Μπορούν τα ινομυώματα να προκαλέσουν υπογονιμότητα σε μια γυναίκα;

Μπορούν τα ινομυώματα να προκαλέσουν υπογονιμότητα σε μια γυναίκα;

Τα ινομυώματα, παρ’ όλο που είναι καλοήθεις όγκοι της μήτρας, μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα και την πορεία της εγκυμοσύνης μιας γυναίκας. Μολονότι δεν επηρεάζουν όλες τις γυναίκες το ίδιο, η παρουσία τους μπορεί να δημιουργήσει προκλήσεις στη σύλληψη, καθώς και να αυξήσει τον κίνδυνο επιπλοκών κατά την κύηση. Η ακριβής επίδρασή τους εξαρτάται από παράγοντες όπως η θέση, το μέγεθος και ο αριθμός τους. Στο παρακάτω άρθρο, θα εξετάσουμε πώς ακριβώς τα ινομυώματα μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα, τους κινδύνους κατά την εγκυμοσύνη, αλλά και τις θεραπευτικές επιλογές που είναι διαθέσιμες για τις γυναίκες που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν.

Πώς μπορούν τα ινομυώματα να επηρεάσουν τη γονιμότητα ή την εγκυμοσύνη;

Η επίδραση των ινομυωμάτων στη γονιμότητα εξαρτάται από την εντόπισή τους. Τα υποβλεννογόνια ινομυώματα που παραμορφώνουν την κοιλότητα έχουν σαφώς αρνητική επίδραση στη γονιμότητα. Η τελευταία μεταανάλυση του 2019 επιβεβαίωσε ότι οι γυναίκες με υποβλεννογόνια ινομυώματα έχουν λιγότερες πιθανότητες να μείνουν έγκυες και υψηλότερο κίνδυνο αποβολής σε σύγκριση με γυναίκες με ινομυώματα που δεν σχετίζονται με το ενδομήτριο.

Η υστεροσκοπική αφαίρεση των υποβλεννογόνων ινομυωμάτων οδηγεί πιθανώς σε αυξημένο ποσοστό κλινικών κυήσεων και συνιστάται στην τρέχουσα κατευθυντήρια γραμμή της Αμερικάνικης Εταιρείας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ASRM).

Αν παρόλα αυτά επιτευχθεί εγκυμοσύνη παρόλη την παρουσία ινομυωμάτων τότε μπορεί να εμφανιστούν αρκετές επιπλοκές. Κατά το 1ο τρίμηνο, περίπου το 20 % των ινομυωμάτων αυξάνονται > 10 % σε μέγεθος, ιδίως εάν τα ινομυώματα είναι > 5 cm. Η πλειονότητα των ινομυωμάτων (50-60%) δεν αυξάνεται και το 10-30% συρρικνώνεται. Έντονα επεισόδια πόνου, μερικές φορές με εμετό, λευκοκυττάρωση, αύξηση της CRP και ήπιο πυρετό, μπορεί να εμφανιστούν εάν τα ινομυώματα αυξηθούν σημαντικά σε μέγεθος, αλλά αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά στις περισσότερες περιπτώσεις.

Τα ινομυώματα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης χαμηλά προσφυούμενου ή και προδρομικού πλακούντα σε μερικές γυναίκες. Πρόκειται για τις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες ο πλακούντας προσφύεται χαμηλά στη μήτρα και ενδέχεται να καλύπτει ένα τμήμα ή και ολόκληρο τον τράχηλο (κάτω τμήμα της μήτρας). Επιπλέον τα ινομυώματα αυξάνου τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού και πρόωρης αποκόλλησης του πλακούντα. Αντίθετα, δεν αυξάνεται ο κίνδυνος καθυστέρησης της ανάπτυξης, παραμόρφωσης του εμβρύου, πρόωρης ρήξης των μεμβρανών και προεκλαμψίας.

