Το παραμύθι της εβδομάδας: «Κομμωτήριο παρακαλώ!»
Η Νανά παίζει πολύ με τις κούκλες της. Τι άλλο δηλαδή θα μπορούσε να κάνει ένα κοριτσάκι τόσο δα μικρό, που δεν πάει ακόμη σχολείο; Κι έχει κούκλες πολλές. Άλλες μοιάζουν με μωρά, άλλες με παιδάκια κι είναι και μερικές δεσποινίδες σκέτες.
Γράφει η Πέγκυ Παπαδοπούλου
Κάθε μια έχει τα ρουχαλάκια της, τα παπουτσάκια της, τις κουβερτούλες της. Αλλά, καρότσι για τις βόλτες υπάρχει μόνο ένα, κι έτσι η Νανά τις πηγαίνει βόλτες με τη σειρά.
Τις ντύνει, τις στολίζει, τους αλλάζει πάνες – αν χρειαστεί -, τις νανουρίζει. Όπως ακριβώς κάνει η μαμά σ' εκείνη. Η αγκαλιά της Νανάς πάντα θα έχει χώρο για δυο-τρεις κούκλες εκεί μέσα! Στις "δεσποινίδες" της, όπως λέει αυτές που μοιάζουν με κοπέλες κανονικές, διαβάζει και βιβλία, κάνει τη δασκάλα, τις πηγαίνει θέατρο και σινεμά. Είναι οι καλύτερές της φίλες. Όχι ότι η Κική και η Μέλια δεν είναι φίλες της. Αλλά αυτές, παίζουν λίγο μαζί της και μετά πάνε σπίτια τους. Ενώ οι κούκλες της μένουν όλον τον καιρό στο δωμάτιό της!
Μια από αυτές τις μέρες η Νανά, βαριόταν πολύ. Κάθε μέρα τα ίδια παιχνίδια .... Κάπως έπρεπε να το αλλάξει αυτό. Και τι να βρει να κάνει; Κοίταξε με απογοήτευση όλα τα ράφια της μικρής βιβλιοθήκης της. Δεν υπήρχε κανένα βιβλίο που να μην το έχει διαβάσει, κανένα παραμύθι που να μην ξέρει απ' έξω και κανένα βιβλίο ζωγραφικής που να μην έχει ζωγραφίσει μέχρι και το εξώφυλλό του. Σήμερα δε, η Νανά βαριέται να παίξει ακόμη και με τις κούκλες της. Τριγυρίζει γι' αρκετή ώρα από το ένα δωμάτιο στο άλλο, αλλά καμιά καλή ιδέα δεν της ήρθε. Ούτε η τηλεόραση έχει τίποτε για παιδιά τέτοια ώρα. Ξάπλωσε απογοητευμένη στο κρεβάτι της και κοιτούσε ένα γύρο χωρίς να σκέφτεται κάτι ιδιαίτερο.
Και ξαφνικά πετάχτηκε γεμάτη ενεργητικότητα. Πώς δεν το είχε σκεφτεί άλλη φορά; Γιατί άργησε τόσο? Αυτή είναι μια καταπληκτική ιδέα!
Έβαλε όλες τις "δεσποινίδες" της στη σειρά. Κοίταξε τα ρούχα τους. Καλά είναι αλλά μερικές αλλαγές χρειάζονται. Η μία, ας πούμε, φορά κόκκινη φούστα, κίτρινη μπλούζα και ροζ παπούτσια. Είναι δυνατόν; Δεν ταιριάζουν. Της έβαλε κόκκινα παπούτσια. Μετά, έβαλε σε εφαρμογή το ... "μεγάλο σχέδιο". Και τι ήταν αυτό; Μα, τα μαλλιά τους φυσικά!
Για να πούμε την αλήθεια, είχε δύο που είχαν υπέροχα, χρυσαφένια μαλλιά με μπούκλες. Αυτές τις άφησε στην άκρη. Για τις άλλες όμως, οργάνωσε ένα στούντιο κομμωτικής. Θα τους έκοβε τα μαλλιά, θα τις έλουζε, θα τις χτένιζε. Γιατί να μην το κάνει; Κι εκείνες θα ένιωθαν πιο μοντέρνες κι η ίδια θα περνούσε τις ώρες της ευχάριστα. Πάντα ήθελε να γίνει κομμώτρια και πήγαινε πάντα μαζί με τη μαμά στο κομμωτήριο. Παρακολουθούσε τις κοπέλες εκεί πολύ προσεκτικά κι ήταν σίγουρη πως είχε μάθει σχεδόν όλα τα μικρά μυστικά τους, για να βγουν – από τα χεράκια της – υπέροχα κουρέματα και χτενίσματα για τις κούκλες της.
