H Πρωτοχρονιά και τα έθιμά της -Τι πρέπει να γνωρίζουν τα παιδιά
- Ποια είναι τα πιο γνωστά έθιμα της Πρωτοχρονιάς
- Γιατί κόβουμε βασιλόπιτα;
Η Πρωτοχρονιά, πέρασμα στο νέο χρόνο, είναι φυσικό να συνδέεται με συνήθειες που εξασφαλίζουν το καλό και την αποφυγή ενεργειών που μπορεί να σημαίνουν κακό για το χρόνο που έρχεται. Τέτοια περάσματα είναι πολλά στη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών και γι αυτό η έννοια του ποδαρικού είναι πολύ σημαντική για την λαϊκή πρωτοχρονιά.
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς επιδιώκουν την ευημερία. Κυριαρχεί η αντίληψη της νουμηνίας, ότι δηλαδή κάθε τι που γίνεται στην αρχή μιας περιόδου έχει επανάληψη και επίδραση σε όλη τη διάρκειά της. Για παράδειγμα, το ποδαρικό δηλαδή η συνάντηση ή υποδοχή του προσώπου που θα μπει πρώτο στο σπίτι και θα τους φέρει καλοτυχία.
Χρησιμοποιούν επίσης το «αμίλητο» νερό, νερό που παλαιότερα έπαιρναν από την πηγή με απόλυτη σιωπή και μ’ αυτό έπλεναν το πρόσωπό τους και ράντιζαν τους χώρους, με την ενδόμυχη ευχή «όπως τρέχει το νερό, έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι». Επίσης, κρεμούσαν στην πόρτα του του σπιτιού αγριοκρεμμύδα (ασκελετούρα στην Κρήτη, σκιλλοκρέμμυδο, μπότσικας αλλού), που είναι βολβοί μεγάλης αντοχής.
Η βασιλόπιτα
Tο έθιμο της βασιλόπιτας υπάρχει σε όλο τον ελληνικό χώρο. Οι εορταστικοί άρτοι (ευετηρική προσφορά ή απαρχή) παρασκευαζόταν κατά τις αρχαίες ελληνικές γιορτές, όπως και τα μειλίγματα (οι εξευμενιστικές προσφορές) προς τους νεκρούς και τα επίφοβα πνεύματα. Το μοίρασμα της πίτας γίνεται για το καλό της χρονιάς, για την καλή τύχη του σπιτιού και για την ευλογία του Αγίου Βασιλείου.
Η βασιλόπιτα (κουλούρα) παρασκευαζόταν παραδοσιακά όπως και σήμερα σε όλη την Ελλάδα. Είτε έφτιαχναν χωριστά τη μαντική πίτα από τον εορταστικό άρτο είτε τα συνδύαζαν. Στη Θεσσαλία για παράδειγμα έφτιαχναν μια πίτα με φύλλα. Έβαζαν μέσα ένα κέρμα, κλήμα, τριφύλλι, καλαμπόκι, σιτάρι, φασόλι και άχυρο σύμβολα της κύριας ασχολίας των μελών της οικογένειας. Π.χ. ο αμπελουργός έβαζε μικρό κομμάτι από κλίμα, ο γεωργός σιτάρι ή άχυρο κ.λπ.
Το μεσημέρι ύστερα από το φαγητό ο πατέρας ή ο μεγαλύτερος της οικογένειας έκοβε την πίτα με τελετουργικό τρόπο. Μερίδιο είχαν όλα τα μέλη, κατά σειράν ηλικίας, καθώς και οι ξενιτεμένοι, οι φιλοξενούμενοι, το σπίτι. Σε πολλές περιοχές κόβεται πρώτο το κομμάτι του Χριστού, δεύτερο της Παναγίας τρίτο του αι Βασίλη και ακολουθούν τα μέλη της οικογένειας. Ο πατέρας γύριζε την πίτα πάνω στο τραπέζι, ώστε το τυχερό του καθενός να έρθει μπροστά του. Όταν έπαιρνε το κομμάτι του το παιδί φιλούσε το χέρι του γονέα. Το κέρμα έφερνε λεφτά, το κλήμα κρασιά, το τριφύλλι πρόβατα κ.ο.κ. Επίσης πίστευαν ότι ανάλογα με το είδος του φυτού που έβρισκε το κάθε μέλος της οικογένειας θα έπρεπε να μεριμνά ιδιαίτερα για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια κατά την διάρκεια της νέας χρονιάς.
