Μάθετε στα παιδιά σας τα κάλαντα του Λαζάρου!
Καθώς η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα πλησιάζουν, θυμόμαστε έθιμα παλαιότερων εποχών... εποχών που ζούσαμε εμείς όταν ήμασταν παιδιά. Τότε που όλα έμοιαζαν πιο αγνά και όμορφα.
Είναι όμορφο να αναβιώνουμε τα έθιμα αυτά, μαζί με τα παιδιά μας και να ζούμε το νόημα των ημερών. Τα παιδιά μαθαίνουν βιωματικά μέσα από κατασκευές, από τις διηγήσεις που παράλληλα θα ακούσουν, από τις συζητήσεις που θα προκύψουν, αλλά και από τα κάλαντα που θα πουν.
Λίγα λόγια για το Σάββατο του Λαζάρου
Το Σάββατο του Λαζάρου είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θεωρείται η «πρώτη γεύση» της Μεγάλης Εβδομάδας. Μέρα νίκης της ζωής επί του θανάτου. Η ανάσταση του Λαζάρου είναι μια γιορτή ιδιαίτερα προσφιλής στον ελληνικό λαό. Από τη μια άκρη της Ελλάδας ως την άλλη, πολλά έθιμα τιμούσαν αυτή τη μέρα. Ωστόσο με τα χρόνια οι εκδηλώσεις λησμονήθηκαν, με πολύ λίγες περιοχές της χώρας να της διατηρούν ακόμη ζωντανές.
Πιο διαδεδομένο έθιμο για το Σάββατο του Λαζάρου είναι τα «κάλαντα του Λαζάρου». Τα κάλαντα ήταν αποκλειστικά σχεδόν γυναικεία υπόθεση με τις μικρές «Λαζαρίνες» να τραγουδούν και να αναγέλλουν τη χαρμόσυνη εορτή.Την παραμονή της γιορτής, οι Λαζαρίνες ξεχύνονταν στα χωράφια και μάζευαν λουλούδια με τα οποία στόλιζαν μικρά καλαθάκια. Φορώντας ειδικές στολές, γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας το Λάζαρο και εισέπρατταν μικρό φιλοδώρημα, χρήματα, αυγά, φρούτα ή άλλα φαγώσιμα.Τα έθιμα του Λαζάρου ιδίως κατά την Τουρκοκρατία είχαν κοινωνική σκοπιμότητα αφού έτσι οι κοπέλες μπορούσαν να βρεθούν εκτός σπιτιού και να γνωρίσουν αγόρια προκειμένου να ακολουθήσουν αρραβωνιάσματα και γάμοι.
Ποια είναι τα κάλαντα του Λαζάρου;
Σήμερα έρχετ' ο Χριστός
Ο επουράνιος θεός
Εις την πόλη Βηθανία
Μάρθα κλαίει και Μαρία.
Λάζαρον τον αδελφόν τους
Και πολύ αγαπητόν τους
Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
Και τον εμοιρολογούσαν.
Την ημέρα την Τετάρτη
Κίνησ' ο Χριστός για να ρθει
Και βγήκε η Μαρία
Έξω από τη Βηθανία.
Και μπρος Του γονυκλινεί
Και τους πόδας του φιλεί.
«Αν εδώ ήσουν Χριστέ μου,
δεν θα πέθαιν' αδελφός μου.
Μα και τώρα γω πιστεύω
Και καλότατα ηξεύρω,
Ότι δύνασ' αν θελήσεις
Και νεκρούς να αναστήσεις».
Λέγει : «Πίστευε Μαρία.
Άγωμεν εις τα μνημεία».
Τότε ο Χρηστός δακρύζει
Και τον Άδη φοβερίζει.
«Άδη, Τάρταρο και Χάρο,
Λάζαρον θε να σου πάρω.
Δεύρο έξω, Λάζαρέ μου,
Φίλε και αγαπητέ μου».
Λάζαρος απελυτρώθη
Ανεστήθη και σηκώθη,
Ζωντανός σαβανωμένος
Και με το κερί ζωμένος.
Πες μας, Λάζαρε τι είδες
Εις τον Άδη όπου πήγες;
-Είδα φόβους, είδα τρόμους
είδα βάσανα και πόνους.
Δώστε μου λίγο νεράκι
Να ξεπλύνω το φαρμάκι
Της καρδιάς, των χειλέων
Και να μη ρωτάτε πλέον.