Rhesus αρνητικό και εγκυμοσύνη: τι σημαίνει;
Τι είναι το Rhesus;
Το Rhesus ή – για να είμαστε πιο ακριβείς – ο «παράγων Rhesus» είναι μία πρωτεΐνη, που εντοπίζεται στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων (γνωστά και ως «ερυθροκύτταρα») του ανθρώπου.
Τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι κύτταρα, που εντοπίζονται στο αίμα, τα οποία περιέχουν την πρωτεΐνη αιμοσφαιρίνη. Χάρη στην πρωτεΐνη αυτή, τα ερυθρά αιμοσφαίρια μεταφέρουν μέσω της κυκλοφορίας του αίματος το οξυγόνο, που προσλαμβάνουμε με την εισπνοή, από τους πνεύμονες στους ιστούς και το διοξείδιο του άνθρακος από τους ιστούς, στους πνεύμονες, από όπου και εκλύεται με την εκπνοή.
Αν στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων ενός ατόμου εντοπίζεται η συγκεκριμένη πρωτεΐνη, τότε λέμε, πως το άτομο αυτό είναι «Rhesus θετικό» και συμβολίζεται με Rh(+). Αν πάλι από την επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων η πρωτεΐνη αυτή απουσιάζει, τότε λέμε, πως αυτό είναι «Rhesus αρνητικό» και συμβολίζεται με Rh(-).
Το αν κάποιος θα είναι Rh(+) ή Rh(-) καθορίζεται από τα γονίδια, που κληρονομεί από τους γονείς του.
Μπορεί εξαιτίας του Rhesus της μητέρας να προκληθούν προβλήματα στην εγκυμοσύνη;
Γενικά, αν μια γυναίκα είναι Rh(+), τότε δεν είναι πιθανό εξ’ αυτού του παράγοντα να προκληθούν προβλήματα στο έμβρυο κατά την κύηση.
Αν όμως μία γυναίκα είναι Rh(-), τότε υπάρχει η πιθανότητα να δημιουργηθούν προβλήματα στο έμβρυο, αν αυτό είναι Rh(+), αν δηλαδή υφίσταται αυτό, που περιγράφεται με τον όρο «ασυμβατότητα Rhesus μητέρας και παιδιού».
Γιατί η ασυμβατότητα Rhesus υπάρχει πιθανότητα να προκαλέσει προβλήματα στο έμβρυο;
Για να γίνει αυτό κατανοητό, θα πρέπει να κατανοήσουμε κάποιες βασικές αρχές λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού.
Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι το «αμυντικό σύστημα» του οργανισμού, που μας προστατεύει από μικροβιακές ή ιογενείς λοιμώξεις, αλλά – απ’ ότι δείχνουν νεώτερα επιστημονικά δεδομένα – και από τον καρκίνο.
Το σύστημα αυτό, αν «εντοπίσει» στον οργανισμό κύτταρα, που αναγνωρίζει ως «ξένα», τότε τους «επιτίθεται» και τα καταστρέφει. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουμε στις μεταμοσχεύσεις, αφού, αν το μεταμοσχευθέν όργανο δεν είναι «συμβατό», δηλαδή δεν αναγνωρίζεται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως «οικείο» ή «δικό του», τότε το σύστημα αυτό αντιδρά και καταστρέφει το εν λόγω όργανο.
Το ανοσοποιητικό σύστημα «αναγνωρίζει» ένα κύτταρο ως «οικείο» ή «ξένο» ανάλογα με τις πρωτεΐνες, που το κύτταρο αυτό φέρει στη μεμβράνη του (στο «κάλυμμά» του δηλαδή).
Ας δούμε επιγραμματικά τι γίνεται με την περίπτωση του παράγοντα Rhesus στην εγκυμοσύνη:
Ας πάρουμε πρώτα την περίπτωση, που η μητέρα είναι Rh(+):
Στην περίπτωση αυτή το ανοσοποιητικό της σύστημα έχει «συνηθίσει» στην παρουσία του παράγοντα Rhesus στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Έτσι, αν ο παράγων αυτός εντοπίζεται στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων, τότε αυτά αντιμετωπίζονται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως «δικά του» ή «οικεία» και δεν «αντιδρά» στην παρουσία τους.
Αν στην περίπτωση αυτή το έμβρυο είναι Rh(+), όπως και η μητέρα και ερυθρά αιμοσφαίριά του περάσουν από τον πλακούντα και βρεθούν στο αίμα της μητέρας, τότε το ανοσοποιητικό σύστημα τα αναγνωρίζει ως «οικεία» και δεν αντιδρά.
