Αγγελική Δαρλάση: «Χρέος μας είναι να φροντίζουμε να διατηρούμε ζωντανή τη μνήμη»
Με αφορμή την επέτειο 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Αγγελική Δαρλάση μιλάει στο Mothersblog.gr για το βιβλίο της «Το Αγόρι στο Θεωρείο».
«Το Αγόρι στο Θεωρείο» δεν είναι ένα εφηβικό βιβλίο απλά για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Είναι ένα βιβλίο για τον ξεριζωμό, την επιβίωση, τη συμπόνια, την τέχνη. Πρωταγωνιστής ο Δρόσος ένα μικρό προσφυγόπουλο από τη Μικρά Ασία που εγκαθίσταται με άλλους πρόσφυγες στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Εκεί καλείται να προσαρμοστεί σε μία νέα πραγματικότητα, να συνυπάρξει με άγνωστους και εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους, να βγει από το «σκοτάδι» στο «φως».
Μέσα από την ιστορία του Δρόσου, η Αγγελική Δαρλάση καταφέρνει για ακόμα μία φορά να προβληματίσει και να ευαισθητοποιήσει τα παιδιά. Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στο σήμερα; Τι συνδέει τη συγγραφέα με τη Μικρά Ασία; Ποια θέση έχει (ή θα έπρεπε να έχει) η τέχνη στο εκπαιδευτικό σύστημα; Η Αγγελική Δαρλάση απάντησε σε αυτές και πολλές ακόμα ερωτήσεις μας.
Το Αγόρι στο Θεωρείο βασίζεται σε μία πραγματική ιστορία, την εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να εμπνευστείτε από αυτήν;
Α.Δ.: Η παραδοξότητα. Οι άνθρωποι σ’ εκείνα τα θεωρεία δεν ήταν πλέον θεατές αλλά ένοικοι σ’ έναν χώρο που ήταν προορισμένος καταρχήν για ψυχαγωγία. Πόσο οξύμωρο λοιπόν να βλέπει κανείς ανθρώπους να έχουν «στήσει τη ζωή τους» σ’ ένα χώρο που ήταν προορισμένος για κάτι εντελώς διαφορετικό. Πως μπορούσε να ήταν η ζωή μέσα σ’ εκείνον τον τόσο διαφορετικό τόπο – που κάπου μου έμοιαζε με… κουκλόσπιτο. Καθοριστικό ήταν και το γεγονός πως ξεχώρισα μέσα στη φωτογραφία ένα αγόρι που μου φάνηκε ότι στεκόταν κάπως παράμερα κάπως μόνο του. Αναρωτήθηκα το γιατί. Το ποια θα μπορούσε να ήταν η ιστορία εκείνου του αγοριού – αν και κατά πόσον ήταν ένα ασυνόδευτο προσφυγόπουλο του τότε…
Ο πόλεμος, ο ρατσισμός και η προσφυγιά είναι θέματα τα οποία υπάρχουν σε αρκετά από τα βιβλία σας. Τι είναι αυτό που σας ωθεί να αγγίζετε αυτά τα θέματα στις ιστορίες σας;
Α.Δ.: Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με το ότι από την πλευρά της μητέρας μου είμαι τρίτη γενιά προσφύγων – λένε ότι το τραύμα της προσφυγιάς περνάει μέχρι και την τρίτη γενιά. Αυτό όμως που με κινητοποιεί συνεχώς νομίζω ότι είναι η αδυναμία μου να τα διαχειριστώ εντός μου. Θέλω να πω, κατανοώ το γιατί υπάρχουν ο πόλεμος, ο ρατσισμός και η προσφυγιά όμως μου είναι αδύνατον να συμφιλιωθώ, ν’ αποδεχτώ και να διαχειριστώ διανοητικά και συναισθηματικά το ότι επιτρέπουμε στον 21ο αιώνα να εξακολουθούν υπάρχουν. Στο ότι αποδεχόμαστε να πολεμάμε οι άνθρωποι τους ανθρώπους, στο ότι επιτρέπουμε όχι μόνο να υπάρχει αλλά πολλές φορές να ανατροφοδοτούμε τη μισαλλοδοξία. Αυτή μου η ανικανότητα να το διαχειριστώ αυτό διανοητικά και συναισθηματικά είναι που νομίζω πως τροφοδοτούν και αυτή τη θεματολογία στα βιβλία μου.