Ούτε μια στιγμή φυσικά δεν πέρασε από το μυαλό της ότι τα μαλλιά στις κούκλες δεν μοιάζουν με των ανθρώπων, και πως, κόβοντάς τα δεν θα ξανα-μεγάλωναν! Άλλωστε, ήταν πολύ σίγουρη για τις ικανότητές της στην κομμωτική, κι αυτό δεν ήταν παρά μόνο μια μικρή λεπτομέρεια!
Ξεκίνησε – όπως είχε δει να κάνουν – από το λούσιμο. Η μαμά την άκουσε στο μπάνιο, άκουσε και τα νερά να τρέχουν.
«Τι κάνεις στο μπάνιο Νανά;»
«Λούζω τις κούκλες μου μαμά!»
«Α, καλά... μόνο μην σπαταλάς το νερό παιδί μου! Και μην βάλεις υπερβολικό σαπούνι, και με λίγο μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου, δεν θα ξεβγάζεται εύκολα μετά!» Η μαμά της Νανάς, την είχε δει αρκετές φορές να το κάνει αυτό, κι ήξερε ότι το μικρό της κοριτσάκι ενθουσιαζόταν κάθε φορά που έκανε μπάνιο τις κούκλες της. Δεν ήθελε να της κόψει τη χαρά, αλλά δεν φανταζόταν και τη συνέχεια. Οπότε, της έδωσε μόνο μια συμβουλή ακόμη: «Κοίτα παιδί μου, να σκουπίσεις καλά τα μαλλιά τους, μη γεμίσουμε νερά και σαπουνάδες όλο το μπάνιο και τον διάδρομο!»
«Εντάξει μαμά, μείνε ήσυχη!» Ούτε η Νανά είπε τι θα έκανε μετά.....
Οι κούκλες της απόλαυσαν είναι πραγματικά πολύ καλό λούσιμο – η Νανά τους έκανε και μασάζ. Α, όλα κι όλα! Έπρεπε να κάνει το κομμωτήριό της το καλύτερο για κούκλες!
Μετά το σκούπισμα – που σε καμία περίπτωση δεν θα έλεγε κανείς ότι ήταν "καλό" αλλά τόσο μπορούσε η Νανά -, τις έβαλε να καθίσουν η μία δίπλα στην άλλη, κι αναλογίστηκε σαν ποιο κούρεμα θα πήγαινε στην κάθε μια. Η πρώτη που έπιασε στα χέρια της είχε μακριά μαύρα μαλλιά. Δεν θα ήταν καλύτερα αν της τα έκοβε ένα όμορφο "καρέ" μέχρι τον ώμο;
«Η μαμά λέει πως τα κορίτσια που πάνε σχολείο κι είναι μικρά ακόμη, πρέπει να μην έχουν υπερβολικά μακριά μαλλιά, για να μην παθαίνουν διάφορα ατυχήματα», μονολογούσε. «Μπορεί να μπερδευτούν τα μαλλιά τους ή να κολλήσει κατά λάθος η τσίχλα πάνω τους, ή ακόμη και να τους τα τραβήξει ένα κακό παιδί, και τότε πονάνε πολύ. Οπότε μάλλον θα σου τα κόψω λιγάκι», είπε στην κούκλα της.
Καιρό δεν έχασε και με το μικρό ψαλιδάκι, εκείνο που χρησιμοποιεί στην χαρτοκοπτική, χράτσα – χρούτσα, έκοψε μια τούφα. «Σαν λιγάκι δύσκολο μου φαίνεται». Εμ, φυσικά. Οι κομμώτριες έχουν καλύτερα ψαλίδια από το δικό της, αλλά πάλι, δεν υπάρχει περίπτωση να της δώσει η μαμά το δικό της ψαλίδι – φοβάται τα ατυχήματα. Η Νανά συνέχισε με κόπο να κόβει μία - μία τούφα. Προς το τέλος μεγάλωσε η περηφάνεια της, καθώς έβλεπε το έργο της να προχωρά. Άλλωστε, δεν ήθελε να περιμένουν πολύ ώρα και οι υπόλοιπες "πελάτισσές της".
Καθώς κοίταξε τη μαυρομάλλα κούκλα, διαπίστωσε πως μερικές τούφες ήταν λίγο πιο κοντές από κάποιες άλλες και δεν της άρεσε. «Μμμμ.... Πρέπει να το διορθώσω αυτό!», σκέφτηκε. Η διόρθωση αυτή δεν ήταν εύκολο πράγμα όπως αποδείχτηκε, γιατί τώρα άλλες τούφες μαλλιών ήταν πιο κοντές κι έπρεπε κι εκεί να διορθώσει λιγάκι το μήκος. Με τα πολλά, η κούκλα της απέκτησε όμορφα, κοντά, "αγορίστικα" μαλλάκια. Καμία σχέση δηλαδή με την αρχική της ιδέα.