Αν τώρα στην ίδια περίπτωση το έμβρυο είναι Rh(-), στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων του δεν εντοπίζεται ο παράγων Rhesus. Αν τώρα τέτοια κύτταρα περάσουν στην κυκλοφορία της μητέρας, το ανοσοποιητικό της σύστημα πάλι δεν αντιδρά. Αυτό συμβαίνει, διότι, όσον αφορά τον παράγοντα Rhesus, το ανοσοποιητικό σύστημα της Rh(+) μητέρας «αναγνωρίζει» μεν την παρουσία του, αλλά δεν «ενοχλείται» από την απουσία του.
Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει, όταν η μητέρα είναι Rh(-):
Το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας, που είναι Rh(-) έχει «συνηθίσει» να «βλέπει» στο αίμα της αιμοσφαίρια Rh(-), τα οποία δεν έχουν τον παράγοντα Rhesus στην επιφάνειά τους. Έτσι το ανοσοποιητικό σύστημα «αντιμετωπίζει» τα ερυθρά αιμοσφαίρια Rh(-) ως «δικά του» ή «οικεία» και δεν «αντιδρά» στην παρουσία τους.
Επομένως, αν και το έμβρυο είναι Rh(-) και ερυθρά αιμοσφαίριά του βρεθούν στην κυκλοφορία της μητέρας, τότε αυτά αναγνωρίζονται ως «οικεία» και το ανοσοποιητικό της σύστημα δεν αντιδρά.
Αν όμως το έμβρυο είναι Rh(+) και ερυθρά αιμοσφαίριά του περάσουν από τον πλακούντα και εισέλθουν στην κυκλοφορία της μητέρας, τότε το ανοσοποιητικό της σύστημα «αναγνωρίζει» τον παράγοντα Rhesus στην επιφάνειά τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το μητρικό ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίσει τα εμβρυϊκά ερυθρά αιμοσφαίρια ως ξένα και να αντιδράσει στην παρουσία τους.
Η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος της μητέρας μετουσιώνεται στην παραγωγή ειδικών πρωτεϊνών, που ονομάζονται αντισώματα, οι οποίες ενώνονται με τα Rh(+) εμβρυϊκά ερυθρά αιμοσφαίρια, που εντοπίζονται στην κυκλοφορία της μητέρας και έτσι ενεργοποιούνται οι μηχανισμοί του μητρικού ανοσοποιητικού, που καταστρέφουν τα Rh(+) εμβρυϊκά ερυθροκύτταρα.
Τα αντισώματα αυτά όμως περνάνε τον πλακούντα και φθάνουν στην κυκλοφορία του μωρού. Εκεί τα αντισώματα συνδέονται με τα Rh(+) αιμοσφαίρια του μωρού, τα οποία κατά τον τρόπον αυτό καθίστανται «σεσημασμένα».
Τα «σεσημασμένα» ερυθρά αιμοσφαίρια στη συνέχεια αναγνωρίζονται από το ανοσοποιητικό σύστημα του μωρού, το οποίο αντιδρά καταστρέφοντάς τα. Η καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων του μωρού λαμβάνει χώρα μετά από τη 16η εβδομάδα της κύησης συνήθως, διότι πριν από το ορόσημο αυτό, το εμβρυϊκό ανοσοποιητικό σύστημα είναι κατ’ ουσίαν ανώριμο και δεν «αντιδρά» στα «σεσημασμένα» από αντισώματα ερυθρά αιμοσφαίρια, ακόμα και αν αυτά κυκλοφορούν στο αίμα.
Τι συμβαίνει, αν τα αντισώματα της μητέρας καταστρέψουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια του μωρού;
Είναι εξαιρετικά πιθανό ο ρυθμός καταστροφής των ερυθρών αιμοσφαιρίων του μωρού από τα αντισώματα της μητέρας, να υπερβαίνει το ρυθμό αντικατάστασής τους από τον οργανισμό του μωρού.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην υγεία του αναπτυσσόμενου μωρού. Συγκεκριμένα, η καταστροφή των εμβρυϊκών ερυθρών αιμοσφαιρίων οδηγεί σε αναιμία του μωρού. Έτσι το αίμα του μωρού δεν είναι πλέον ικανό να επιτελέσει μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες τους, που είναι η μεταφορά οξυγόνο στους ιστούς.
Κατά συνέπεια διακυβεύεται η ανάπτυξη του μωορύ. Σε ακραίες μάλιστα καταστάσεις ενδέχεται να προκληθεί ακόμα και ενδομήτριος θάνατος.
Στο επόμενό μας άρθρο, θα δούμε, πότε τα ερυθρά αιμοσφαίρια του μωρού «περνάνε» στην κυκλοφορία της μητέρας
Δείτε ΕΔΩ σε ποιο στάδιο της κύησης βρίσκεστε!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας