Έλεγχος γονιμότητας: Ποια είναι η εξέταση που πρέπει να κάνει η γυναίκα
Πώς γίνεται ο έλεγχος της γυναικείας γονιμότητας.
BigstockΕξετάσεις γονιμότητας θα πρέπει να κάνει τόσο η γυναίκα όσο και ο άνδρας.
Η υπογονιμότητα είναι ένα από τα πιο ψυχοφθόρα προβλήματα, που μπορεί να αντιμετωπίσουμε σε ένα γυναικολογικό ιατρείο και αφορά το 10% με 15% των ζευγαριών αναπαραγωγικής ηλικίας. Την υπογονιμότητα την αντιμετωπίζουμε ως πρόβλημα του ζεύγους και όχι ως πρόβλημα του ατόμου.
Ως εκ τούτου, σε εξετάσεις εκτίμησης της γονιμότητας είναι ανάγκη να υποβληθεί τόσο η γυναίκα όσο και ο άνδρας.
Σε ποιες εξετάσεις θα χρειαστεί να υποβληθεί η γυναίκα;
Προκειμένου να εκτιμήσουμε τη γονιμότητα της γυναίκας, θα χρειαστεί να αξιολογήσουμε 3 βασικές παραμέτρους:
- τη δυνατότητα των ωοθηκών να παράγουν ωάρια
- τη διαβατότητα των σαλπίγγων
- τη μορφολογία της ενδομητρικής κοιλότητας
Πώς αξιολογούμε τη δυνατότητα των ωοθηκών να παράγουν ώριμα ωάρια;
Η αξιολόγηση της συγκεκριμένης παραμέτρου επιτυγχάνεται δια δύο διαφορετικών μεθόδων: το υπερηχογράφημα και τις αιματολογικές εξετάσεις.
Πώς με υπερηχογράφημα μπορούμε να αξιολογήσουμε τη δυνατότητα των ωοθηκών να παράγουν ωάρια;
Η ωοθήκη κατά τη διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου παρουσιάζει δυναμικότητα στη μορφολογία της. Έτσι η μορφή των ωοθηκών παρουσιάζει μεταβολές ανάλογα με τη φάση του κύκλου, στην οποία βρίσκεται η γυναίκα.
Κατά το πρώτο ήμισυ του κύκλου εντός της μίας εκ των ωοθηκών αρχίζουν να ωριμάζουν 3-5 ανώριμα ωάρια, ένα (συνήθως) εκ των οποίων φθάνει στην πλήρη ωρίμανση περί τα μέσα του κύκλου και είναι έτοιμο να γονιμοποιηθεί.
Φυσικά, δια του υπερηχογραφήματος δεν είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε αυτό καθαυτό το ωάριο. Το ωάριο όμως ωριμάζει εντός ενός θυλακίου (μίας «φούσκας»), που ονομάζουμε ωοθυλάκιο. Όταν το ωοθυλάκιο φθάσει σε διάμετρο τα 2 με 2,2 εκατοστά, τότε ρηγνύεται («σπάει») και έτσι απελευθερώνεται το ώριμο πια ωάριο και είναι έτοιμο προς γονιμοποίηση. Η ρήξη του ωοθυλακίου ονομάζεται ωοθυλακιορρηξία.
Αν δια υπερηχογραφήματος, στο οποίο υποβάλλεται η γυναίκα σε συγκεκριμένες ημέρες του κύκλου της, εντοπίσουμε σε μία εκ τω ωοθηκών τη δημιουργία ωοθυλακίου, το οποίο μετά τα μέσα του κύκλου εξαφανίζεται, τότε μπορούμε να υποθέσουμε με σχετική ασφάλεια, πως οι ωοθήκες της συγκεκριμένης γυναίκας παράγουν ωάρια.
Πώς με αιματολογικές εξετάσεις μπορούμε να αξιολογήσουμε τη δυνατότητα των ωοθηκών να παράγουν ωάρια;
Χρήσιμη στην αξιολόγηση της δυνατότητας των ωοθηκών να παράγουν ωάρια είναι η μέτρηση των επιπέδων δύο συγκεκριμένων ορμονών: της AMH και της FSH.
Η ορμόνη AMH (anti – Mullerian Hormone/ Αντιμυλλέριος ορμόνη) παράγεται από τους ιστούς της ωοθήκης και εμπλέκεται στη διαδικασία ωρίμανσης των ωαρίων. Κατά κανόνα θεωρούμε, πως, όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα της AMH, τόσο πιο «γόνιμη» είναι η γυναίκα.