«Πω-πω! Γιατί γίνανε τόσο κοντά τα μαλλιά της; Εγώ μόνο λίγο τα έκοψα!» Η Νανά ήταν προβληματισμένη με το «πώς». Την κοιτούσε εξεταστικά από όλες τις μεριές αλλά δεν ήταν ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα. Αλλιώς το είχε φανταστεί.
«Νανάααααα!!!!! Τι κάνεις;» Η μαμά ξέρει – από άλλες φορές – πως όσο πιο ήσυχη είναι η μικρή της κόρη τόσο μεγαλύτερη είναι η ζαβολιά που θα έχει κάνει. Μια ανησυχία την έχει.
«Παίζω κομμωτήριο με τις κούκλες μου μαμά!» ήρθε η απάντηση της μικρής. Που δεν ήταν ψέματα, δεν ήταν όμως κι ολόκληρη η αλήθεια. Στο κομμωτήριο γίνονται πολλές δουλειές. Μα η μαμά της Νανάς δεν σκέφτηκε πως το καμάρι της μπορούσε να τις κάνει όλες! Είχε μείνει στο «λούζω τις κούκλες μου».
Κι έτσι, αφού η μαμά δεν πήγε να δει τι κάνει η Νανά, κι επειδή η Νανά αποφάσισε να δοκιμάσει άλλη μια φορά την τύχη της στο κούρεμα μαλλιών κούκλας, οι κούκλες της Νανάς τελικώς βρέθηκαν, μετά από καμιά ώρα, κουρεμένες σχεδόν γουλί, κι οι τούφες τους διάσπαρτες σε όλο το δωμάτιό της. Αλλά, φτάνοντας στην τελευταία, η Νανά είχε πια βελτιώσει την τεχνική της, και περήφανη για το έργο της, πήγε τρεχάτη στην κουζίνα να το δείξει στη μαμά της. Τα υπόλοιπα ήταν απλώς ... λεπτομέρειες!
«Κοίτα τι όμορφη που την έκανα!» περηφανεύτηκε. Δεν είχε άδικο, αυτή τη φορά, ένα ωραίο κοντό "καρέ" το είχε πετύχει.
Η μαμά έπαθε ένα "κάτι". Αυτό που δεν έχει όνομα, αλλά συνοδεύεται με σμίξιμο των φρυδιών, βλέμμα γεμάτο απορία και πλήρη αφωνία! Τέτοιο πράγμα έπαθε η μαμά της Νανάς. Κι επειδή η Νανά δεν ξέρει τι αρρώστια είναι αυτή, που την παθαίνουν μόνο οι μεγάλοι, την λέει "κάτι".
Το "κάτι" της μαμάς την εμπόδιζε να μιλήσει, αλλά τα χέρια της λειτουργούσαν μια χαρά κι έπιασε την κούκλα, να δει από κοντά το ... "κατόρθωμα" της Νανάς. Κι ενώ η μικρή περίμενε πώς και τι ν' ακούσει επαίνους – «Ω! τι ωραίο που το έκανε το κοριτσάκι μου» και τέτοια – η μαμά έβαλε τις φωνές.
«Τι έκανες στην κούκλα σου;». Δεν είχε πια αφωνία.
«Της έκοψα τα μαλλιά όπως η κομμώτρια έκανε στην ξαδέλφη μου, δεν είναι ωραία;»
Η μαμά προσπαθούσε να μην ξανα-χάσει τη φωνή της κι η Νανά σκέφτηκε πως αυτό θα ήταν από την συγκίνησή της. Δε βλέπει κανείς τόσο όμορφα κουρέματα κάθε μέρα, σωστά;
«Και πού είναι τα υπόλοιπα μαλλιά της;» ρώτησε η μαμά
«Τα υπόλοιπα; Αυτά που έκοψα; Μα, στο πάτωμα φυσικά, έτσι δεν γίνεται και στα κομμωτήρια;»
Τώρα το "κάτι" της μαμάς κράτησε μονάχα μια στιγμή, αλλά τα πόδια της λειτουργούσαν και πήγε τρέχοντας στο παιδικό δωμάτιο.
«Πω – πω χάλια! Μα γιατί παιδί μου έκοψες τα μαλλιά από όλες τις κούκλες σου; Κοίτα, υπάρχουν τούφες από όλα τα χρώματα παντού! Πώς θα μαζευτεί αυτή η ακαταστασία;» Η μαμά κοίταζε τις κούκλες λυπημένη.
