«Πρώτη μέρα στο καινούργιο μας σχολείο!», γράφει η Εύη Ματίεβιτς
Τελικά δεν ξέρω τι θα γίνει με την κατάστασή μου! Μετά και από αυτό, το πήρα απόφαση. Το γεγονός ότι το παιδί μου πάει σχολείο, δεν θα το ξεπεράσω ποτέ...
Η αλήθεια είναι ότι θέλαμε από την αρχή να γράψουμε τον Χριστόφορο σε αυτό το σχολείο. Είναι το σχολείο που πήγαινε ο άντρας μου, η ανιψιά του, παιδιά παλιών συμμαθητών του, όμως δεν τον πήγαμε γιατί τελικά συνέχισε εκεί που πήγαινε νήπιο και θέλαμε να είναι μαζί με τους συμμαθητές του.
Δεν μείναμε όμως και πολύ ευχαριστημένοι από το σύστημα και πήραμε την απόφαση όταν θα έκλειναν τα σχολεία για τις διακοπές των Χριστουγέννων, να τον αλλάξουμε.
Όλα έδειχναν μια χαρά. Ήθελε πολύ να πάει στο άλλο σχολείο. Μίλαγε για αυτό όλη την ώρα γεμάτος ενθουσιασμό. Χαιρόμουν και σκεφτόμουν ότι θα κάνει νέους φίλους, τον ξέρω άλλωστε, όπου και να πάει μέσα σε 10 λεπτά κάνει φίλους. Από μωρό, περίπου 3 ετών ήταν, έκανε το εξής: Πηγαίναμε στην πλατεία που ήταν γεμάτη παιδιά και φώναζε «ΓΕΙΑΑΑ ΗΡΘΑΑΑ!», ενώ κανείς δεν τον ήξερε, ήθελε και θέλει να κάνει την παρουσία του αισθητή πάντα. Στο τέλος μάλιστα χαιρετάει και λέει «ΦΕΥΓΩ, ΘΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΑΥΡΙΟ!», ακόμα και αν δεν ξέρει παραπάνω από τους μισούς.
Στη Σερβία ο κάθε γονιός έχει το δικαίωμα να αλλάξει το παιδί του σχολείο εφόσον πιστεύει ότι εκεί που πηγαίνει δεν είναι το κατάλληλο, όμως για να πας στο άλλο σχολείο, πρέπει το παιδί να περάσει πρώτα από την παιδαγωγό και μετά από την ψυχολόγο του σχολείου.
Κάναμε λοιπόν ό,τι έπρεπε και πήγαμε την πρώτη ημέρα που άνοιξαν τα σχολεία μετά τις γιορτές, αρκετά χαλαροί και εγώ και ο γιος μου. Σιγά, δεν είναι η πρώτη φορά που πάει σχολείο. Ούτε καν μου πέρασε από το μυαλό ότι είναι πρώτη ημέρα. Το προηγούμενο βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ και δεν ήξερα την αιτία...
Φτάσαμε στο σχολείο να γνωρίσουμε την νέα δασκάλα, να μας δείξει την τάξη και να παρουσιάσει τον Χριστόφορο στους νέους του συμμαθητές! Όλα καλά, φτάσαμε στο σχολείο και ήρθε η δασκάλα. Άρχισε να του μιλάει και εκείνος για πρώτη φορά μετά από τόσες μέρες που μου έδειχνε πόσο χαρούμενος ήταν, ντράπηκε και κατέβασε το κεφάλι, σχεδόν κρύφτηκε στην καρέκλα που καθόταν και με δυσκολία μπορούσες να ακούσεις τι έλεγε. Λίγα λεπτά αργότερα η πρώτη ντροπή έφυγε και μίλαγε περισσότερο με τη δασκάλα! Ώρα του λέει να πάμε να δεις την τάξη και τους νέους σου συμμαθητές, θέλεις; «Ναι!», απάντησε με δυνατή φωνή!
