«Για τη μαμά μου». Μία αναγνώστρια του Mothersblog, μοιράζεται μαζί μας ένα τρυφερό κείμενο για τη μητέρα της
Αναγνώστριες σαν την 29χρονη Ειρήνη είναι πολλές! Λατρεύει την μαμά της και επειδή την συγκίνησε πολύ αποφάσισε να γράψει ένα υπέροχο κείμενο για εκείνη και να το μοιραστεί μαζί μας.
Διαβάστε το παρακάτω κείμενο της Ειρήνης για την μαμά της «αυτή τη φιγούρα που στέκει εκεί αγέρωχη πάντοτε για μένα και τα αδέρφια μου», όπως χαρακτηριστικά λέει και σίγουρα θα σας αγγίξει πολύ!
Στη μαμά μου με αγάπη γιατί είναι το καλύτερο κορίτσι του κόσμου!
της Ειρήνης Βονιτσάνου
ή αλλιώς "Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει"!
Εκείνη λέει ότι μου έφτιαχνε γαλλικές κοτσίδες. Εγώ τη θυμάμαι να με μπανιαρίζει μερικά μέτρα από τη σόμπα μέσα στην πολυκαιρισμένη λεκάνη με την τσίγκινη βρυσούλα και το μαστραπά! Τη θυμάμαι ακόμα καλοκαίρι να με ξεψειρίζει στην αγκαλιά της με το χτένι πριν φύγουμε για το πατρικό της στο Καλαμίτσι. Μετά για να φύγουν οι ψείρες ο μπαμπάς με κούρεψε «πρώτο νούμερο», πάνε και οι κοτσίδες!
Εκείνη λέει ότι με έντυνε με όμορφα κοριτσίστικα ρούχα και με καμάρωνε. Εγώ θυμάμαι ότι ερχόταν και με έπαιρνε από την κόκκινη κούνια μου όταν ξυπνούσα με την πιπίλα στο στόμα! Τη θυμάμαι να μου βάζει το καλσόν γιατί εγώ το φορούσα πάντα θεόστραβα. Τη θυμάμαι ακόμα να μου ράβει τις ομορφότερες αποκριάτικες στολές! Τι Κοκκινοσκουφίτσα, τι βασίλισσα της νύχτας! Μα ήμουν κι εγώ μια κουκλίτσα! Και μπορώ ακόμα να τα βλέπω στις δεκάδες φωτογραφίες που αυτή προνόησε να τραβήξει και να φτιάξει τα οικογενειακά μας άλμπουμ.
Εκείνη λέει πως είναι αγράμματη, πως εμείς είμαστε οι έξυπνοι κι εκείνη η χαμένη. Εγώ όμως τη θυμάμαι ακόμα και με κομμένο φως, πότε με τον αέρα να λυσσομανά και πότε με δέκα πόντους χιόνι, κάτω από τη λάμπα πετρελαίου να λύνει σταυρόλεξα και να διαβάζει, με τα πόδια της τυλιγμένα στην κιτρινοκόκκινη παιδική κουβερτούλα μας, που δεν την αποχωρίζεται ούτε και τώρα. Κι όταν περάσανε τα χρόνια τη θυμάμαι να βγάζει δίπλωμα στα σαράντα τέσσερα και να παίρνει με τις λιγοστές της οικονομίες ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο για να βγει στην αγορά εργασίας. Κι ακόμα και τώρα, λίγο πριν τα εξήντα, βλέπω με τι χαρά επιστρέφει από όποιο σεμινάριο της δίνει λίγες ακόμα γνώσεις. Όταν, λέει, υπάρχει θέληση δεν παίζει ρόλο η ηλικία!