Τα επίπεδά της AMH παρουσιάζουν κάμψη όσο η ηλικία της γυναίκας προχωρά. Η πτώση των επιπέδων της ορμόνης αυτής αντικατοπτρίζει και την πτώση της γονιμότητας της γυναίκας, όσο αυτή πλησιάζει στην εμμηνόπαυση. Εντούτοις, είναι δυνατόν να καταγραφούν χαμηλά επίπεδα της AMH ακόμα και σε νεαρότερες γυναίκες, οπότε μιλάμε για πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια.
Η FSH είναι μία ορμόνη, που παράγεται από μία εξειδικευμένη περιοχή του εγκεφάλου, που ονομάζεται υπόφυση (βλ εικόνα).
Τη συγκεκριμένη ορμόνη θα μπορούσαμε σχηματικά να την παρομοιάσουμε με τη «φωνή» του εγκεφάλου προς τις ωοθήκες, μέσω της οποίας τις «παροτρύνει» να αρχίσουν να παράγουν ορμόνες.
Επομένως, εκ της υπόφυσης εκκρίνεται η FSH, αυτή φθάνει στις ωοθήκες μέσω της κυκλοφορίας του αίματος και διεγείρεται τοιουτοτρόπως η παραγωγή των ωοθηκικών ορμονών. Η άνοδος της συγκέντρωσης των ορμονών αυτών στο αίμα της γυναίκας «ανιχνεύεται» από τον εγκέφαλο και η έκκριση της FSH μειώνεται. Συνεπώς, καταγράφεται πτώση των επιπέδων της FSH στο αίμα της γυναίκας.
Αν όμως η δραστηριότητα των ωοθηκών έχει καμφθεί – όπως συμβαίνει, όσο η γυναίκα πλησιάζει στην εμμηνόπαυση – τότε η παραγωγή των ωοθηκικών ορμονών είναι περιορισμένη. Έτσι τα επίπεδα στο αίμα της γυναίκας των ωοθηκικών ορμονών δεν ανεβαίνουν και δεν δίνεται το «σήμα» στον εγκέφαλο της μείωσης της παραγωγής της FSH. Το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή της FSH δεν περιορίζεται και τα επίπεδά της στο αίμα της γυναίκας παραμένουν υψηλά. Τα υψηλά επίπεδα της FSH στο αίμα της γυναίκας είναι ένα εκ των χαρακτηριστικών εργαστηριακών ευρημάτων της κλιμακτηρίου και σε κάθε περίπτωση συνδέονται με χαμηλή γονιμότητα της γυναίκας.
Πώς αξιολογούμε τη διαβατότητα των σαλπίγγων;
Η κοιλότητα της μήτρας είναι στην πραγματικότητα ένα «ανάποδο» ισοσκελές τρίγωνο. Η κορυφή του τριγώνου αυτού είναι στραμμένη προς τον κόλπο, με τον οποίο συνδέεται δια του τραχηλικού στομίου.
Οι δύο ανώτερες γωνίες ονομάζονται κέρατα της μήτρας. Έτσι έχουμε δύο κέρατα της μήτρας: το δεξί και το αριστερό. Οι σάλπιγγες είναι κατ’ ουσίαν δύο λεπτοί σωλήνες, που εντοπίζονται εκατέρωθεν της μήτρας. Έτσι έχουμε τη δεξιά και την αριστερή σάλπιγγα.
Ας παρατηρήσουμε από κοντά τη δεξιά σάλπιγγα (βλ. εικόνα ).
Φυσικά ό,τι δούμε εδώ ισχύει και για την αριστερή:
Το ένα άνοιγμα της δεξιάς σάλπιγγας εντοπίζεται στην κορυφή του δεξιού κέρατος της μήτρας και ονομάζεται μητριαίο σαλπιγγικό στόμιο, ενώ το άλλο άνοιγμά της είναι ελεύθερο μέσα στην κοιλιά, ονομάζεται κοιλιακό σαλπιγγικό στόμιο και κατά κανόνα εντοπίζεται κοντά δεξιά ωοθήκη.
Δια των σαλπίγγων τα σπερματοζωάρια φθάνουν στο ώριμο ωάριο και το γονιμοποιούν και δια αυτών το γονιμοποιημένο ωάριο μετακινείται προς την ενδομητρική κοιλότητα, όπου και εμφυτεύεται. Συνεπώς, προκειμένου η γυναίκα να είναι σε θέση να τεκνοποιήσει, είναι απαραίτητο οι σάλπιγγες να είναι «ανοικτές» ή – όπως λέμε – «διαβατές».
Η διαβατότητα των σαλπίγγων αξιολογείται δια της υστεροσαλπιγγογραφίας. Πρόκειται για μία ακτινολογική εξέταση, στα πλαίσια της οποίας εντός των σαλπίγγων, δια του τραχηλικού στομίου εγχέεται ειδικό διάλυμα, που απεικονίζεται στην ακτινογραφία. Έτσι μπορεί ο ιατρός να παρατηρήσει τη μορφή και τη διαδρομή των σαλπίγγων.