Φτάσαμε στην τάξη, μπήκε η δασκάλα μέσα και εκείνος στάθηκε στην πόρτα. Πήγα να μπω μαζί του, να με νιώσει εκεί κοντά του, ο άντρας μου με κράτησε πίσω και μου είπε: «Μόνος του θα πάει!», «Τι λες καλέ;», του απάντησα, χωρίς τη μάνα πουθενά, θέλω να νιώθει σιγουριά το παιδί και ότι είμαι εκεί! Μπήκα μέσα. Μπροστά από τον πίνακα η δασκάλα, μετά ο Χριστόφορος και δίπλα εγώ με ένα περίεργο συναίσθημα άγχους και αγωνίας. Η δασκάλα μίλησε στα παιδιά, είπε ότι έχουν νέο συμμαθητή και του ζήτησε να πει στα παιδιά το όνομά του! «Χριστόφορος» τους είπε με κατεβασμένο το κεφάλι και τα μάτια να κοιτάνε το πάτωμα! «Θα έρθει ξανά αύριο, να του βρείτε μια θέση για να καθίσει», συμπλήρωσε η δασκάλα.
Η επόμενη ημέρα ήταν για εμένα η πιο δύσκολη αλλά και εκείνος ήταν νευρικός μέχρι να έρθει η ώρα να πάει στο σχολείο. Φτάσαμε νωρίτερα να δει η δασκάλα πόσο είχε προχωρήσει στο προηγούμενο σχολείο και μετά πήγαμε πάλι στην τάξη. Το βλέμμα του δεν ήταν το σίγουρο βλέμμα του που ξέρω αλλά αυτό το χαμένο του «δεν ξέρω που βρίσκομαι». Ήμουν μαζί του στην τάξη και περιμέναμε τη δασκάλα να μας πει πού θα κάτσει και να του δείξει όσα πρέπει να ξέρει. Με πιάσανε τα κλάματα. Άντε πάλι...μα δεν μπορώ να τον βλέπω χαμένο, με άγχος και ανασφάλεια. Σαν φοβισμένο κοτοπουλάκι έμοιαζε... Η δασκάλα μου είπε ευγενικά να φύγω. Ήξερα ότι σε λίγα λεπτά θα ήταν μια χαρά, αλλά θα ήθελα αν γινόταν να κάτσω σε μια γωνία σε όλο το μάθημα να δω αν είναι καλά και μετά να ηρεμήσω. Έπρεπε να φύγω... Πώς φεύγεις όμως; Τελικά το θέμα «σχολείο» δεν είναι δύσκολο για τα παιδιά αλλά για εμάς τους γονείς. Έκατσα λίγο έξω, να μη με βλέπει ενώ εγω κοίταγα από τη χαραμάδα της πόρτας. Κάποια στιγμή τον χαιρέτισα, δεν ξέρω αν με είδε... Το έκανα για να ξέρει ότι είμαι εκεί και πάντα θα είμαι εκεί για εκείνον!
Ανυπομονούσα να περάσουν οι ώρες. Δεν άντεχα! Πήγα στο σχολείο και λίγο νωρίτερα! Ήταν χαρούμενος, ενθουσιασμένος, με νέους φίλους και ένα καινούριο ερμάρι το οποίο πρέπει να μάθει να ανοίγει και να κλείνει μόνος του με τα κλειδιά του ώστε να παίρνει τα βιβλία του! Τον έβλεπα να προσπαθεί να το ανοίξει και σκεφτόμουν «το ανθρωπάκι μου, έχει και δικό του κλειδί... μικρά βηματάκια προς την ανεξαρτησία του». Μπορεί να είναι καλό για το παιδί, αλλά για τη μάνα είναι άραγε; Δεν θα το ξεπεράσω ποτέ νομίζω!
Κάθε νέα αρχή για το παιδί μου νιώθω ότι είναι η πρώτη φορά και ας μην είναι...
Δύσκολη η ζωή της μάνας!