Η αργκό των νέων που «τρελαίνει» τους γονείς: Τι σημαίνει η λέξη «cringe»;
Πόσες άγνωστες λέξεις έχετε όταν ακούτε το παιδί σας να συνομιλεί με τους φίλους του;
Οι περισσότεροι γονείς αδυνατούν να κατανοήσουν έστω και τις μισές λέξεις που ακούνε από τα παιδιά τους όταν μιλάνε με τους φίλους τους.
Για να μην αναφερθούμε στις συντομογραφίες των γραπτών μηνυμάτων (αυτή είναι άλλη πονεμένη ιστορία).
Οι περισσότερες λέξεις είναι αγγλικές ή έχουν υποστεί μια ελαφριά τροποποίηση.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι κάθε γενιά έχει τη δική της αργκό που διαμορφώνεται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι η μουσική ( ραπ, τραπ) αλλά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όπως εξηγεί ο διδάκτωρ Γλωσσολογίας Γιάννης Ανδρουτσόπουλος, «η εξέλιξη της νεανικής γλώσσας δείχνει αντίρροπες τάσεις. Μια τάση προς ανομοιογένεια οφείλεται στα επικοινωνιακά κίνητρα του γλωσσικού πειραματισμού και της εκφραστικής πρωτοτυπίας.
Οι παραγωγικές κατηγορίες του λεξιλογίου και οι στερεότυπες εκφράσεις ανανεώνονται µε ταχείς ρυθμούς σε κάθε νεανική παρέα ξεχωριστά. Μια αντίρροπη τάση προς ομοιογένεια δημιουργούν τα πολιτισμικά και γλωσσικά πρότυπα που διαδίδονται από νεανικά μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας.
Έτσι π.χ. η πολιτισµική ταυτότητα των νεανικών µουσικών «σκηνών» συµβολίζεται γλωσσικά µε τον αγγλόφωνο- διεθνή τους προσανατολισµό.
Ταυτόχρονα, στοιχεία της νεανικής γλώσσας περνούν στην κοινή γλώσσα ως σύμβολα νεανικότητας. Οι νέοι διατηρούν ορισμένες εκφράσεις τους στην ενήλικη ζωή, οι γονείς χρησιμοποιούν ένα μέρος από το επίκαιρο λεξιλόγιο των παιδιών τους, ενώ τα ΜΜΕ προβάλλουν δείγματα νεανικής γλώσσας, π.χ. στη διαφήμιση».
Τι σημαίνει η λέξη «cringe»
Από τις πιο δημοφιλείς εκφράσεις που χρησιμοποιούν οι έφηβοι είναι «φλεξάρω», «έχω sauce», «dibs», «cringe» και πολλές, πολλές άλλες.
Μετά τη χθεσινή ερμηνεία της λέξης «φλεξάρω», σήμερα θα προσπαθήσουμε να αποδώσουμε όσο πιο πιστά γίνεται τη σημασία της λέξης «cringe».
Στα αγγλικά η λέξη αποδίδεται ως: ζαρώνω, μαζεύομαι, ανατριχιάζω, στέκομαι σούζα, μορφάζω, κάνω γκριμάτσα καθώς και ντροπιαστικός, εξευτελιστικός.
Απ΄όλες τις παραπάνω ερμηνείες, η πιο κοντινή σε αυτό που εννοούν οι έφηβοι, είναι εκείνη της ντροπής και του συναισθήματος της αμηχανίας.
Όταν δηλαδή νιώθουν άβολα ή ντρέπονται για λογαριασμό κάποιου άλλου. Όπως και σε πολλές άλλες λέξεις, ο όρος έχει ελληνοποιηθεί οπότε είναι πιθανόν να ακούσετε επίσης και το «κριντζάρω» ή το «κριντζάρισμα».