Τι είναι το ουρεόπλασμα και πώς μεταδίδεται στις γυναίκες
Το ουρεόπλασμα (Ureaplasma urealyticum) είναι ένα μικρόβιο που ανήκει στην οικογένεια των mycoplasmataceae και αποτελεί ένα από τα μικρότερα σε μέγεθος που διαβιούν ελεύθερα. Βρίσκεται στους βλεννογόνους του ουρογεννητικού και του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος.
Το ουρεόπλασμα μεταδίδεται στους ενήλικες μέσω της σεξουαλικής επαφής και από μητέρες σε έμβρυα είτε με την ανιούσα οδό από τον κόλπο της μητέρας, είτε με το αίμα μέσω του πλακούντα.
Αν και το ουρεόπλασμα έχει ενοχοποιηθεί ήδη από τη δεκαετία του 1960 για αυτόματες αποβολές στις έγκυες (επειδή βρέθηκε σε υλικό αποβολών), επιστημονικά δεν υπάρχει επιβεβαιωμένη αιτιολογική συσχέτιση. Αυτό συμβαίνει επειδή είναι πιθανότερη η επιμόλυνση του υλικού με το ουρεόπλασμα, κατά τη διέλευση από τον τράχηλο και τον κόλπο.
Βάσει της διεθνούς βιβλιογραφίας τα στοιχεία που συσχετίζουν το ουρεόπλασμα με τις αποβολές παρουσιάζουν πολλά τρωτά σημεία.
Το να προσβληθεί ένα τελειόμηνο νεογνό από ουρεόπλασμα (ή άλλο μυκόπλασμα) κατά τη διάρκεια του τοκετού από την επαφή του με τον κόλπο της μητέρας, δε θεωρείται γενικά ως αιτία πρόκλησης σοβαρής λοίμωξης, τουλάχιστον στα περισσότερα νεογνά.
Σε ότι αφορά στο ρόλο του ουρεοπλάσματος στην υπογονιμότητα, σε σειρά μελετών απομονώθηκε ουρεόπλασμα στο ίδιο ποσοστό, τόσο στα γόνιμα όσο και στα υπογόνιμα ζευγάρια. Οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν πως ελλείψει στοιχείων, η αναζήτηση ουρεοπλάσματος ή άλλου μυκοπλάσματος στα πλαίσια διερεύνησης της υπογονιμότητας, δε θεωρείται απαραίτητη.
Συμπτώματα – Θεραπεία
Δεν υπάρχουν απαραίτητα κλινικά συμπτώματα που μαρτυρούν ότι μία γυναίκα ή ένας άνδρας έχουν προσβληθεί από μυκόπλασμα ή ουρεόπλασμα. Για να διαγνωστούν το ουρεόπλασμα και το μυκόπλασμα θα χρειαστεί συγκεκριμένη καλλιέργεια ούρων. Εάν το αποτέλεσμα είναι θετικό, τότε ο γιατρός θα συστήσει την κατάλληλη θεραπεία η οποία γίνεται με αντιβίωση. Μετά τη θεραπεία μάλιστα υπάρχουν μεγαλύτερες πιθανότητες κύησης!
Η χρήση προφυλακτικού ελαττώνει τη συχνότητα εμφάνισης διαφόρων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νόσων, γονόρροιας, ουρεοπλάσματος και πυελικής φλεγμονής.