«Το Αγόρι στο Θεωρείο» ένα βιβλίο που απευθύνεται σε μεγαλύτερα παιδιά και εφήβους. Πόσο εξοικειωμένα θεωρείτε ότι είναι τα παιδιά με το θέμα της Μικρασιατικής Καταστροφής;
Α.Δ.: Νομίζω πως όχι πολύ. Μιλάμε πλέον για ανθρώπους που είναι τέσσερις και πέντε γενιές μετά το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός. Άρα το βιωματικό στοιχείο που συνέδεε τη 2η ή κι ακόμη την 3η γενιά με τους τότε πρόσφυγες πια δεν υπάρχει. Σίγουρα κάποια από αυτά τα παιδιά, λόγω οικογενειακών καταβολών συνήθως, μπορεί και να γνωρίζουν περισσότερα. Χρέος μας όμως είναι να φροντίζουμε να διατηρούμε ζωντανή τη μνήμη. Με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων κυκλοφόρησαν αρκετά αξιόλογα βιβλία κατάλληλα για παιδιά που μπορούν να τα φέρουν σ’ επαφή με αυτό το αξιομνημόνευτο γεγονός. Είναι σημαντικό το να θυμόμαστε όπως και το να ονειρευόμαστε.
Μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορία αναδεικνύεται ο τρόπος που βίωσαν την προσφυγιά όσοι ήρθαν από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα τότε, αλλά και το πώς υποδέχθηκαν τους πρόσφυγες εδώ. Στο σήμερα πόσο πιστεύετε ότι έχουν αλλάξει τα πράγματα;
Α.Δ.: Τελικά ίσως να μην αλλάζουμε οι άνθρωποι. Εκεί έχω καταλήξει. Πολλοί ήταν αυτοί που συνέτρεξαν τότε και στάθηκαν αλληλέγγυοι, συμπόνεσαν τους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Στάθηκαν με ανθρωπιά στους συνανθρώπους τους. Κάποιοι άλλοι πάλι στάθηκαν απέναντι τους με καχυποψία, φόβο, έως και μίσος. Γενικά μιλώντας θα έλεγα ότι τα ίδια συμβαίνουν και σήμερα. Όλοι οι άνθρωποι δεν είμαστε ίδιοι.
Στο βιβλίο αναδεικνύεται και η ιδιαιτερότητα των ανθρώπινων σχέσεων, ο φόβος της λησμονιάς, της απώλειας, ακόμα και ο ρατσισμός. Σίγουρα, το κάθε παιδί τα προσλαμβάνει διαφορετικά και κάνει τη δική του εσωτερική διεργασία, εάν όμως θέλατε να κρατήσουν ένα πράγμα τα παιδιά διαβάζοντάς το, ποιο θα ήταν αυτό;
Α.Δ.: Ίσως αυτό που λέει στο τέλος του δεύτερου μέρους του βιβλίου: «να συνειδητοποιείς πως όλες μας, όλων μας οι ζωές είναι αληθινές. Ακόμα κι οι πιο δύσκολες κι οι πιο περίεργες κι οι πιο μαγικές κι οι πιο εφιαλτικές. Κι εσύ δεν μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο παρά να τις ζεις. Ν’ αναπνέεις και να κρατιέσαι με νύχια και με δόντια από τη ζωή. Να ζεις».
Αν και βασίζεστε σε πραγματική ιστορία, αποφεύγετε τις πολλές χρονολογίες και τις ιστορικές αναφορές. Αυτό το κάνατε και για να αναδείξετε την ανθρώπινη πλευρά των όσων έγιναν τότε; Και αν ναι, μήπως αυτό λείπει και από τον τρόπο που διδάσκονται τα παιδιά ιστορία στις μέρες μας;
Α.Δ.: Οι ιστορικές αναφορές, όπως και οι χρονολογίες, υπάρχουν μέσα στην ιστορία μου αλλά έχουν αφομοιωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μην προτάσσονται. Άλλωστε δεν γράφω ιστορία, λογοτεχνία γράφω. Παρ’ όλα αυτά οι αναγνώστες έρχονται μ’ έναν διαφορετικό τρόπο, αυτό της λογοτεχνίας, σ’ επαφή και με την Ιστορία. Και μετά από την πολύ καλή υποδοχή και πρόσληψη που είχε το βιβλίο μου όπως και άλλα βιβλία που αναφέρονται στη Μικρασιατική καταστροφή, αναδεικνύεται αυτό που λέτε: πως τελικά χρειαζόμαστε μια περισσότερο ανθρωποκεντρική θεώρηση της Ιστορίας ειδικά στα σχολεία μας. Γι’ αυτό μας αφορά η Ιστορία, επειδή πίσω από τα γεγονότα και τις χρονολογίες κρύβονται πάντα οι μικρές ιστορίες των απλών, καθημερινών, μικρών ανθρώπων και οι ζωές τους. Αν δούμε και διδάξουμε μέσα από αυτή την οπτική την Ιστορία θα βοηθήσουμε και τα παιδιά να κατανοήσουν το γιατί τελικά η Ιστορία μας αφορά.