Αν μία εκ των σαλπίγγων δεν απεικονιστεί στην υστεροσαλπιγγογραφία, τότε η συγκεκριμένη σάλπιγγα δεν είναι διαβατή. Ως εκ τούτου δια αυτής δεν είναι δυνατόν να διέλθουν τα σπερματοζωάρια.
Ενίοτε δε δια της υστεροσαλπιγγογραφίας απεικονίζεται ανώμαλη διόγκωση κάποιας εκ των σαλπίγγων, που ονομάζεται υδροσάλπιγγα. Και στην περίπτωση αυτή η γονιμότητα της γυναίκας τίθεται εν αμφιβόλω.
Επί μη καθησυχαστικών ευρημάτων της υστεροσαλπιγγογραφίας συχνά γίνεται σύσταση για υποβολή της γυναίκας σε λαπαροσκόπηση, προκειμένου να διερευνηθούν τα αίτια της κατάστασης αυτής και κυρίως το ενδεχόμενο ύπαρξης ενδομητρίωσης. Η ενδομητρίωση επηρεάζει αρνητικά τη γονιμότητα της γυναίκας και η αντιμετώπισή της θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, στα πλαίσια των προσπαθειών τεκνοποίησης.
Δια της λαπαροσκόπησης εξάλλου αφαιρείται και η υδροσάλπιγγα, η παρουσία της οποίας επίσης παρεμποδίζει τη γονιμότητα της γυναίκας.
Πώς αξιολογούμε την ενδομητρική κοιλότητα;
Η ενδομητρική κοιλότητα ενδεχομένως να παρουσιάζει μορφώματα, όπως είναι οι πολύποδες και τα ινομυώματα, συγγενείς ανατομικές ανωμαλίες ή συμφύσεις (σύνδρομο Asherman). Όλες οι περιπτώσεις αυτές έχουν συνδεθεί με γυναικεία υπογονιμότητα.
Η διάγνωση τέτοιων κλινικών καταστάσεων επιτυγχάνεται σήμερα με αξιοπιστία χάρη στην υστεροσκόπηση. Η υστεροσκόπηση συγκαταλέγεται στις επεμβάσεις ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής και πραγματοποιείται με τη γυναίκα υπό ελαφρά νάρκωση («μέθη»).
Στα πλαίσια της συγκεκριμένης επέμβασης ένας λεπτός μεταλλικός σωλήνας εισάγεται δια του τραχηλικού στομίου στην ενδομητρική κοιλότητα (βλ εικόνα).
Εντός του σωλήνα αυτού υπάρχει μία οπτική ίνα, που είναι συνδεδεμένη με ειδική κάμερα, η οποία μεταδίδει την εικόνα της ενδομητρικής κοιλότητας σε οθόνη. Ο ιατρός παρατηρώντας την οθόνη αξιολογεί τη μορφολογία της ενδομητρικής κοιλότητας. Επιπροσθέτως, δια του μεταλλικού σωλήνα είναι δυνατόν να εισαχθούν εντός της κοιλότητας ειδικά εργαλεία, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι όποιες ανατομικές ανωμαλίες εντοπίζονται εκεί.
Πώς αξιολογούμε τη γονιμότητα του άνδρα;
Η βασική εξέταση, με την οποία ελέγχεται η «ποιότητα» του σπέρματος είναι το σπερμοδιάγραμμα.
Ο άνδρας καλείται να δώσει δείγμα του σπέρματός του μετά από 3 με 4 ημέρες πλήρους αποχής (χωρίς καθόλου εκσπερμάτωση δηλαδή), το οποίο εξετάζεται από τους ειδικούς κυρίως ως προς τις ακόλουθες παραμέτρους:
- το αριθμό (ποια είναι η συγκέντρωση των σπερματοζωαρίων;)
- τη μορφολογία (ποιο είναι το ποσοστό των σπερματοζωαρίων με ανωμαλίες στη μορφολογία του;)
- την κινητικότητα (ποιο είναι το ποσοστό των σπερματοζωαρίων, που κινούνται ικανοποιητικά;)
Άλλες παράμετροι, που αξιολογούνται είναι η ποσότητα του σπέρματος, αλλά και η οξύτητά του
Ενίοτε δε, αν υφίσταται η υποψία φλεγμονής, παράλληλα με το σπερμοδιάγραμμα ζητείται και καλλιέργεια σπέρματος, προκειμένου να διαπιστωθεί, αν εντός αυτού υφίστανται παθογόνοι μικροοργανισμοί. Εν τοιαύτη περιπτώσει δίδεται και η ανάλογη για την κάθε περίπτωση θεραπεία.
Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
www.eleftheia.gr