Παιδί και πολεμικά παιχνίδια: Απαγορευμένος καρπός ή απαραίτητη βιταμίνη;
Τα παιδιά όλου του κόσμου έπαιζαν -και συνεχίζουν να παίζουν με τις απαραίτητες παραλλαγές και αναπροσαρμογές- ιππότες, κουρσάρους, καουμπόηδες και ινδιάνους, σκληρούς πολεμιστές και ήρωες των παραμυθιών και των ιστοριών που διάβαζαν, αστυνόμους και κλέφτες, χωρίς να μετατρέπονται, αργότερα στην πραγματική τους ζωή, σε αδίστακτους και αιμοσταγείς δολοφόνους.
Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν πως η χρησιμοποίηση όπλων από τα παιδιά μπορεί να τα εξοικειώσει με τη βία και να καταστήσει εύκολη την πραγματική χρήση τους αργότερα στη ζωή. Ως παραδείγματα περί αυτού, αρκετοί επικαλούνται τα δεκάδες περιστατικά ανά τον κόσμο -και ιδιαίτερα στις Η.Π.Α.- όπου παιδιά και έφηβοι δολοφόνησαν -φαινομενικά εν αιθρία- δασκάλους, καθηγητές και συμμαθητές τους. Κατανοητή η ανησυχία και ο προβληματισμός τους αλλά μια προσεκτικότερη μελέτη των περιστατικών αυτών δείχνει πως κοινός παρονομαστής της ζωής των παιδιών και των εφήβων αυτών δεν ήταν η χρήση πολεμικών παιχνιδιών στη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας αλλά οι δύσκολες οικογενειακές συνθήκες που έζησαν ή εξακολουθούσαν να ζουν, το ό,τι έπεσαν θύματα κάποιας μορφής ενδοοικογενειακής ή σχολικής βίας και περιθωριοποίησης, καθώς και το ό,τι ήταν άτομα αποσυρμένα και μοναχικά χωρίς ιδιαίτερες ή στενές κοινωνικές σχέσεις.
Η αλήθεια είναι, πάντως, πως οι έρευνες γύρω από τις πιθανές συνέπειες της χρήσης πολεμικών παιχνιδιών δεν είναι επαρκείς, τα δε αποτελέσματά τους είναι αντιφατικά καθώς ορίζουν με διαφορετικό τρόπο σημαντικές έννοιες όπως, για παράδειγμα, η «επιθετικότητα» και οι διάφορες εκφράσεις της. Με άλλα λόγια, οι διαφορετικές θεωρητικές, αλλά και ηθικές προσεγγίσεις καθιστούν αδύνατη την πραγματική αξιολόγηση της επίδρασης της χρήσης των πολεμικών παιχνιδιών, καθώς εκφράζουν στην ουσία την προσωπική προσέγγιση των εκάστοτε ερευνητών.
Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα
Η άποψη πως τα αγόρια παίζουν συχνότερα πόλεμο και ισχύει και δεν ισχύει. Η ανάγκη μας να εκφράζουμε και να προσπαθούμε να διαχειρισθούμε την επιθετικότητά μας ως παιδιά δεν διαφέρει ανάλογα με το φύλο. Αυτό που διαφέρει είναι η στάση και, κατ΄επέκταση,το τι αποδέχεται και επιτρέπει περισσότερο ο περίγυρος στα δύο φύλα. Έχει αποδειχθεί – και ο καθένας μας το κατανοεί αυτό – πως είναι περισσότερο επιτρεπτό στα αγόρια να μαλώνουν, να φωνάζουν και να είναι με φυσικό τρόπο βίαια μεταξύ τους, απ΄ό,τι στα κορίτσια. Πολύ ευκολότερα παρεμβαίνει ο περίγυρος, αν δει κορίτσια να φωνάζουν, να βρίζονται ή να έρχονται στα χέρια, απ΄ό,τι αν πρόκειται για αγόρια. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε, όμως, πως το να έρθουν κάποια παιδιά στα χέρια μεταξύ τους ή να αρχίσουν να ασκούν την οποιαδήποτε μορφή βίας απέναντι σε κάποια άλλα δεν είναι το ίδιο πράγμα με το να «παίζουν πόλεμο». Κάθε δραστηριότητα που παύει να έχει κανόνες παύει και να είναι παιχνίδι. Τα επιθετικά παιχνίδια εξακολουθούν να θεωρούνται ως τέτοια όταν συνεχίζουν να έχουν κανόνες, όρια και συμβολικό περιεχόμενο. Αποσκοπούν δε πάντα στη διαχείριση συγκεκριμένων συναισθημάτων και αναγκών.
Επίλογος
Τι είναι, αλήθεια, χειρότερο; Να κρατά ένα παιδί στο χέρι του ένα ψεύτικο πιστόλι και να προσποιείται πως πυροβολεί ή, χωρίς να κρατά απολύτως τίποτα, να καταπιέζει, να υποτιμά ή να προσβάλει με τη συμπεριφορά του ένα άλλο παιδί, συμμαθητή ή «φίλο» του; Η βία, η προσβολή και η απαξίωση άλλων μπορεί να έχει χιλιάδες πρόσωπα και να είναι πολύ πιο επικίνδυνη όταν εκφράζεται με τρόπους «ύπουλους», υποδόριους, ασαφείς και μη συγκεκριμένους. Το ζητούμενο δεν είναι αν εκφράζεται ή όχι κάποια μορφή επιθετικότητας στο παιχνίδι των παιδιών αλλά με τι τρόπους εκδηλώνεται και αν έχει συμβολικό ή όχι περιεχόμενο.
Για να μεγαλώσει ένα παιδί με τρόπο τέτοιο ώστε να γίνει, ως ενήλικας, ένα ώριμο, ισορροπημένο και με έγνοια για τους άλλους άτομο, χρειάζεται να υπάρξουν και να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο πολύ σημαντικότεροι και διαφορετικότεροι παράγοντες απ΄ό,τι το είδος των παιχνιδιών που χρησιμοποιεί, όπως είναι η ουσιαστική παρουσία, η συναισθηματική προσβασιμότητα, η στήριξη, η αποδοχή, η ενθάρρυνση κ.τ.λ. των γονιών του, οι αξίες που αυτοί θα του εμφυσήσουν κ.ά. Είναι πολύ πιο επικίνδυνο για την εξέλιξη ενός παιδιού η απουσία ή η ανεπάρκεια των γονιών του, που δεν καταφέρνουν να λειτουργήσουν ως θετικά πρότυπα για αυτό, από το να κρατούν στο χέρι ένα ψεύτικο πιστόλι και να τρέχουν προσποιούμενα πως πυροβολούν άλλους.
Ολόκληρο το άρθρο του Σάββα Ν. Σαλπιστή, Ph.D. κλινικού ψυχολόγου και ψυχοθεραπευτή, μπορείτε να διαβάσετε στο i-psyxologos.gr