Κάνω δίαιτα και ασκούμαι αλλά δε χάνω κιλά. Μήπως φταίει ο μεταβολισμός μου;
Έχετε ξεκινήσει δίαιτα και γυμναστική αλλά τα κιλά σας παραμένουν σταθερά. Τι συμβαίνει; Μπορεί να φταίει ο μεταβολισμός σας;
Σύμφωνα με τους ειδικούς αυτό μπορεί να συμβεί όταν υπάρχει ένας κλινικά εκδηλωμένος υποθυρεοειδισμός (η ορμόνη TSH να βρίσκεται σε αρκετά ψηλότερα επίπεδα πάνω από το φυσιολογικό). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων όμως, όπως έχουν δείξει μελέτες που μέτρησαν αντικειμενικά την ποσότητα των προσλαμβανόμενων θερμίδων και το πραγματικό βαθμό της απώλειας μέσω της φυσικής άσκησης σε ασθενείς που ανέφεραν «ανθεκτικότητα» στις εφαρμοζόμενες δίαιτες, δεν υπάρχει ουσιαστικά πρόβλημα μεταβολισμού.
Σύμφωνα με σχετική μελέτη «...η αδυναμία κάποιων παχύσαρκων ατόμων να χάσουν βάρος ενώ κάνουν δίαιτα χαμηλής θερμιδικής πρόσληψης, οφείλεται σε μία υποεκτίμηση της ενεργειακής πρόσληψης και μία υπερεκτίμηση του βαθμού της φυσικής άσκησης και όχι σε διαταραχές της θερμογένεσης», του «κάψιμου» δηλαδή των θερμίδων.
Πώς λειτουργεί ο μεταβολισμόςΌλοι οι ζωντανοί οργανισμοί (και ο άνθρωπος), παίρνουν την ενέργεια που χρειάζονται από το περιβάλλον δια μέσου των τροφών και τη μετατρέπουν σε ενέργεια κατάλληλη για να χρησιμοποιηθεί από αυτούς. Η ενέργεια (θερμίδες) των τροφών προέρχεται αποκλειστικά από την περιεκτικότητά τους σε πρωτεΐνες, λίπη και υδατάνθρακες. Το νερό, που περιέχουν όλα τα τρόφιμα, καθώς και οι βιταμίνες και τα μεταλλικά άλατα, δε δίνουν καθόλου ενέργεια.
Αυτός ακριβώς είναι ο μεταβολισμός, η μετατροπή δηλαδή της χημικής ενέργειας των τροφών, σε χημική ενέργεια του ανθρωπίνου σώματος και σε θερμότητα.H "ανθρώπινη" πλέον αυτή χημική ενέργεια χρησιμοποιείται για:• Μηχανικό έργο. Για την πραγματοποίηση δηλαδή των συσπάσεων των γραμμωτών και λείων μυϊκών ινών• Tη συντήρηση και την ανάπλαση των ιστών• Tη σωματική αύξησηH θερμότητα που παράγεται χρησιμοποιείται για να διατηρείται σταθερή η θερμοκρασία του σώματος στους 370C περίπου βαθμούς. Η περίσσεια της θερμότητος αποβάλλεται στο περιβάλλον, χωρίς να έχει πια τη δυνατότητα παραγωγής έργου και χωρίς να μπορεί να μετατραπεί σε άλλης μορφής ενέργεια.Αν και όταν η ενέργεια των τροφών που καταναλώνει ο άνθρωπος είναι μεγαλύτερη από την ενέργεια που χρειάζεται για την κάλυψη των καθημερινών του αναγκών, τότε το περίσσευμα μετατρέπεται σε λίπος και αποθηκεύεται στο σώμα μας για να χρησιμοποιηθεί σε περιόδους έλλειψης τροφής.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να δοθεί και το πρώτο μήνυμα: Δεν είναι με τίποτα δυνατόν να αυξηθούν οι ενεργειακές αποθήκες του οργανισμού, δηλαδή το λίπος του σώματος, αν η προσφερομένη ενέργεια των τροφών δεν είναι μεγαλύτερη από τις ημερήσιες ανάγκες μας. Και με πιο απλά λόγια: δεν είναι δυνατόν να παχύνουμε αν δε φάμε περισσότερο από αυτό που χρειαζόμαστε.
O μεταβολισμός και η θερμογένεση στον άνθρωπο, δε γίνονται σε ένα οργανικό σύστημα (όπως π.χ. γίνεται η πέψη στο γαστρεντερικό σύστημα), αλλά σε όλα τα κύτταρα του σώματος. Όλα λοιπόν τα κύτταρα έχουν τη δική τους μεταβολική δραστηριότητα, αλλά η ενεργειακή κατανάλωση διαφέρει από κύτταρο σε κύτταρο. Τα μυϊκά κύτταρα έχουν τη μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση, γι' αυτό και οι άνθρωποι που έχουν πολλές σωματικές δραστηριότητες παχαίνουν πιο δύσκολα και αδυνατίζουν πιο εύκολα.