Ποιες εξετάσεις απαιτούνται για να διαγνωστούν τα ινομυώματα;

Το υπερηχογράφημα είναι η συνήθης τεχνική απεικόνισης για τη διάγνωση ινομυωμάτων της μήτρας. Το υπερηχογράφημα μπορεί να είναι διακοιλιακό ή διακολπικό. Το υπερηχογράφημα είναι μια ανώδυνη τεχνική, η οποία χρησιμοποιεί ηχητικά κύματα για την απεικόνιση της μήτρας και των ωοθηκών. Στο διακοιλιακό υπερηχογράφημα, ο υπέρηχος κινείται πάνω από την περιοχή της κοιλιάς, ενώ στο διακολπικό, ο υπέρηχος εισάγεται στον κόλπο.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η μαγνητική τομογραφία μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιπλέον του υπερηχογραφήματος για την αξιολόγηση γυναικών με ινομυώματα. Η μαγνητική τομογραφία είναι μερικές φορές σε θέση να περιγράψει καλύτερα τη θέση ενός μυώματος ή να διαφοροποιήσει ένα ινομύωμα από την αδενομύωση. Ορισμένες γυναίκες που υποβάλλονται σε ινομυωματεκτομή ενδέχεται επίσης να υποβληθούν σε μαγνητική τομογραφία για την καλύτερη απεικόνιση των ινομυωμάτων τους πριν από τη χειρουργική επέμβαση. Η μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιεί ένα ισχυρό μαγνητικό πεδίο, παλμούς ραδιοσυχνότητας και έναν υπολογιστή για να παράγει λεπτομερείς εικόνες των οργάνων, των μαλακών ιστών, των οστών και σχεδόν όλων των άλλων εσωτερικών δομών του σώματος. Οι εικόνες μπορούν στη συνέχεια να εξεταστούν σε οθόνη υπολογιστή, να εκτυπωθούν ή να αντιγραφούν σε CD. Η μαγνητική τομογραφία δεν χρησιμοποιεί ιονίζουσα ακτινοβολία (ακτίνες Χ).

Ποιες είναι οι συνέπειες αν δεν αντιμετωπιστούν τα ινομυώματα;

Όταν τα ινομυώματα είναι μικρά ή δεν προκαλούν συμπτώματα (ασυμπτωματικά) ή αν η πάσχουσα γυναίκα πλησιάζει στην εμμηνόπαυση (μετά την οποία το ινομύωμα μπορεί να υποχωρήσει από μόνο του), μπορεί να μην αντιμετωπιστούν.

Παρ' όλα αυτά, τα ινομυώματα που δεν αντιμετωπίζονται μπορεί να οδηγήσουν σε προοδευτική επιδείνωση των συμπτωμάτων με την πάροδο του χρόνου. Η εμμηνορραγία (υπερβολική εμμηνορρυσιακή αιμορραγία), ο πυελικός πόνος, η πίεση και η δυσφορία μπορεί να γίνουν πιο έντονα, με αποτέλεσμα σημαντική σωματική και συναισθηματική δυσφορία. Ο συνεχιζόμενος αντίκτυπος στην ποιότητα ζωής μπορεί να επηρεάσει τις καθημερινές δραστηριότητες, την παραγωγικότητα της εργασίας και τη συνολική ποιότητα της ζωής μιας γυναίκας. Η επίμονη βαριά εμμηνορρυσιακή αιμορραγία που προκαλείται από ινομυώματα της μήτρας μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια αναιμία και ανεπάρκεια σιδήρου, εάν δεν αντιμετωπιστεί. Η αναιμία μπορεί να προκαλέσει κόπωση, αδυναμία, δύσπνοια και μειωμένη σωματική αντοχή. Η έλλειψη σιδήρου επιδεινώνει περαιτέρω αυτά τα συμπτώματα και επηρεάζει τη συνολική υγεία και ζωτικότητα. Αν και τα σχεδόν όλα τα ινομυώματα είναι μη καρκινικά, σπάνια μπορεί να οδηγήσουν σε καρκίνο.