«Θα τα σκουπίσω μαμά, μη σε νοιάζει! Τις είχα βαρεθεί με μπούκλες. Έπρεπε ν' αποκτήσουν ένα καινούριο στυλ. Άλλωστε, εσύ δε μου λες πώς όταν κόβουμε τα μαλλιά μας αυτά δυναμώνουν; Ε, σε λίγες μέρες θα έχουν πάλι πλούσια και φουντωτά μαλλιά κι οι κούκλες μου!» Η Νανά εξακολουθούσε να μην καταλαβαίνει γιατί η μαμά μια έχανε τη φωνή της και μια την έβρισκε και γιατί όταν την έβρισκε η φωνή αυτή ήταν τσιριχτή.
Η μαμά αναστέναξε και κάθισε στο κρεβάτι της. Πήρε όλες τις κούκλες μπροστά της και μόνο που δεν έβαλε τα κλάματα. Αντί να είναι καλο-κουρεμένες, έμοιαζαν περισσότερο σα να είχαν βγει από έναν γερό καβγά που κατέληξε σε μαλλιοτράβηγμα!
«Νανά μου, στο έχω ξαναπεί, αλλά δεν έδωσες σημασία ... μπορεί και να μην το κατάλαβες κιόλας....» Η μαμά πήρε μια βαθιά ανάσα. «Ξέρεις, καλή μου, τα μαλλιά στις κούκλες είναι ψεύτικα. Δεν μεγαλώνουν. Αυτή είναι μια ιδιότητα, το να μεγαλώνουν δηλαδή τα μαλλιά, που έχουν οι άνθρωποι και τα ζώα. Όχι όμως και οι κούκλες.»
Α! αυτό πράγματι δεν το είχε σκεφτεί η Νανά. «Και τώρα δηλαδή θα μείνουν έτσι;»
«Πολύ φοβάμαι πως ναι παιδί μου»
Η Νανά πήρε στην αγκαλιά της όλες τις κούκλες της. «Αν το ήξερα δεν θα σας είχα καταντήσει έτσι!» τους είπε. «Συγνώμη!»
«Ό,τι έγινε, έγινε» είπε η μαμά αποφασιστικά. «Ίσως αυτό να είναι ένα μάθημα για σένα ή ίσως να είναι και περισσότερα από ένα. Τώρα ξέρεις γιατί δεν πρέπει να κόβεις τα μαλλιά στις κούκλες – εκτός κι αν δεν σ' αρέσουν καθόλου μα καθόλου. Αλλά φαντάζομαι πως τώρα έμαθες επίσης πως καλό θα είναι να ρωτάς τη μαμά ή κάποιον άλλο μεγαλύτερο, πριν ξεκινήσεις να κάνεις πραγματικότητα όποια ιδέα σου έρθει στο κεφάλι. Κι ακόμα, νομίζω πως έμαθες ότι θα πρέπει να δίνεις σημασία και στις λεπτομέρειες σε ότι κάνεις – όπως, ας πούμε, το πόσο δύσκολο θα είναι να καταφέρουμε να καθαρίσουμε το χαλί του δωματίου σου....»
«Και θα μείνουν έτσι;» Η Νανά ήταν τόσο στενοχωρημένη που νόμιζε πως αν άρχιζε να κλαίει τα δάκρυά της θα γέμιζαν έναν ολόκληρο κουβά.
Η μαμά πολύ θα ήθελε να συνεχίσει λιγάκι το μάλωμα. Δεν ήταν καθόλου σωστό αυτό που έκανε η κόρη της. Αλλά, πάλι, ποια μαμά θέλει να βλέπει λυπημένο το μουτράκι του παιδιού της; Καμία!
«Για δωσ' τες μου εδώ» είπε και πήρε και το ψαλιδάκι, που φαινόταν ακόμη μικρότερο στα δικά της χέρια. Και μια και δυο, κόψε λίγο από εδώ, κόψε λίγο από εκεί, βελτίωσε κατά πολύ την εμφάνιση κάθε κούκλας. Τώρα έμοιαζαν λιγάκι με μοντέλα και η Νανά δεν ήξερε πώς να κρύψει τη χαρά της. Καθώς της έδινε τις κούκλες πάλι η μαμά είπε:
«Εντάξει; Δείχνουν λίγο καλύτερα, αλλά, πάντως, κοντά μαλλιά θα έχουν στο εξής. Δεν γίνεται διαφορετικά. Γι' αυτό καλή μου, να μην πειραματιστείς ξανά με κουρέματα και τέτοια!»
«Φυσικά όχι μαμά!» είπε η Νανά «θα φωνάζω εσένα που το κάνεις καλύτερα!»
Τώρα η μαμά ξανα-έπαθε εκείνο το "κάτι" αλλά χαμογελούσε αυτή τη φορά!