Υπάρχουν τεστ γονιμότητας;
Τα τεστ γονιμότητας έχουν θέση στην καθημερινότητα ως απλές, εύκολες, πρακτικές μέθοδοι αδρής εκτίμησης της κατάστασης γονιμότητος στον άνδρα και τη γυναίκα
BigstockΣτο γενικό όρο «τεστ γονιμότητας» περιλαμβάνεται μια σειρά αιματολογικών ορμονικών εξετάσεων, που προσδιορίζουν τη σωστή λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας.
Ως γονιμότητα ορίζεται η ικανότητα ενός οργανισμού να παράγει απογόνους. Συνήθως η έννοια της γονιμότητας ταυτίζεται με την αναπαραγωγική ικανότητα, που ορίζεται ως το δυναμικό αναπαραγωγής ενός οργανισμού και εμπεριέχει το σύνολο των λειτουργιών που θα οδηγήσουν στη γέννηση ενός παιδιού.
Ένα ζευγάρι έχει πιθανότητα σύλληψης 80-85% μετά από 1 χρόνο ελεύθερων, τακτικών επαφών (χωρίς χρήση μεθόδου αντισύλληψης). Το ποσοστό αυτό φθάνει το 90% μετά από 2 χρόνια προσπαθειών. Στο υπόλοιπο 10% των περιπτώσεων συνήθως υποκρύπτεται κάποιο πρόβλημα γονιμότητος και θα πρέπει οι ασθενείς να υποβάλλονται σε διερεύνηση και αντιμετώπιση.
Η γονιμότητα επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, με κυριότερο την ηλικία της γυναίκας, αλλά και το κάπνισμα, τη διατροφή, το στρες, τη σωματική άσκηση, ιατρικές παθήσεις κλπ.
Είναι επομένως συχνό και λογικό το ερώτημα: υπάρχουν τεστ γονιμότητας στα οποία μπορεί να υποβληθεί ο άνδρας και η γυναίκα, ώστε να εντοπισθούν ενδεχόμενα προβλήματα νωρίς και να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος;
Η απάντηση δεν είναι απλή. Η ιατρική επιστήμη διαθέτει πληθώρα εξετάσεων (αιματολογικών, απεικονιστικών, ούρων κ.ά.) που αναδεικνύουν τη σωστή λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος. Θα πρέπει όμως να επιλέξουμε ποιες εξ αυτών και σε ποιους ασθενείς θα πρέπει να γίνονται, ώστε να μην επιβαρύνονται με ακριβές, περιττές εξετάσεις που δεν είναι απαραίτητες και ορισμένες φορές συνοδεύονται από το άγχος του αποτελέσματος.
Σύλληψη μπορεί να επιτευχθεί όταν οι επαφές συμπίπτουν με την ωορρηξία. Όταν μια γυναίκα έχει τακτικό κύκλο με σταθερή συχνότητα, συνήθως αυτό σημαίνει ότι έχει ωορρηξία στο μέσον του κύκλου (περί τη 14η ημέρα). Υπάρχουν εξετάσεις που επιβεβαιώνουν την ωορρηξία, όπως το τεστ ωορρηξίας ούρων που κυκλοφορεί στο εμπόριο. Θα πρέπει η γυναίκα να επαναλαμβάνει καθημερινά την ίδια ώρα ένα τεστ ωορρηξίας (ή ακόμη καλύτερα 2 την ημέρα, 1πρωί-1 βράδυ), ξεκινώντας την 8η-9η ημέρα του κύκλου (ή ακόμη νωρίτερα σε περιπτώσεις γυναικών με κύκλο μικρότερο των 26 ημερών). Από τη στιγμή του πρώτου θετικού τεστ, η ωορρηξία συνήθως πραγματοποιείται εντός των επομένων 36 ωρών. Συνεπώς, μπορεί να εντοπισθεί με αρκετά μεγάλη ακρίβεια η γόνιμη περίοδος του κύκλου, αλλά και να αναδειχθούν περιπτώσεις ασθενών που δε γίνεται ωορρηξία (ανωοθυλακιορρηκτικοί κύκλοι, πχ σε πολυκυστικές ωοθήκες) και να αναζητηθεί ιατρική συμβουλή. Εναλλακτικά, η ωορρηξία μιας γυναίκας μπορεί να προσδιορισθεί με την εκτέλεση διαδοχικών υπερηχογραφημάτων από το γυναικολόγο, όπου θα διαπιστωθεί η σταδιακή αύξηση του μεγέθους του ωοθυλακίου και θα προσδιορισθεί η κατάλληλη χρονική στιγμή που θα γίνει η επαφή.