Τα ινομυώματα της μήτρας μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα και να αυξήσουν τον κίνδυνο επιπλοκών κατά την εγκυμοσύνη. Τα ινομυώματα μπορεί να παραμορφώσουν την κοιλότητα της μήτρας, να διαταράξουν την εμφύτευση και να θέσουν σε κίνδυνο την παροχή αίματος στο αναπτυσσόμενο έμβρυο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υπογονιμότητα, επαναλαμβανόμενες αποβολές, πρόωρο τοκετό και επιπλοκές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπως αποκόλληση του πλακούντα και περιορισμό της ανάπτυξης του εμβρύου. Η θεραπεία των ινομυωμάτων πριν από την προσπάθεια σύλληψης ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, άλλωστε, μπορεί να συμβάλει στον μετριασμό αυτών των κινδύνων και στη βελτίωση των αναπαραγωγικών αποτελεσμάτων.

Υπάρχουν πιθανότητες να υποτροπιάσουν τα ινομυώματα μετά την αφαίρεση ή τη θεραπεία τους;

Πράγματι, υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος εμφάνισης νέων ινομυωμάτων μετά από αφαίρεση τους. Σύμφωνα με τελευταίες έρευνες περίπου το 15-33% των ινομυωμάτων επανεμφανίζονται μετά την αφαίρεση τους και περίπου το 10%-21% των γυναικών υποβάλλονται σε υστερεκτομή (αφαίρεση της μήτρας) εντός πέντε έως δέκα ετών. Οι αιτίες επανεμφάνισης ινομυωμάτων είναι πολλές.

  • Ορμονική επιρροή: Τα ινομυώματα είναι ευαίσθητα στις ορμόνες, ιδιαίτερα στα οιστρογόνα και την προγεστερόνη. Εάν το ορμονικό περιβάλλον παραμένει ευνοϊκό για την ανάπτυξη ινομυωμάτων, νέα ινομυώματα μπορεί να αναπτυχθούν μετά τη χειρουργική επέμβαση.
  • Ατελής αφαίρεση: Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, εάν παραμείνει πίσω οποιοδήποτε τμήμα ενός ινομυώματος, μπορεί να αναπτυχθεί εκ νέου. Επιπλέον, εάν υπάρχουν πολλαπλά ινομυώματα και αφαιρεθούν μόνο μερικά, τα υπόλοιπα ινομυώματα μπορεί να συνεχίσουν να αναπτύσσονται.
  • Γενετικοί παράγοντες: Ορισμένες γυναίκες μπορεί να έχουν γενετική προδιάθεση για την ανάπτυξη ινομυωμάτων. Εάν δεν αντιμετωπιστούν οι υποκείμενοι γενετικοί παράγοντες, μπορεί να σχηματιστούν νέα ινομυώματα.
  • Υποκείμενες καταστάσεις: Καταστάσεις που ευνοούν την ανάπτυξη ινομυωμάτων, όπως η παχυσαρκία ή οι ορμονικές ανισορροπίες, μπορεί να συμβάλλουν στην επανεμφάνιση ινομυωμάτων μετά από χειρουργική επέμβαση.
  • Ηλικία και έμμηνος κύκλος: Καθώς οι γυναίκες πλησιάζουν στην εμμηνόπαυση, οι ορμονικές αλλαγές μπορεί να επηρεάσουν την ανάπτυξη ινομυωμάτων. Ωστόσο, εάν η χειρουργική επέμβαση γίνει πριν από την εμμηνόπαυση, μπορεί να υπάρχει ακόμη πιθανότητα να επιστρέψουν τα ινομυώματα λόγω των ορμονικών διακυμάνσεων.
  • Τύπος χειρουργικής επέμβασης: Ο τύπος της χειρουργικής επέμβασης που πραγματοποιήθηκε μπορεί να επηρεάσει την πιθανότητα υποτροπής. Για παράδειγμα, η ινομυωματεκτομή (αφαίρεση ινομυωμάτων) μπορεί να έχει υψηλότερο ποσοστό υποτροπής σε σύγκριση με την υστερεκτομή (αφαίρεση της μήτρας), η οποία εξαλείφει την πιθανότητα να αναπτυχθούν ξανά ινομυώματα. Τα νεότερα άτομα (κάτω των 40 ετών) με πολλά ινομυώματα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αποκτήσουν περισσότερα ινομυώματα στο μέλλον. Τα άτομα που βρίσκονται κοντά στην εμμηνόπαυση ή έχουν μόνο λίγα ινομυώματα έχουν λιγότερες πιθανότητες επανεμφάνισης ινομυωμάτων.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις της ηλικίας και των ορμονικών αλλαγών στην ανάπτυξη των ινομυωμάτων;

Υπάρχουν αρκετοί γνωστοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ινομυωμάτων της μήτρας, εκτός από το να είναι η γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία.

  • Ηλικία: αν και τα ινομυώματα μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία, τα ινομυώματα γίνονται πιο συχνά καθώς οι γυναίκες μεγαλώνουν. Οι γυναίκες παρουσιάζουν συχνά συμπτώματα στα τέλη της δεκαετίας των 30 ή στις αρχές της δεκαετίας των 40 μέχρι την εμμηνόπαυση. Μετά την εμμηνόπαυση, τα ινομυώματα της μήτρας είναι πολύ λιγότερο πιθανό να αναπτυχθούν και συνήθως συρρικνώνονται εάν υπάρχουν.
  • Φυλή: oι Αφροαμερικανίδες έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν ινομυώματα μήτρας από ό,τι οι γυναίκες οποιασδήποτε άλλης φυλής. Επιπλέον, οι νεαρές Aφροαμερικανίδες μεταξύ 29 και 39 ετών έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρά συμπτώματα ινομυώματος. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η γενετική και τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μπορεί να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο.
  • Oικογενειακό ιστορικό: τα ινομυώματα της μήτρας τείνουν να κληρονομούνται στην οικογένεια και το μητρικό ιστορικό ινομυωμάτων της μήτρας μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας κινδύνου. Εάν η μητέρα, η αδελφή ή η γιαγιά σας διαγνώστηκε με αυτή την πάθηση, μπορεί να έχετε περισσότερες πιθανότητες να την αναπτύξετε και εσείς. Εάν η μητέρα σας έχει ιστορικό ινομυωμάτων της μήτρας, ο κίνδυνος εμφάνισης ινομυωμάτων είναι τρεις φορές υψηλότερος από τον μέσο όρο.
  • Παχυσαρκία: ο υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ή η υπέρβαση του συνιστώμενου σωματικού βάρους κατά 20% μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ινομυωμάτων της μήτρας. Τα λιποκύτταρα παράγουν οιστρογόνα, οπότε οι υπέρβαρες γυναίκες έχουν υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης που κυκλοφορεί στο σώμα τους. Όταν τα επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης είναι υψηλά, τα ινομυώματα συνήθως αυξάνονται σε μέγεθος.
  • Πρώιμη εμμηναρχή: τα ινομυώματα είναι συχνότερα σε γυναίκες που αρχίζουν να έχουν έμμηνο ρύση σε νεαρή ηλικία. Τα περισσότερα κορίτσια αρχίζουν την πρώτη τους περίοδο (εμμηναρχή) γύρω στα 12 ή 13 έτη. Μελέτες δείχνουν ότι η πρώιμη έμμηνος ρύση συνδέεται με υψηλότερα ποσοστά ινομυωμάτων, παχυσαρκίας και διαβήτη. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η πρώιμη εμμηναρχή είναι πιο συχνή στις Αφροαμερικανίδες.
  • Ανεπάρκεια βιταμίνης D: Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη που βοηθά τον οργανισμό να απορροφήσει και να μεταβολίσει το ασβέστιο, το μαγνήσιο και τα φωσφορικά άλατα. Κατατάσσεται επίσης στις ορμόνες λόγω των επιδράσεών της στο αναπαραγωγικό σύστημα. Θεωρείται ότι έχετε ανεπάρκεια βιταμίνης D εάν τα επίπεδά σας είναι κάτω από 30 ng/ml. Το μέσο επίπεδο βιταμίνης D των γυναικών με ινομυώματα μήτρας είναι 23,3 ng/ml.

Ευχαριστούμε θερμά τον Δρ. Παναγιώτη Σκλαβούνο, Μαιευτήρα Γυναικολόγο, Γυναικολόγο Ογκολόγο για τις επιστημονικές πληροφορίες.

© 2012-2025 Mothersblog.gr - All rights reserved