Διαταραχές ελέγχου των σφιγκτήρων στα παιδιά: Ενούρηση και εγκόπριση, γράφει η παιδίατρος Μαριαλένα Κυριακάκου!
Ως ενούρηση ορίζεται η επαναλαμβανόμενη απώλεια ούρων, την ημέρα ή και τη νύχτα, χωρίς την ύπαρξη σαφούς οργανικού αιτίου και χωρίς να είναι συμβατή με την ηλικία του παιδιού.
Ως όριο θεωρείται η ηλικία των 4-5 χρόνων, γιατί τότε το 85-90% των παιδιών έχει επιτύχει φυσιολογικά τον έλεγχο των σφικτήρων της κύστης. Η ενούρηση διακρίνεται σε:
α) πρωτοπαθή, όταν συνεχίζει και μετά το 5° έτος χωρίς το παιδί να έχει ποτέ μπορέσει να ελέγξει πλήρως την κύστη και σε β) δευτεροπαθή, όταν ενώ έχει προηγηθεί έλεγχος της κύστης για τουλάχιστον 6 μήνες, επανεμφανίζεται.
Η νυχτερινή ενούρηση στη πλειονότητα των περιπτώσεων εμφανίζεται μια ή περισσότερες φορές, συνήθως κατά το πρώτο τρίτο της νύχτας και σ' οποιοδήποτε στάδιο του ύπνου. Το παιδί μπορεί να ξυπνήσει ή να συνεχίσει να κοιμάται και την άλλη μέρα το πρωί διαπιστώνει ότι τα σεντόνια του είναι βρεγμένα. Η ενούρηση είναι διπλάσια σε συχνότητα στα αγόρια από τα κορίτσια. Η πρωτοπαθής ενούρηση εμφανίζεται δύο φορές συχνότερα της δευτεροπαθούς και έχει σαφή κληρονομικό χαρακτήρα.Ενώ για την πρωτοπαθή ενούρηση δικαιολογείται η αναζήτηση οργανικού παράγοντα, η δευτερογενής συχνά έχει ψυχογενή αιτιολογία.
Γεγονότα της ζωής που προκαλούν άγχος (π.χ. αποχωρισμός από τη μητέρα, γέννηση μικρότερου αδελφού, διαζύγιο γονέων, νοσηλεία παιδιού) ή έντονο τραυματικό γεγονός ενέχονται συνήθως στην παθογένεια της δευτερογενούς ενούρησης. Τα παιδιά που παρουσιάζουν ενούρηση, συνήθως ντρέπονται γι' αυτό, προσπαθούν να το κρύψουν και αποφεύγουν κοινωνικές δραστηριότητες της ηλικίας τους, π.χ. να πάνε κατασκήνωση. Η προσωπικότητα τους συχνά παρουσιάζει συναισθηματική ανωριμότητα, έχουν εκρήξεις οργής, γίνονται επιθετικά, τρώνε τα νύχια τους ή εμφανίζουν τικς.
Έντονο πρόβλημα αποτελεί και η εγκόπριση δηλ. η επαναλαμβανόμενη ακούσια απώλεια κοπράνων, χωρίς την ύπαρξη σαφούς οργανικού αιτίου, σε μια ηλικία που φυσιολογικά θα έπρεπε να έχει επιτευχθεί εκούσιος έλεγχος του εντέρου. Μετά το 4° έτος το 95% των παιδιών έχει έλεγχο του εντέρου και μετά το 5° έτος το ποσοστό ανέρχεται στο 99%.
Διακρίνεται σε πρωτοπαθή, όταν συνεχίζει και μετά το 4° έτος και σε δευτεροπαθή, όταν έχει προϋπάρξει, της εμφάνισής της τουλάχιστον ένα έτος ελέγχου του εντέρου.
Η εγκόπριση εμφανίζεται συνηθέστατα την ημέρα. Συνήθως, τα περισσότερα παιδιά αρχικά κατακρατούν τα κόπρανά τους. Η συμπεριφορά του παιδιού χαρακτηρίζεται από αρνητισμό, πείσμα, εξαρτητικότητα, αμφιθυμία και απόσυρση από τις παρέες των συνομηλίκων, ενώ παρουσιάζει συναισθήματα άγχους, ενοχής και χαμηλής αυτοεκτίμησης.
Η πρώιμη επιμονή της μητέρας για την απόκτηση του ελέγχου της κένωσης του εντέρου από το παιδί επηρεάζει αρνητικά την έκφραση της ανάγκης του για αυτονομία και μπορεί να το οδηγήσει στην ανυπακοή, με ή χωρίς εναντιωματικά χαρακτηριστικά. Συνήθως οι μητέρες των εγκοπριτικών παιδιών «βιάζονται», έχουν μικρή ή καθόλου ανεκτικότητα στην αποτυχία του ελέγχου, μειωμένη κατανόηση των συναισθηματικών αναγκών του παιδιού τους και καταφεύγουν σε αδικαιολόγητη τιμωρητική συμπεριφορά. Πολλές φορές η εγκόπριση αντιπροσωπεύει μια συγκαλυμμένη έκφραση επιθετικότητας στη μητέρα. Η δευτεροπαθής εγκόπριση συνήθως εμφανίζεται σε ηλικία 4-8 ετών και συχνά είναι αποτέλεσμα τραυματικών εμπειριών.
Συμπερασματικά, όταν ο παιδίατρος αντιμετωπίζει ένα παιδί με δευτεροπαθή ενούρηση ή εγκόπριση πρέπει να αναζητά, μεταξύ άλλων και υποκείμενη ψυχογενή αιτιολογία.
Θα χαρώ να απαντήσω σε οποιαδήποτε απορία σας εδώ
Δρ.Μαριαλένα Κυριακάκου
www.kyriakakou.gr
inkedin.com/in/kyriakakou
marialenakyriakakou@gmail.com