Εκείνη δε λέει ποτέ αν κουράστηκε να μεγαλώσει εμένα και τ' αδέρφια μου. Εγώ όμως τη θυμάμαι να μην κάθεται ποτέ, να μαγειρεύει, να σκαλίζει τα λουλούδια της, να πλένει στη σκάφη και στον κουβά με το νερό από το πηγάδι, να σαρώνει, να φροντίζει τα ζώα, να μαζεύει λάχανα και μανιτάρια, να πλένει τα πιάτα, να ασπρίζει τις αυλές, να ζυμώνει και να καίει το φούρνο της με μεράκι. Τη θυμάμαι ακόμη σκυμμένη πάνω από το κέντημα προσεκτικά να μετρά τους πόντους και με μαεστρία να περνά την κάθε καρσάνικη βελονιά. Τη βλέπω και τώρα που γυρνά κατάκοπη από τη δουλειά και μου λέει «εσύ κάτσε να δουλέψεις, θα σκουπίσω εγώ». Κι εγώ η αχρεία, αφού της λέω «όχι, μαμά, θα το κάνω εγώ», το εκμεταλλεύομαι για να κάτσω να χαζολογήσω στον υπολογιστή!
Εκείνη, όμως, λέει ότι με καμαρώνει και με αγαπά. Κι εγώ το βλέπω και το νιώθω, παρότι της θυμώνω κάθε φορά που με συστήνει με τα ταλέντα μου και τις δραστηριότητές μου. Το βλέπω και το νιώθω κάθε φορά που μου λέει πως πάχυνα, αφού με έχει ταΐσει με κοκκινιστά και αυγολέμονα, πίτες και χυλωμένους κολοκυθοανθούς, τηγανόψωμα και γλυκά. Το βλέπω και το νιώθω σε κάθε τσακωμό μας και σε κάθε σιωπή της. Το βλέπω και το νιώθω κάθε φορά που με στολίζει με ένα σωρό επίθετα θαυμασμού λες και είμαι η πεντάμορφη. (Αλλά το πιο ωραίο απ' όλα είναι αυτό που μου έλεγε μικρή «Κρινάκι μου!»). Το βλέπω και το νιώθω σε κάθε της αγκαλιά, σε κάθε χαμόγελο καλωσορίσματος, σε κάθε καλημέρα και σε κάθε δάκρυ που κρατάει στα μάτια της όταν μου φτιάχνει τις βαλίτσες μου και με αποχαιρετά.
Εκείνη προχθές με συγκίνησε, γιατί με ευχαρίστησε για το ενδιαφέρον μου, που την πήρα τηλέφωνο να την ρωτήσω πως είναι η υγεία της. Κι εγώ λυπάμαι που δεν είμαι κοντά της να τη φροντίσω. Γιατί θυμάμαι πως με ντάντευε όταν αρρώσταινα με αγκαλιές και φιλιά, με λαπά και θερμόμετρα και κομπρέσες στο μέτωπο. Τη θυμάμαι να με φροντίζει δυο φορές που έσπασα τα χέρια μου, να με τρέχει στους γιατρούς και να μου σκουπίζει τα δάκρυα. Τη βλέπω ακόμα και τώρα πως πρώτη θα τρέξει αν αρρωστήσει κάποιος γνωστός ή συγγενής.
Πώς να μην την αγαπώ για όσα έχει κάνει; Πώς να μην την ευχαριστήσω για όλα τα μαθήματα παιδείας, ήθους, ανθρωπιάς, αγάπης, υπομονής και ανιδιοτέλειας που μου παραδίδει με τις πράξεις της; Πώς να μην αγαπώ τον άνθρωπο που με αγαπάει περισσότερο απ' όλους;
Σ' εκείνη που διδάσκει συνεχώς ότι η αληθινή αγάπη ουδέποτε εκπίπτει! Στην μάνα την αγία, που όσα κι αν γράψεις φαντάζουν τόσο λίγα! Στην καλύτερη μαμά του κόσμου γιατί κι εγώ τη λατρεύω!
Υ.Γ.: Μαμά, μεθαύριο που θα έρθω να θυμάσαι πως πεθύμησα χυλωμένους κολοκυθοανθούς στο τηγάνι. Απ' ότι θυμάμαι -γιατί όπως κατάλαβες έχω και καλή μνήμη- είναι η εποχή τους!
Το κείμενο είναι δημοσιευμένο στο προσωπικό της ιστολόγιο.