Είστε από τους συγγραφείς που αγαπούν το θέατρο και η αγάπη αυτή φαίνεται και μέσα από το συγκεκριμένο βιβλίο. Τα προσφυγόπουλα ανεβάζουν στο καινούριο τους σπίτι, το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ. Η επιλογή αυτή δεν ήταν τυχαία, σωστά;
Α.Δ.: «Η Τρικυμία» είναι ένα έργο με έντονο το μαγικό στοιχείο αλλά κι ένα έργο που μεταξύ άλλων μιλάει για την ανάγκη συμφιλίωσης και συγχώρεσης και λύτρωσης. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές είναι και το τελευταίο έργο του μεγάλου δραματικού ποιητή και μιλούν και για το δικό του αποχαιρετισμό - μέσω του του χαρακτήρα του Πρόσπερο - και στη δική του, δραματική, τέχνη. Οπότε θεώρησα ότι είναι ένα έργο που ταίριαζε πολύ στην ιστορία μου. Όλα αυτά τα μαγικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τόσο την πλοκή όσο και τα δραματικά πρόσωπα (ο μάγος Πρόσπερο, η μάγισσα Συκόραξα, το αερικό ο Άριελ) αλλά και οι πιο ανθρώπινες πτυχές της ιστορίας αυτές που μιλάνε για συμφιλίωση, επούλωση τραυμάτων, αποχαιρετισμό και λύτρωση έδεναν τόσο με την ατμόσφαιρα όσο και με τα όσα εγώ ήθελα να θίξω άμεσα ή έμμεσα στη δική μου ιστορία. Κι ήταν φυσικά πολύ ευτυχής η συγκυρία ότι υπήρχε τότε η μετάφραση στη νεοελληνική γλώσσα του Ιάκωβου Πολυλά οπότε μπορούσα και ιστορικά τεκμηριωμένα να χρησιμοποιήσω την αναφορά στο συγκεκριμένο έργο.
Με αφορμή την αναφορά στο θέατρο, θεωρείτε ότι η τέχνη είναι ένα σημαντικό εκπαιδευτικό εργαλείο;
Α.Δ.: Αλίμονο σ’ εκείνο το εκπαιδευτικό σύστημα που δεν έχει αντιληφθεί τη μέγιστη συμβολή των τεχνών στην εκπαιδευτική διαδικασία και στόχευση Αν φυσικά βέβαια το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι η στείρα γνώση, η απομνημόνευση και η βαθμοθηρία τότε ναι, δεν χρειαζόμαστε τις τέχνες στην εκπαίδευση. Αν όμως μας ενδιαφέρει η ολόπλευρη καλλιέργεια των παιδιών, η ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων τους, η συναισθηματική και διανοητική τους έκφραση κι εξέλιξη, η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, της συνεργασίας και του ομαδικού πνεύματος τότε θα έπρεπε οι τέχνες να είναι παρούσες στα σχολεία μας. Σε όποια σχολεία άλλωστε συμβαίνει αυτό, όπως για παράδειγμα στα Μουσικά ή Καλλιτεχνικά σχολεία, ή στις τάξεις του Δημοτικού όπου εξακολουθεί να υπάρχει το μάθημα της θεατρικής αγωγής, τα μικρά θαύματα που προκύπτουν καθημερινά είναι η «απτή» απόδειξη της μεγάλης συμβολής της τέχνης στην εκπαίδευση.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, όπως και σε προηγούμενα για παράδειγμα, στα βιβλία «Το Παλιόπαιδο» ή «Όταν έφυγαν τ’ αγάλματα » οι ήρωες περνάνε σκληρές δοκιμασίες, αλλά στο τέλος έρχεται μία είδους λύτρωση. Αυτό είναι για εσάς στάση ζωής;
Α.Δ.: Η ίδια η ζωή μας όπως κάπως έτσι δεν είναι; Μέσα από τις δοκιμασίες μικρότερες και μεγαλύτερες, πιο απλές ή και δύσκολες και σκληρές πορευόμαστε στην καθημερινότητά μας. Και μέσα από αυτές βγαίνουμε δυνατότεροι ή και σοφότεροι. Ίσως πάλι αυτή να είναι και η οπτική που έχουν τα παιδιά και οι νέοι κι όπως λέτε να την έχω υιοθετήσει κάπου. Προσπαθώ να είναι αυτή η στάση ζωής μου. Πάντως σίγουρα είναι η οπτική που με κάνει ν’ αντέχω, να συνεχίζω και να πορεύομαι και να ελπίζω. Κι αυτό σίγουρα το χρωστάω στους ανήλικους αναγνώστες μου.
Επόμενα σχέδια;
Α.Δ.: Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στις τελικές διορθώσεις του νέου μου μυθιστορήματος που έχει τίτλο «Με κλειστά μάτια» και θα κυκλοφορήσει καλώς εχόντων των πραγμάτων το Νοέμβριο από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο». Έχω μεγάλη αγωνία καθώς είναι ένα μυθιστόρημα βασισμένο σε μια ιδέα του μικρού έφηβου γιου μου και κρύβει και κάποιες εκπλήξεις για όσους αναγνώστες με παρακολουθούν συγγραφικά. Από εκεί και πέρα προετοιμάζονται και κάποιες θεατρικές κι όχι μόνο συνεργασίες. Εν καιρώ θα μάθετε περισσότερα και γι’ αυτά. Καλά να είμαστε να μπορούμε να είμαστε δημιουργικοί και δραστήριοι.