Οι συνολικές ενεργειακές ανάγκες του ανθρώπου χωρίζονται στα εξής επιμέρους συστατικά:• Στην ενεργειακή κατανάλωση ηρεμίας (βασικός μεταβολισμός). H ενεργειακή κατανάλωση ηρεμίας αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος των ημερησίων αναγκών του οργανισμού (περίπου το 60-80% του συνόλου). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα και μικρές ακόμη μεταβολές από το φυσιολογικό, να οδηγούν σε σημαντικές μεταβολές των συνολικών ημερησίων ενεργειακών μας αναγκών και επομένως και του σωματικού μας βάρους.• Στη σιτιογενή θερμογένεση. Είναι η επιπλέον θερμότητα που παράγεται από τον οργανισμό μετά από λήψη οποιασδήποτε ποσότητας τροφής. Οφείλεται στην αύξηση της δραστηριότητος του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και στη θερμότητα που παράγεται κατά την πέψη των τροφών. Εξαρτάται από το είδος και την ποσότητα της τροφής. Μεγάλη αύξηση της σιτιογενούς θερμογένεσης έχουμε μετά λήψη πρωτεϊνών, αλκοόλ και υδατανθράκων, ενώ ελαχίστη μετά πρόσληψη λίπους. H σιτιογενής θερμογένεση διαρκεί μέχρι 4-6 ώρες από τη λήψη του τελευταίου γεύματος.• Στην ενεργειακή κατανάλωση της σωματικής δραστηριότητας, η οποία χωρίζεται στο "ενεργειακό κόστος των αυτοματικών κινήσεων" και στο "ενεργειακό κόστος των σωματικών δραστηριοτήτων", συμπεριλαμβανομένης και της άσκησης.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι η σιτιογενής θερμογένεση, αλλά και το ενεργειακό κόστος της σωματικής δραστηριότητος αποτελούν εκατοστιαίες μεταβολές της ενεργειακής κατανάλωσης ηρεμίας. Αυτό σημαίνει ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο βασικός μεταβολισμός, τόσο περισσότερες είναι και οι θερμίδες που καίμε κατά την άσκηση.
Oι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την ενεργειακή κατανάλωση ηρεμίας είναι: το σωματικό βάρος και ειδικά η ποσότητα και η ποιότητα μυϊκού ιστού, η ηλικία και το φύλο.Αυτό σημαίνει ότι όσο βαρύτερο είναι ένα άτομο, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι ενεργειακές του ανάγκες. Οι παχύσαρκοι λοιπόν έχουν ΠANTA υψηλότερο μεταβολισμό από ομοειδή αλλά φυσιολογικού βάρους άτομα και έτσι τρώνε οπωσδήποτε περισσότερο, ακόμα και μόνο για να διατηρήσουν το βάρος τους σταθερό.
H κληρονομικότητα παίζει μικρό γενικά ρόλο στο βασικό μεταβολισμό (7%), ενώ η θυρεοειδική λειτουργία και κυρίως η δραστηριότητα του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, επηρεάζουν σημαντικά τα επίπεδά του. Τελικά, ο ισχυρότερος θερμογενετικός παράγοντας στο ανθρώπινο σώμα είναι το συμπαθητικό νευρικό σύστημα, οι ουσίες δηλαδή που παράγονται κατά το στρες. Το στρες επομένως ευνοεί την απώλεια βάρους, αν βέβαια δε συνοδεύεται από πολυφαγία.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τις φυσιολογικές και παθολογικές καταστάσεις που συνοδεύονται από αλλαγές του μεταβολισμού, ώστε να προσαρμόζεται ανάλογα και η πρόσληψη τροφής, ώστε να διατηρείται η ομοιοστασία στους υγιείς και να αποφεύγεται η περαιτέρω επιδείνωση της υγείας στους πάσχοντες.
Οι δίαιτες απώλειας βάρους και πιο ειδικά οι πρωτεϊνικές δίαιτες (χημικές) συνοδεύονται από μεγάλη μείωση του βασικού μεταβολισμού, όχι μόνο στη φάση της δίαιτας, αλλά και μετά τη διακοπή της. Επομένως, οι 'σπασμωδικές' και 'βιαστικές' λύσεις που πολύ συχνά καταφεύγουν, ειδικά οι νέες γυναίκες, για να λύσουν το πρόβλημά τους, σε απώτερο χρόνο οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε περαιτέρω αύξηση του σωματικού βάρους.