Η βασιλόπιτα στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία κ.α. είναι τυρόπιττα ή κρεατόπιτα, ενώ στους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία γλύκισμα ή γλυκό ψωμί ζυμωμένο με διάφορα μυρωδικά. Οι Σαρακατσάνοι έφτιαχναν την πίτα το πρωί της παραμονής ανακατώνοντας μέσα στο ζυμάρι γάλα, βούτυρο και μέλι ή ζάχαρη και την έτρωγαν ανήμερα του Αγίου Βασιλείου για να πάει καλά η χρονιά.
Στο αστικό πλαίσιο η πίτα είναι γλύκισμα, ενώ εμφανίζεται και το κομμάτι του φτωχού. Από τις αρχές του 20ου αιώνα η κοπή της πίτας αρχίζει να γίνεται και στα Σωματεία, τα Ιδρύματα και τους οργανισμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Σήμερα είναι πλέον μια καθιερωμένη εορταστική εκδήλωση στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας.
Η ιστορία της βασιλόπιτας
Και η ιστορία της έχει ως εξής. Ο Μ. Βασίλειος, για να προστατεύσει την περιφέρειά του, την Καισάρεια της Καππαδοκίας, από επιδρομή αλλοφύλων, έκανε έρανο και μάζεψε χρυσά νομίσματα και άλλα αγαθά, για να τα δώσει στους εχθρούς, ώστε να τους δελεάσει, για να μην λεηλατήσουν την περιοχή του. Ο εχθρός, όμως, τελικά, δεν κατόρθωσε να εισβάλει στην Καισάρεια και τα αγαθά έμειναν. Τότε, ο Μ. Βασίλειος είπε να φτιάξουν μικρές πίτες - ψωμάκια, μέσα στις οποίες έβαζαν και ένα χρυσό νόμισμα, ή κάτι άλλο από όλα τα πολύτιμα πράγματα που είχαν μαζευτεί. Οι πίτες αυτές μοιράστηκαν σε όλους και ο καθένας κράταγε ό,τι του τύχαινε. Πάρα πολλά έτυχαν και στα παιδιά...
Ποδαρικό
Ο πρώτος που θα μπει το πρωί στο σπίτι μας, μας κάνει ποδαρικό. «Το πιο σπουδαίο ποδαρικό είναι την Πρωτοχρονιά και την πρώτη του Σεπτέμβρη αλλά και στην αρχή του μήνα, της εβδομάδας και της μέρας. Αλλουνού είναι καλό το ποδαρικό του, αλλουνού κακό». Το ίδιο με το χερικό: «να κάμω εγώ αρχή που’ ναι το χερικό μου καλό» (Γαλανάδες Νάξου) και το απάντημα (άντισμα, αναραχός) π.χ. δεν έχει καλό άντισμα, δηλ. η συνάντησή του δεν θα βγάλει σε καλό.
Οι καλορίζικοι ή καλόμοιροι, συνήθως τα μικρά παιδιά, προσκαλούνται να μπουν πρώτοι το πρωί της αρχιχρονιάς, την 1η Ιανουαρίου και την Πρωτοχρονιά της 1ης Σεπτεμβρίου, καθώς «είναι καλοπόαροι» ή έχουν «καλόν πουαρικόν» και έτσι η οικογένεια απαλλάσσεται από κάθε ασθένεια και κακό, «δεν την πιάν’ αρρώστια».
Το σπάσιμο του ροδιού
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας – δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του – και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι, για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη, για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: "με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά".Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες, αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.