Υπερτασικές διαταραχές στην εγκυμοσύνη: Ποιες είναι οι συνέπειες;
Τι είναι οι υπερτασικές διαταραχές στην εγκυμοσύνη;
Η αρτηριακή πίεση της εγκύου επηρεάζεται από αυτήν καθαυτήν την κύηση. Συγκεκριμένα, ήδη από τα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης, οι ορμονικές μεταβολές, που τότε εκδηλώνονται, ως αποτέλεσμα έχουν την πτώση της αρτηριακής πίεσης της εγκύου. Οι εκφάνσεις της πτώσης αυτής (αίσθημα κόπωσης, ζάλης ή τάση λιποθυμίας) είναι μάλιστα ενίοτε και το πρώτο σύμπτωμα εγκυμοσύνης¸ που αναφέρει η γυναίκα.
Λέμε, πως μία έγκυος εμφανίζει υπερτασικές διαταραχές όταν καταγράφονται οι ακόλουθες τιμές αρτηριακής πίεσης:
- Συστολική Αρτηριακή (ή «Μεγάλη») Πίεση μεγαλύτερη ή ίση των 140 mmHg (αυτό που συχνά αποκαλούμε «πίεση 14») ή Διαστολική Αρτηριακή (ή «Μικρή») Πίεση μεγαλύτερη ή ίση των 90 mmHg (αυτό, που συχνά αποκαλούμε «πίεση 9») σε δύο μετρήσεις, η οποίες να απέχουν μεταξύ τους περισσότερο από 4 ώρες.
- Συστολική Αρτηριακή Πίεση μεγαλύτερη ή ίση των 160 mmHg (αυτό, που συχνά αποκαλούμε «πίεση 16») ή Διαστολική Αρτηριακή Πίεση μεγαλύτερη ή ίση του 110 mmHg (αυτό, που συχνά αποκαλούμε «πίεση 11») σε μία και μόνη μέτρηση.
Πόσα είδη υπέρτασης σχετιζόμενης με την κύηση υπάρχουν;
Σχηματικά διακρίνουμε 3 κατηγορίες υπέρτασης σχετιζόμενης με την κύηση:
- Χρόνια υπέρταση (όταν η υπέρταση προϋπήρχε της κύησης, ή καταγράφηκε για πρώτη φορά μετά από τη συμπλήρωση των 20 εβδομάδων κύησης)
- Υπέρταση κύησης (όταν η υπέρταση καταγράφηκε για πρώτη φορά μετά από τη συμπλήρωση των 20 εβδομάδων κύησης)
- Προεκλαμψία (πρόκειται για μία επιπλοκή της κύησης, η οποία πλέον της υπέρτασης χαρακτηρίζεται από την παρουσία οιδημάτων και πρωτεΐνης στα ούρα)
Σε τι διαφέρουν οι συνέπειες της υπέρτασης, που συνδέεται με την κύηση, από αυτές, που συνδέονται με τη χρόνια υπέρταση;
Η εκδήλωση χρόνιας υπέρτασης συνδέεται με αύξηση των πιθανοτήτων εμφάνισης παθολογιών, όπως είναι τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και η στεφανιαία νόσος. Η εμφάνιση των παθολογικών αυτών καταστάσεων λαμβάνει χώρα συνήθως σε βάθος χρόνου, ειδικά αν η αρτηριακή υπέρταση δεν έχει ικανοποιητικά ελεγχθεί με φαρμακευτική αγωγή.
Το σώμα της γυναίκας όμως κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης υπόκειται ούτως ή άλλως σε αλλαγές, που είναι «εντυπωσιακές» αφενός, ενώ εκτυλίσσονται εντός ενός «στενού» χρονικού διαστήματος αφετέρου. Στις αλλαγές αυτές «καλούνται» τα διάφορα συστήματα του σώματος της γυναίκας να «προσαρμόσουν» τη λειτουργία τους.
Ως εκ τούτου, αυτή καθαυτή η «συνολική» λειτουργία του σώματος της κυοφορούσας «πιέζεται» από τις απαιτήσεις της εγκυμοσύνης. Έτσι οι ούτως ειπείν «εφεδρείες» του οργανισμού της εγκύου είναι ελαττωμένες και το σώμα της γυναίκας στην εγκυμοσύνη είναι πιθανότερο να μην δύναται να «αντιρροπήσει» τις συνέπειες μίας εκδηλωθείσας υπέρτασης. Για το λόγο αυτό οι όποιες συνέπειες της υπέρτασης στην εγκυμοσύνη είναι πιθανό να εκδηλωθούν με τρόπο «καταιγιστικό», ενώ η βαρύτητά τους ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη.
Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως η ενδεχόμενη διαταραχή της λειτουργίας του οργανισμού της γυναίκας, λόγω της εμφάνισης υπέρτασης, είναι πιθανότατο να έχει αντίκτυπό και στο κυοφορούμενο μωρό.
Η εμφάνιση ποιων επιπλοκών της κύησης καθίσταται πιθανότερη μετά από την καταγραφή υψηλής αρτηριακής πίεσης;
Ο κατάλογος των επιπλοκών αυτών περιλαμβάνει:
- την ενδομήτρια υπολειπόμενη ανάπτυξη: Το μωρό δεν λαμβάνει από τον πλακούντα σε επαρκείς ποσότητες οξυγόνο, αλλά και τα άλλα απαραίτητα για την ορθή ανάπτυξή του στοιχεία. Έτσι ο ρυθμός αύξησης του βάρους του, όπως αυτός καταγράφεται στους τακτικούς υπερηχογραφικούς ελέγχους δεν είναι ικανοποιητικός, η ροή του αίματος στα αγγεία, όπως αυτή ελέγχεται με τη μέθοδο Doppler παρουσιάζει διαταραχές, ενώ μη καθησυχαστικό είναι συχνά και το καρδιοτοκογράφημα.
- την αποκόλληση του πλακούντα: Ο πλακούντας «ξεκολλάει» από το τοίχωμα της ενδομητρικής κοιλότητας, όπου αναπτύσσεται προστατευμένο το μωρό. Επομένως, διαρρηγνύεται μεγάλος αριθμός αγγείων και εκδηλώνεται αιμορραγία. Οι συνέπειες της κατάστασης αυτής είναι δυσμενείς τόσο για τη μητέρα, όσο και για το μωρό.
- την εκδήλωση προεκλαμψίας: Η επίφοβη αυτή επιπλοκή της κύησης έχει δυσάρεστες συνέπειες για την υγεία της μητέρας (διαταραχές στη λειτουργία καρδιάς, ήπατος, νεφρών, εγκεφάλου, οφθαλμών και πνευμόνων, αλλά και πηκτικότητας του αίματος), αλλά και για το μωρό (ενδομήτριος θάνατος και συνέπειες συνδεόμενες με ενδεχόμενη προωρότητα, λόγω της χρείας άμεσης καταφυγής στην πρόκληση τοκετού ή – συχνότερα – στην καισαρική τομή).
Οι επιπλοκές αυτές είναι πιθανότερο να εκδηλωθούν, όταν οι καταγραφείσες τιμές της διαστολικής πίεσης υπερβαίνουν τα 110 mmHg.
Σε γενικές γραμμές το ένα τρίτο των γυναικών, που εμφανίζουν υπέρταση στην εγκυμοσύνη, θα αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο της προεκλαμψίας.
Επιπροσθέτως, η εμφάνιση υπερτασικών διαταραχών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης και διαβήτη. Η κλινική αυτή οντότητα χαρακτηρίζεται από διαταραχές στο μεταβολισμό του σακχάρου.
Ο διαβήτης συχνά επηρεάζει δυσμενώς τη λειτουργία των οφθαλμών, των αγγείων και της καρδιάς της μητέρας, ενώ ενδέχεται να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις για το μωρό, οι οποίες μπορεί να είναι τόσο άμεσες (σε σοβαρότερες καταστάσεις ενδέχεται να καταγραφεί ακόμα και ενδομήτριος θάνατός του), όσο και μακροπρόθεσμες.
Υπάρχουν μακροχρόνιες συνέπειες για τη γυναίκα, που θα εμφανίσει υπερτασικές διαταραχές στην κύηση;
Η γυναίκα, που εμφάνισε υπερτασικές διαταραχές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, είναι πιθανότερο να εμφανίσει χρόνια υπέρταση μετά τον τοκετό.
Δείτε ΕΔΩ σε ποιο στάδιο της κύησης βρίσκεστε!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
www.eleftheia.gr