Επιπλέον, στο γενικό όρο «τεστ γονιμότητας» περιλαμβάνεται μια σειρά αιματολογικών ορμονικών εξετάσεων, που προσδιορίζουν τη σωστή λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας. Οι ορμόνες αυτές περιλαμβάνουν:
- Την ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη (FSH), ωχρινοτρόπο ορμόνη (LH) και οιστραδιόλη (Ε2) που θα πρέπει να μετρώνται τις πρώτες ημέρες του κύκλου (2η – 4η ημέρα).
- Την προγεστερόνη (P) που θα πρέπει να εξετάζεται μετά το μέσον του κύκλου (17η – 21η ημέρα αναλόγως της διάρκειας του κύκλου), η οποία επιβεβαιώνει την ωορρηξία και την καλή λειτουργία του ωχρού σωματίου που είναι απαραίτητη για την υποστήριξη της εγκυμοσύνης.
- Την Αντι-μυλλέρειο ορμόνη (ΑΜΗ) που μπορεί να μετρηθεί οποιαδήποτε ημέρα του κύκλου. Η ορμόνη αυτή αναδεικνύει το ωοθηκικό απόθεμα, δηλαδή τον αριθμό ωαρίων που έχει διαθέσιμα η γυναίκα στις αποθήκες των ωαρίων της. Εάν μια γυναίκα εμφανίσει χαμηλή τιμή της ορμόνης αυτής καλό θα είναι να αναζητήσει συμβουλευτική από γυναικολόγο που είναι ειδικός γονιμότητος. Είναι όμως σημαντικό να τονισθεί ότι η ΑΜΗ είναι ορμόνη που δείχνει τον αριθμό των διαθέσιμων ωαρίων (ποσότητα) και όχι την ποιότητά τους.
- Ο ορμονικός έλεγχος θα πρέπει να συμπληρωθεί από τις ορμόνες: προλακτίνη (PRL) και TSH, T3, T4 (θυρεοειδικές ορμόνες), που θα αναδείξουν ενδεχόμενη ορμονική διαταραχή που επηρεάζει τη γυναικεία αναπαραγωγή.
- Στο εμπόριο διατίθεται τεστ γονιμότητας που προσδιορίζει τη συγκέντρωση της ορμόνης FSH στα ούρα. Το συγκεκριμένο, όμως, τεστ, όταν είναι παθολογικό (που σημαίνει ότι η FSH είναι αυξημένη), συνήθως έχει ήδη παρέλθει αρκετό χρονικό διάστημα με πρόβλημα στη γονιμότητα. Αντιθέτως, η εξέταση αίματος προσδιορίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια το επίπεδο της FSH, γεγονός που επιτρέπει να εξαγάγουμε ασφαλέστερο συμπέρασμα για την κατάσταση του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας.
Ανάλογα με το ιστορικό και την ιατρική εξέταση της ασθενούς, ο αιματολογικός έλεγχος συμπληρώνεται με πιο εξειδικευμένες εξετάσεις (πχ ανδρογόνα, καμπύλη σακχάρου – καμπύλη ινσουλίνης κλπ.) για αποκλεισμό καταστάσεων και παθήσεων που επηρεάζουν τη γονιμότητα.
Στο πλαίσιο ελέγχου της γονιμότητας, είναι απαραίτητος ο υπερηχογραφικός έλεγχος των έσω γεννητικών οργάνων. Η εξέταση είναι λεπτομερέστερη και πιο ακριβής όταν γίνεται διακολπικώς και μπορεί να αναδείξει ακόμη και μικρού μεγέθους παθολογία από τη μήτρα ή τις ωοθήκες. Όπως προαναφέρθηκε, όταν εκτελείται στο μέσον του κύκλου, ο υπερηχογραφικός έλεγχος μπορεί να προσδιορίσει τις γόνιμες ημέρες.
