Τρόποι αποδοχής κληρονομιάς και η νόμιμη μοίρα των συγγενών του διαθέτη
Οι τρόποι για να εγκατασταθεί κάποιος κληρονόμος είναι δύο.
Με διαθήκη δηλαδή ως εκ διαθήκης κληρονόμος ή χωρίς διαθήκη δηλαδή ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος. Όταν δεν υφίσταται διαθήκη από το διαθέτη, οι κληρονόμοι του κληρονομούν εξ’ αδιαθέτου. Εξ αδιαθέτου κληρονόμοι είναι οι εγγύτεροι συγγενείς του θανόντος, όπως περιγράφονται στα άρθρα 1813-1821 του Αστικού μας Κώδικα.
Από τους συγγενείς του θανόντος που αναφέρονται στα άρθρα του Κώδικα, α) ο σύζυγος, β) τα τέκνα, γ) τα εγγόνια και δ) οι γονείς ονομάζονται «αναγκαίοι κληρονόμοι» και έχουν δικαίωμα στην κληρονομιαία περιουσία, ακόμα κι αν η επιθυμία του θανόντος ήταν να αποκλειστούν από αυτήν. Αυτοί θα λάβουν ως κληρονομιά το μέρος εκείνο της κληρονομικής περιουσίας, που ονομάζεται «νόμιμη μοίρα» και προβλέπεται από τις διατάξεις της «αναγκαστικής κληρονομικής διαδοχής» του κληρονομικού δικαίου. Με το θεσμό της νόμιμης μοίρας ο νομοθέτης επιδιώκει να συμβιβάσει δύο εξ ορισμού αντίθετες τάσεις. Αφενός το δικαίωμα του κληρονομούμενου να διαθέσει την περιουσία του σύμφωνα με τη δική του μόνο βούληση και αφετέρου να προστατευτούν τα οικονομικά συμφέροντα των εγγύτερων συγγενών από πιθανή διάθεση του συνόλου της περιουσίας σε τρίτα πρόσωπα.
Συνεπώς, οι διατάξεις περί νόμιμης μοίρας ενεργοποιούνται μόνο στην περίπτωση που ο διαθέτης άφησε με διαθήκη την περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα, αποκλείοντας με αυτήν κάποιους από τους αναγκαστικούς κληρονόμους ή αφήνοντας τους ελάχιστα περιουσιακά στοιχεία που η αξία τους είναι μικρότερη και από αυτήν της νόμιμης μοίρας. Από τους ανωτέρω συγγενείς, αναγκαίοι κληρονόμοι θα γίνουν μόνο οι κατιόντες και η σύζυγος, στην περίπτωση που ο διαθέτης-κληρονομούμενος άφησε κατιόντες, και οι γονείς και η σύζυγος, στην περίπτωση που ο διαθέτης-κληρονομούμενος δεν άφησε κατιόντες αλλά μόνο γονείς.
Επομένως ο διαθέτης-κληρονομούμενος, δεν μπορεί να εγκαταστήσει με την διαθήκη του αποκλειστικά τρίτα πρόσωπα ως κληρονόμους του, καθώς με τον τρόπο αυτό προσβάλλει την νόμιμη μοίρα των αναγκαίων κληρονόμων του. Γι’ αυτό άλλωστε και οι διατάξεις της διαθήκης καθίστανται αυτοδικαίως άκυρες, στο μέτρο που προσβάλουν το προκείμενο δικαίωμα των νόμιμων μεριδούχων.
Πρόσθετη ωστόσο προϋπόθεση για την αναγνώριση του δικαιώματος στη νόμιμη μοίρα, είναι ότι οι μεριδούχοι θα είχαν κληθεί να κληρονομήσουν τον αποθανόντα, στην περίπτωση που δεν υπήρχε διαθήκη. Με βάση αυτή την προϋπόθεση, ο νομοθέτης έθεσε το βασικό κριτήριο υπολογισμού της νόμιμης μοίρας. Σύμφωνα με το άρθρο 1825 εδάφιο β του Αστικού Κώδικα, η νόμιμη μοίρα ισούται το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας.
Παρά τα όσα ορίζει ο νόμος για τη νόμιμη μοίρα, ο διαθέτης έχει τη δυνατότητα να αποκλείσει συγγενή-νόμιμο μεριδούχο και από αυτό ακόμα το ποσοστό, αποκληρώνοντας αυτόν συμπεριλαμβάνοντας σχετική διάταξη στη διαθήκη του. Η αποκλήρωση δικαιολογείται αν ο συγγενής-νόμιμος μεριδούχος έχει διαπράξει σοβαρή άδικη πράξη σε βάρος του διαθέτη ή/και αν διάγει ανήθικο βίο. Π.χ. ο διαθέτης δικαιούται να αποκληρώσει κατιόντα του που επιβουλεύτηκε τη ζωή ή προκάλεσε με πρόθεση σωματική βλάβη σε εκείνον ή μέλη της οικογένειάς του.
Επίσης, ο διαθέτης δύναται να αποκληρώσει τον σύζυγό του, αν κατά το χρόνο του θανάτου του είχε δικαίωμα να ασκήσει αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο αποδιδόμενο σε υπαιτιότητα του συζύγου που επιζεί. Συνέπεια της αποκλήρωσης είναι το ότι η κληρονομία δεν περιέρχεται ποτέ στον κληρονόμο που αποκληρώθηκε.
Έτσι, ο νόμιμος μεριδιούχος, μπορεί να διεκδικήσει την αξίωση του για τη νόμιμη μοίρα του με βάση τις διατάξεις τις «περί κλήρου αγωγής».
Δημήτριος Ν. Αυλωνίτης
Δικηγόρος, LL.B.
κιν. 6972205516
e-mail: info@avlonitislaw.gr
http://www.avlonitislaw.gr