Υπογονιμότητα: Αίτια και ψυχολογικές επιπτώσεις

Μενέλαος Λυγνός

Οι ραγδαίες εξελίξεις στον τομέα της αντιμετώπισης της υπογονιμότητας τις τελευταίες δεκαετίες έχουν δώσει την ευκαιρία σε εκατομμύρια ζευγάρια να αποκτήσουν παιδί και να πραγματοποιήσουν ένα όνειρο, το οποίο χωρίς τις διάφορες μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής θα έμενε ένα όνειρο ανεκπλήρωτο.

Συχνά όμως, ο θαυμασμός, που οι επιτυχίες τις επιστήμης προκαλούν, επισκιάζει το γεγονός, πως πίσω από τις αξιοθαύμαστες στατιστικές και τεχνοκρατικές αναλύσεις υπάρχουν άνθρωποι. Δίπλα στις ήδη καταγεγραμμένες επιτυχίες των διαφόρων ιατρικών μεθόδων, υπάρχουν και ζευγάρια, που αντιμετωπίζουν το άχθος της υπογονιμότητας και αναζητούν τη βοήθεια των ειδικών. Οι άνθρωποι αυτοί σηκώνουν στους ώμους τους ένα βαρύ φορτίο. Αξίζει τον κόπο να δούμε μερικά στοιχεία για την ψυχολογία των ανθρώπων αυτών.

Παλαιότερα οι ειδικοί διατείνονταν, πως πάνω από το 50% των περιπτώσεων υπογονιμότητας είχαν σε σημαντικό βαθμό ψυχολογικό υπόβαθρο. Η εκτενής επιστημονική έρευνα όμως αποκάλυψε – και συνεχίζει να αποκαλύπτει – συνεχώς νέα οργανικά αίτια της υπογονιμότητας. Έτσι συνεχώς εμπλουτίζεται το «οπλοστάσιο», που έχουμε στη διάθεσή μας, για να την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Σήμερα το ποσοστό των περιπτώσεων υπογονιμότητας αγνώστου αιτιολογίας κυμαίνεται, ανάλογα με τη μελέτη, μεταξύ του 10% και του 20%.

Αν και τα αίτια της υπογονιμότητας έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία διακριτό οργανικό υπόβαθρο, οι ψυχικές επιπτώσεις του προβλήματος για το ζευγάρι είναι σημαντικές. Συχνά δε η ψυχολογία του ζευγαριού επιβαρύνεται έτι περαιτέρω από αυτή καθαυτή καθεαυτή τη διαδικασία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Η υπογονιμότητα, η οποία ορίζεται ως η αδυναμία του ζευγαριού να συλλάβει μετά από προσπάθειες ενός έτους, είναι πρόβλημα ζεύγους και όχι πρόβλημα ατόμου. Αυτό είναι μια παράμετρος, η οποία πρέπει να τονίζεται κάθε φορά. Γι’ αυτό κάθε φορά είναι ανάγκη να λαμβάνεται υπ’ όψη, πως η υπογονιμότητα έχει ψυχικό κόστος τόσο για τον άνδρα, όσο και για τη γυναίκα.

Εντούτοις, οι ψυχολογικές αντιδράσεις του κάθε φύλου απέναντι σε προβλήματα υπογονιμότητας, φαίνεται πως διαφέρουν. Σε γενικές γραμμές φαίνεται, πως οι γυναίκες βιώνουν μεγαλύτερη ψυχολογική πίεση από τους άντρες, όταν το ζευγάρι αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογονιμότητας. Υπάρχουν μελέτες, οι οποίες καταδεικνύουν, πως η ψυχική επιβάρυνση, που αισθάνεται μία γυναίκα, όταν το ζευγάρι αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογονιμότητας είναι ανάλογη με αυτή, που αισθάνεται μια γυναίκα, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα υγείας, όπως ο καρκίνος, η υπέρταση ή η ανάρρωση μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Η έρευνα των ψυχολογικών επιπτώσεων στους άνδρες δεν είναι το ίδιο εκτενής με την αντίστοιχη στις γυναίκες. Όμως μία ενδιαφέρουσα έρευνα κατέληξε, πως η ψυχολογική επίπτωση της υπογονιμότητας στον άνδρα εξαρτάται και από το αν το οργανικό αίτιο της υπογονιμότητας έχει αποδοθεί στον ανδρικό ή στο γυναικείο παράγοντα. Όταν το πρόβλημα έχει αποδοθεί στο γυναικείο παράγοντα, οι άνδρες δεν φαίνεται να βιώνουν το ίδιο ψυχολογικό βάρος, που αισθάνονται οι γυναίκες, όταν το πρόβλημα έχει αποδοθεί στον άνδρα. Αντίθετα, όταν το οργανικό πρόβλημα αποδίδεται στον άνδρα, οι ψυχολογικές αντιδράσεις του προσομοιάζουν τις ανάλογες αντιδράσεις της γυναίκας.