Στις εξετάσεις γονιμότητας συμπεριλαμβάνεται η υστεροσαλπιγγογραφία. Είναι απεικονιστική εξέταση, που εκτελείται είτε με τη διενέργεια ακτινογραφίας με ταυτόχρονη έγχυση ακτινοσκιερού μέσου διακολπικώς, είτε με τη χρήση υπερήχου και ταυτόχρονη έγχυση υγρού στο εσωτερικό της μήτρας. Η εξέταση απεικονίζει την ανατομική ακεραιότητα του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος, δηλαδή το μέγεθος της κοιλότητας της μήτρας, τη βατότητα των σαλπίγγων και την πιθανή παρουσία παθολογίας (πχ πολύποδες-ινομυώματα-συμφύσεις-ανατομικές παραλλαγές).
Τα τεστ γονιμότητας περιλαμβάνουν επίσης την εξέταση του σπέρματος. Το σπερμοδιάγραμμα είναι μια απλή, ανώδυνη και φθηνή μέθοδος ελέγχου της κατάστασης του σπέρματος, με άμεσο αποτέλεσμα. Το σπέρμα εξετάζεται μετά από 3-5 ημέρες αποχής και προσδιορίζονται οι βασικές παράμετροι γονιμότητας, που είναι η συγκέντρωση και ολικός αριθμός σπερματοζωαρίων, η κινητικότητα του σπέρματος και το ποσοστό φυσιολογικών μορφών.
Υπάρχουν διαθέσιμα kits ελέγχου του σπέρματος από τον άνδρα στο σπίτι, τα οποία -σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης- υπολογίζουν την κινητικότητα και τον αριθμό των σπερματοζωαρίων. Είναι όμως σημαντικό να τονισθεί ότι υπάρχουν αρκετές διακυμάνσεις στις παραμέτρους του σπέρματος μεταξύ διαφορετικών εκσπερματίσεων, όπως επίσης ότι η αξιολόγηση του σπέρματος από έναν έμπειρο βιολόγο θεωρείται πολύ πιο αξιόπιστη στο να αποτυπώσει την πραγματική εικόνα και να διαγνώσει προβλήματα του σπέρματος που δυσκολεύουν την επίτευξη κύησης.
Τέλος, η σημαντικότερη ίσως παράμετρος για τη σύλληψη είναι η ποιότητα του ωαρίου. Δυστυχώς καμία από τις διαθέσιμες σήμερα εξετάσεις και διαγνωστικές μεθόδους δεν έχει καταφέρει να δείξει αξιόπιστα την ποιότητα των ωαρίων μιας γυναίκας. Είναι γνωστό ότι η κυριότερη αιτία απώλειας ποιότητας των ωαρίων είναι η ηλικία. Σε όλες τις μεγάλες μελέτες ανθρώπινης υπογονιμότητας φαίνεται ότι η ποιότητα των ωαρίων μιας γυναίκας και συνεπώς και η πιθανότητα επίτευξης κύησης ελαττώνονται μετά την ηλικία των 35 ετών, με το πρόβλημα να γίνεται εντονότερο μετά την ηλικία των 40 ετών.
Τα τεστ γονιμότητας έχουν θέση στην καθημερινότητα ως απλές, εύκολες, πρακτικές μέθοδοι αδρής εκτίμησης της κατάστασης γονιμότητος στον άνδρα και τη γυναίκα. Τα αποτελέσματά τους αξιολογούνται κυρίως όταν εμφανίζουν παθολογικές τιμές. Δε θα πρέπει όμως σε καμία περίπτωση να υποκαθιστούν την εξέταση και συμβουλευτική του γυναικολόγου, ιδίως στις περιπτώσεις που έχει μεσολαβήσει ικανό χρονικό διάστημα ελεύθερων επαφών χωρίς επίτευξη εγκυμοσύνης.
Δρ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΑΝΤΖΑΒΙΝΟΣ,
Μαιευτήρ – Γυναικολόγος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Ιατρός Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής
Επιστημονικός συνεργάτης Κέντρων Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής
- INSTITUTE OF LIFE, ΙΑΣΩ
- EMBRYOLAND