Τι υπάρχει στην κουζίνα μας; Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για την υγιεινή διατροφή σε μία ιστοσελίδα
Μία νέα εξειδικευμένη ιστοσελίδα με τίτλο "Τι υπάρχει στην κουζίνα μας;" δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ενώσεων Καταναλωτών (BEUC) σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή προκειμένου να μάθουμε όλοι περισσότερα για το τι τρώμε.
Στόχος είναι να δραστηριοποιηθούν οι καταναλωτές για μεγαλύτερη προστασία της υγείας και των διατροφικών δικαιωμάτων τους.
Στην σελίδα υπάρχουν διάφορες θεματικές ενότητες, όπου δίνονται στατιστικά στοιχεία για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη βιομηχανία τροφίμων και προτείνεται η κινητοποίηση όλων των οργανώσεων των καταναλωτών στην Ευρώπη, για αύξηση της πληροφόρησής τους σχετικά με την προστασία της υγείας τους.
Για τη διατροφή των παιδιών αναφέρεται ως παράδειγμα ότι, κάθε χρόνο, τα παιδιά στην Ισπανία βλέπουν, κατά μέσο όρο, περισσότερες από 2.500 τηλεοπτικές διαφημίσεις για τρόφιμα. Το 69% αφορά γαλακτοκομικά προϊόντα, μπισκότα, σοκολάτες και πρόχειρο φαγητό με υπερβολικές ποσότητες ζάχαρης.
«Εάν τα παιδικά γεύματα έμοιαζαν με εκείνα των αντίστοιχων διαφημίσεων, το 80% των πιάτων θα αποτελούνταν από πρόχειρο φαγητό και σνακ ενώ τα φρούτα και τα λαχανικά αποτελούν μόνο το 0,2% του γεύματος», σημειώνει η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ενώσεων Καταναλωτών και γνωστοποιεί ότι το 2015, η Consumentenbond, από την Ολλανδία, ίδρυσε μια συμμαχία για την καταδίκη της διαφήμισης τροφίμων σε παιδιά και τη θέσπιση νομοθεσίας για το σκοπό αυτό.
Υπογραμμίζεται ότι επί του παρόντος δεν υπάρχει ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προώθηση τροφίμων σε παιδιά. Μόνο ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει εθνική νομοθεσία, ενώ η πλειονότητα των πρωτοβουλιών λαμβάνεται από τη βιομηχανία τροφίμων. Το 2012, ένας αριθμός μεγάλων εταιρειών τροφίμων και ποτών οργάνωσαν τη «Δέσμευση της ΕΕ», μια εθελοντική πρωτοβουλία, που έχει ως στόχο την αλλαγή του τρόπου που η βιομηχανία προωθεί προϊόντα σε παιδιά.
Παρά τη δέσμευση αυτή, τα τρόφιμα που προωθούνται σε παιδιά και εφήβους περιέχουν μεγάλες ποσότητες ζάχαρης, αλατιού και λιπαρών. Η βιομηχανία τροφίμων στοχεύει όλο και περισσότερο στα παιδιά, μέσω οικογενειακών τηλεοπτικών προγραμμάτων, μέσων κοινωνικής δικτύωσης, online ηλεκτρονικών παιχνιδιών και χορηγιών αθλητικών εκδηλώσεων. Όπως τονίζεται «οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ορίσουν κανόνες όσον αφορά τη διαφήμιση τροφίμων από τις εταιρείες, καθώς και να πιέσουν για καλύτερα αποτελέσματα».
Μεταξύ άλλων προτείνεται ακόμη:
- η ΕΕ να καθορίσει ρεαλιστικά μεγέθη μερίδων, ώστε οι καταναλωτές να διευκολυνθούν στον υπολογισμό της πραγματικής θρεπτικής αξίας του φαγητού τους, καθώς και της πρόσληψης ζάχαρης, αλατιού και λίπους,
- τα κράτη-μέλη να αφιερώσουν περισσότερους πόρους για τη δίωξη όσων προβαίνουν σε ψευδείς ισχυρισμούς στα ράφια των σουπερμάρκετ, η ΕΕ θα πρέπει να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για τον καθορισμό σαφών στόχων περιορισμού του αλατιού σε διάφορες κατηγορίες τροφίμων.
- Τα προϊόντα με βότανα θα πρέπει να εξετάζονται με την ίδια αυστηρή μεθοδολογία που εφαρμόζεται για όλους τους ισχυρισμούς σε τρόφιμα και ποτά «παρά το γεγονός ότι η γιαγιά μας ενδέχεται να πίστευε ότι ο παπαρουνόσπορος, η λουΐζα και το χαμομήλι βοηθάνε στον καλό ύπνο, η παράδοση δεν είναι επιστήμη».