Tι πρέπει να γνωρίζετε για το νεογνικό τέτανο
Ο τέτανος είναι μια οξεία νόσος που προκαλείται από την εξωτοξίνη του κλωστηριδίου του τετάνου, το οποίο αναπτύσσεται αναερόβια στην περιοχή του τραύματος.
Ο νεογνικός τέτανος είναι γενικευμένος τέτανος σε νεογνά που γεννιούνται από ανεμβολίαστες μητέρες κάτω από συνθήκες πτωχής υγιεινής κατά τον τοκετό και κυρίως κατά το κόψιμο του ομφάλιου λώρου όταν δεν χρησιμοποιούνται αποστειρωμένα εργαλεία. Εκδηλώνεται συνήθως λίγες ημέρες μετά τη γέννηση με γενικευμένη αδυναμία, έντονη ανησυχία, άπνοιες και δυσκολία στο θηλασμό. Προοδευτικά εμφανίζονται τετανικοί σπασμοί και οπισθότονος. Η θνητότητα είναι πολύ ψηλή ενώ στους επιζώντες παραμένουν υπολειμματικές νευρολογικές βλάβες.
Το προσβληθέν νεογνό παρουσιάζει αδυναμία θηλασμού, τόσο από το μαστό όσο και από το θήλαστρο. Αυτό οφείλεται στον τετανικό σπασμό των μασητήρων. Ο σπασμός επεκτείνεται σε όλους τους μύες του προσώπου και προκαλεί τον καλούμενο σαρδόνιο γέλωτα. Η τετανική σύσπαση επεκτείνεται και στους μύες του υπόλοιπου σώματος εναλλάσσεται με κλονικούς σπασμούς, επίσης προσβάλλονται και οι μύες της κατάποσης και του διαφράγματος.
Κατά την κρίση σπασμών το νεογνό είναι δυνατόν να πέσει σε κώμα και μετά να υποκύψει. Ο τέτανος συχνά προκαλεί υπερπυρεξία η οποία επιβαρύνει την κατάσταση.
Η διάγνωση πρέπει να βασίζεται στην κλινική εικόνα έτσι ώστε να μην καθυστερεί η έναρξη της θεραπείας και να περιορίζονται κατά το δυνατόν οι χειρισμοί. Οι πολλές εργαστηριακές εξετάσεις είναι άλλωστε άσκοπες διότι οι περισσότερες δεν αποκαλύπτουν τίποτα το παθολογικό. Κατά τη διαφορική διάγνωση πρέπει να αποκλείονται οι εγκεφαλικές αιμορραγίες, η τετανία και η πυώδης μηνιγγίτιδα.
Κακοί προγνωστικοί παράγοντες είναι η ηλικία μικρότερη των 10 ημερών. Ο θάνατος επέρχεται από άπνοια την πρώτη εβδομάδα της νόσου και από σήψη την δεύτερη εβδομάδα. Η θνητότητα υπερβαίνει το 90% και κοινό γνώρισμα μεταξύ των επιζώντων είναι η καθυστέρηση της ανάπτυξης.
Η προστασία των νεογέννητων από το νεογνικό τέτανο καθορίζεται από την ανοσολογική κατάσταση της μητέρας τους. Για την προστασία των νεογέννητων οι ανεμβολίαστες μητέρες θα πρέπει να λαμβάνουν τουλάχιστον 2 δόσεις αντιτετανικού εμβολίου με μεσοδιάστημα 4 εβδομάδων και η δεύτερη δόση να είναι τουλάχιστον δυο εβδομάδες πριν τον τοκετό. Τρίτη δόση μπορεί να χορηγηθεί 6-12 μήνες μετά την δεύτερη ή κατά τη διάρκεια επόμενης κύησης. Δυο επιπλέον δόσεις θα πρέπει να χορηγηθούν με μεσοδιαστήματα ενός έτους ή κατά τη διάρκεια επόμενων κυήσεων. Μια από τις 5 δόσεις θα πρέπει να χορηγηθεί ως Tdap, ιδανικά αμέσως μετά τον τοκετό ή μεταξύ των κυήσεων.
Έγκυες που έχουν εμβολιαστεί με 3 ή 4 δόσεις αντιτετανικού εμβολίου, θα πρέπει να λάβουν 2 δόσεις εμβολίου κατά τη διάρκεια καθεμιάς από τις δυο πρώτες κυήσεις τους. Τα νεογέννητα μητέρων που έχουν εμβολιαστεί έχουν παθητική ανοσία που τα προφυλάσσει από τον νεογνικό τέτανο.