Σήμερα υπάρχει πλήθος μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Το φάσμα των μεθόδων αυτών ξεκινάει από τις λιγότερο «επεμβατικές», όπως είναι η παροχή συμβουλών σχετικά με το βέλτιστο χρονισμό της επαφής, ώστε οι επαφές να λαμβάνουν χώρα, όταν η γυναίκα είναι στις γόνιμες ημέρες της, μέχρι και τις πιο πολύπλοκες και «επεμβατικές» μεθόδους της εξωσωματικής γονιμοποίησης, οι οποίες σε μερικές περιπτώσεις συνδυάζονται και με προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο. Οι μέθοδοι αυτές προσφέρουν μεν ελπίδα στο ζευγάρι, παράλληλα όμως μπορεί να είναι και παράγοντες αύξησης της ψυχολογικής πίεσης, που ούτως ή άλλως βιώνει το υπογόνιμο ζευγάρι.

Μάλιστα και αυτή καθεαυτή η χορηγούμενη για υπογονιμότητα φαρμακευτική αγωγή είναι συχνά υπεύθυνη για απότομες ψυχολογικές μεταπτώσεις της γυναίκας, οι οποίες ανάλογα με το ψυχικό υπόβαθρό της μπορεί να είναι κατά περίπτωση και αρκετά βίαιες. Η διαχείριση αυτών των διακυμάνσεων της διάθεσης της γυναίκας θέτει τη σχέση του ζευγαριού σε δοκιμασία και συχνά αναδύονται βαθύτερα προβλήματα της δοκιμαζόμενης σχέσης. Σε ακραίες δε περιπτώσεις η δοκιμασία αυτή μπορεί να οδηγήσει και σε λύση του γάμου.

Η πίεση, που αισθάνεται το υπογόνιμο ζευγάρι, το οποίο έχει απευθυνθεί σε ειδικό για την υπογονιμότητα, είναι συνδεδεμένη και με το καθόλου ευκαταφρόνητο οικονομικό βάρος, στο οποίο χρειάζεται να ανταποκριθεί, αφού οι διάφορες μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ενδέχεται να έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος.

Το 1982 μάλιστα χρησιμοποιήθηκαν τα στάδια της ψυχολογικής αντίδρασης του ανθρώπου στο πένθος (έκπληξη, άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση και αποδοχή), για να περιγραφούν οι αντιδράσεις των ζευγαριών, όταν αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας.

Στην αρχή, τα περισσότερα ζευγάρια θεωρούν, πως η επιτυχής κύηση είναι δεδομένη και στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους λαμβάνουν μέτρα αντισύλληψης, ώστε να την αποφύγουν. Επομένως, μόλις συνειδητοποιήσουν, πως τελικά η κύηση δεν έρχεται, όταν την επιδιώκουν, αισθάνονται έκπληξη.

Αρχικά αρχίζουν να αναρωτούνται, αν κάνουν κάτι λάθος και δεν μπορεί να επιτευχθεί η σύλληψη. Προσπαθούν να βρουν «οικιακούς» τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος και μεταβάλλουν τις διατροφικές τους συνήθειες, επιλέγουν να έχουν επαφή τις γόνιμες ημέρες της γυναίκας ή δοκιμάζουν στάσεις κατά τη σεξουαλική επαφή, οι οποίες ελπίζουν, πως αυξάνουν τις πιθανότητες γονιμοποίησης.

Όταν οι μέθοδοι αυτές αποτύχουν, τότε αρχίζουν να διερευνούν το παρελθόν τους για τυχόν αίτια της υπογονιμότητας. Στη διερεύνηση αυτή επιδίδεται συνηθέστερα η γυναίκα. Αν μάλιστα έχει τύχει να διαγνωστεί στο παρελθόν με κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα ή έχει υποβληθεί σε κάποια διακοπή κύησης, τότε η γυναίκα ενδέχεται να εκφράσει ενοχές και να αποδώσει το παρόν πρόβλημα σε εκείνα τα περιστατικά. Τέτοιες σκέψεις συχνά κάνουν μια γυναίκα να αμφισβητήσει την αξία της ως συζύγου και ως εν δυνάμει μητέρας.

Έτσι πολλά ζευγάρια, όταν φτάσουν να αναζητήσουν τη βοήθεια του ειδικού, εκτός από τον προφανή σκοπό της τεκνοποίησης συχνά τα λόγια τους υποκρύπτουν την αδήριτη ανάγκη τους να βρουν την αιτία του προβλήματός τους και να διασκεδάσουν τις ενοχές τους. Για παράδειγμα, μια γυναίκα, η οποία επέλεξε στο παρελθόν να διακόψει μια κύηση, επιθυμεί να καθησυχαστεί από τον ιατρό και να ακούσει, πως η επιλογή της αυτή δεν είχε αντίκτυπο στη δυνατότητά της να γίνει μητέρα.

