συστατικά μητρικού γάλακτος κατά το θηλασμό, υπογραμμίζουν οι επιστήμονες.
«Η ελλιπής διατροφή κατά την κύηση έχει ως αποτέλεσμα τη μη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την ανεπαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο», ανέφερε ο καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Λουτράδης, με αφορμή επιστημονική εκδήλωση της Α' Πανεπιστημιακής Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα».
Οι αρνητικές συνέπειες της ελλιπούς διατροφής συντελούν στην Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη (IUGR) και εκδηλώνονται βραχυπρόθεσμα αμέσως μετά τη γέννηση, αλλά και μακροπρόθεσμα στην περιγεννητική περίοδο, την παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή.
Ως Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη χαρακτηρίζεται η παθολογική κατάσταση, η οποία δεν επιτρέπει την ολοκληρωμένη ανάπτυξη του εμβρύου, επηρεάζοντας το τελικό αποτέλεσμα της εγκυμοσύνης. Η επίπτωση της Υπολειπόμενης Ενδομήτριας Ανάπτυξης υπολογίζεται περίπου σε 5% στον γενικό πληθυσμό και αποτελεί τη δεύτερη κύρια αιτία περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας, ενώ σχετίζεται με υπολειπόμενη ανάπτυξη στην εφηβική και ενήλικη ζωή, σύμφωνα με τον κ. Λουτράδη.
Όπως επεσήμανε ο καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνο, Maurizio Bini, σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά και του θηλασμού, πολλές είναι οι μεταβολές που υφίσταται ο οργανισμός της γυναίκας. Μία από αυτές είναι και η μεταβολή στις καθημερινές ανάγκες σε βιταμίνες και μέταλλα.
Η ενέργεια (μακρο-διατροφικά στοιχεία) και οι σχετικές ανάγκες της κατά την κύηση, ειδικά τους τελευταίους μήνες, είναι κατά περίπου 10% αυξημένες από ό,τι πριν την εγκυμοσύνη. Αντίθετα, οι ανάγκες σε βιταμίνες και μέταλλα (μικρο-διατροφικά στοιχεία) κατά τη διάρκεια της κύησης αυξάνονται σημαντικά. Επιπρόσθετα, μελέτες έχουν δείξει ότι αν η πρόσληψη, από τη μητέρα, βιταμινών και ιχνοστοιχείων κατά τη διάρκεια του θηλασμού είναι χαμηλή, είναι δυνατό να παρατηρηθεί ανεπάρκεια βιταμινών Α, Β1, Β6, C, D και Ε, βιοτίνης, φυλλικού οξέος και ιωδίου στο μωρό, σύμφωνα με τον κ. Bini.
Όπως τόνισαν οι ομιλητές, η κάθε μέλλουσα μητέρα πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην τήρηση ειδικού διαιτολογίου που θα της συστήσει ο γυναικολόγος της, αλλά να ακολουθεί και τις συστάσεις των ειδικών για τη λήψη, όπου απαιτείται, των κατάλληλων για την εγκυμοσύνη πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής.
Photo:http://www.prweb.com/