Τα ποσοστά κλινικώς σημαντικής κατάθλιψης είναι σημαντικά υψηλότερα μεταξύ των ζευγαριών, που αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας σε σχέση με τα «γόνιμα» ζευγάρια. Υπάρχουν διάφορες μελέτες, που έχουν διερευνήσει το φαινόμενο αυτό και κατέγραψαν ποσοστά κατάθλιψης μεταξύ των υπογόνιμων ζευγαριών, τα οποία κυμαίνονται μεταξύ του 15% και του 54%.
Η κατάθλιψη, που αυτά τα ζευγάρια βιώνουν, είναι συχνά συνυφασμένη με την αίσθηση απώλειας του ελέγχου μιας σημαντικής πλευράς της ζωής τους, της τεκνοποίησης.

Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά ζευγάρια, τα οποία κατάφεραν να εκπληρώσουν όλους του στόχους, που έθεσαν, η αδυναμία τους να συλλάβουν μπορεί να είναι η πρώτη φορά, που έχασαν τον έλεγχο της ζωής τους. Συχνά τα ζευγάρια αυτά έρχονται σε αντιπαράθεση με τον ιατρό και προσπαθούν να αντισταθμίσουν την αδυναμία, που νιώθουν, προσπαθώντας να πάρουν τον έλεγχο της θεραπείας τους. Η αντίδρασή τους αυτή είναι απολύτως ανθρώπινη και η απόπειρά τους να πάρουν τον έλεγχο της θεραπείας μπορεί να ερμηνευθεί ως μια έκφραση της αδυναμίας και της ανημπόριας, που ενδόμυχα τους κατατρώει.

Σε κάποιο στάδιο της θεραπείας για υπογονιμότητα πολλά ζευγάρια εκφράζουν θυμό. Ο θυμός αυτός πηγάζει από αίσθημα αδικίας και συμπυκνώνεται στη φράση: «γιατί συμβαίνει σε εμένα αυτό;». Σε άλλες περιπτώσεις ο θυμός μπορεί να στραφεί κατά γυναικών, που εκφράζουν παράπονο για τα παιδιά τους ή κατά γυναικών, που επιλέγουν να διακόψουν μια κύηση.

Εντούτοις, το αντικείμενο του θυμού μπορεί να είναι και ο στενός περίγυρος. Κάποια υπογόνιμα ζευγάρια εκφράζουν δυσαρέσκεια απέναντι στους οικείους τους, οι οποίοι τους φαίνεται, πως δεν δείχνουν την απαραίτητη ευαισθησία προς το σοβαρό πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν. Η στάση αυτή δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις απομακρύνει το ζευγάρια από τους ανθρώπους, που θα μπορούσαν να το στηρίξουν ψυχολογικά.

Υπάρχουν περιπτώσεις, που ο θυμός εμφιλοχωρεί μέσα σε αυτό καθεαυτό το ζευγάρι. Ο ένας σύντροφος ενδέχεται να κατηγορήσει τον άλλο, πως δεν αισθάνεται τον ίδιο πόνο για το πρόβλημα και δεν έχει το ίδιο έντονη επιθυμία, για να αποκτήσει παιδί. Η δυσάρεστη αυτή κατάσταση δεν είναι ιδιαίτερα ασυνήθιστη με δεδομένο το διαφορετικό τρόπο, που αντιδρούν απέναντι στο πρόβλημα η άνδρες και οι γυναίκες.
Το πρόβλημα της υπογονιμότητας, οδηγεί συχνά σε απώλεια της αυτοεκτίμησης ειδικά στο άτομο, που εμφανίζει το πρόβλημα. Επίσης συχνά η υπογονιμότητα οδηγεί το ζευγάρι σε απόσυρση από την κοινωνική ζωή και διάρρηξη των κοινωνικών σχέσεων.

Η επίπτωση λοιπόν της υπογονιμότητας στον ψυχισμό τους ζευγαριού κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητη είναι και η παροχή ψυχολογικής στήριξης εκ μέρους του θεράποντος ιατρού είναι κεφαλαιώδους σημασίας, ενώ δεν πρέπει να αποκλείεται και η πιθανότητα αναζήτησης εξειδικευμένης συμβουλής από ειδικούς ψυχικής υγείας, αν αυτό κριθεί σκόπιμο.

Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!

Θα χαρώ να απαντήσω σε οποιαδήποτε απορία σας εδώ

Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
www.eleftheia.gr
email: care@eleftheia.gr

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved