«Για μπάνιο στην π.Π και μ.Π εποχή!». Ο Νίκος Συρίγος γράφει για την πρώτη φορά που πας θάλασσα με ένα παιδί.
Και φτάνει ο Ιούνιος. Και σφίγγουν οι ζέστες. Και λέμε «να πάμε για μπάνιο αύριο;». «Να πάμε» απαντάς, πιο ανυποψίαστος και από το αρνί το Πάσχα.
Μέχρι τότε, το μπάνιο ήταν για σένα ένα μαγιο, ένα φανελάκι, μια πετσέτα και τέλος. Και παραλία μετά τις 12 για να έχει ζεστάνει το νερό και να μαυρίσουμε και λιγάκι. Όλα αυτά όταν δεν έχεις παιδί... Με την Εύα να είναι κοντά δύο χρονών, το μπάνιο δεν ήταν καθόλου απλή υπόθεση.
Κι επειδή η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί, το πρωί για να πάμε θάλασσα, ήταν... πολύ πρωί. Το «ακόμη κοιμάσαι» της Ειρήνης, εκεί γύρω στις 7-7.30 πμ. ήταν το πρώτο μήνυμα που έπρεπε να είχα λάβει ώστε να ζυγίσω τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια. Αφού με τα χίλια ζόρια σηκώθηκα και πριν προλάβω να πιώ μισό καφέ, ήρθε το δεύτερο χτύπημα. Θεωρώντας ήδη υπέρβαση από μέρους μου ότι στις 8 νταν ήμουν πανέτοιμος (θεωρητικά πάντα) στην πόρτα, με το φανελάκι, το μαγιό και την πετσέτα ήταν η ώρα της ψυχρολουσίας: «Παλικάρι, στο μπαλκόνι είναι τα πράγματα».
Όπου πράγματα: Μια ομπρέλα θαλάσσης, ένα ψυγειάκι, μία τσάντα για την παραλία, μία τσάντα για την Εύα, μία τσάντα με παιχνίδια και επίσης μία ακόμη τσάντα με μια δυο αλλαξιές για μετά το μπάνιο... Ξεπερνώντας ότι κανονικά θα έπρεπε να έχω καλέσει μεταφορική, πήρα το δρόμο για το αυτοκίνητο, λάθος για το twingo, όπου για να χωρέσει η μικρή πολιτεία της Ειρήνης, έπρεπε να παίξω Tetris. Αφού πέρασα αρκετές πίστες κι έχασα αμέτρητες ζωές, μέχρι να βρω τη σωστή θέση, ξεκινήσαμε για την παραλία. Όπου παραλία υπολογίστε ότι οι πέριξ της Αθήνας είχαν απορριφθεί για πολλούς και διάφορους λόγους. Άρα...
Άρα Ψάθα. Δρόμο παίρνω-δρόμο αφήνω φτάσαμε στον προορισμό μας, έπειτα από περίπου 1,5 ώρα. Να μπούμε; Όχι βέβαια. Γιατί το να μπει στη θάλασσα ένα δίχρονο παιδί αποδείχτηκε υπόθεση υψηλού κινδύνου. Αντηλιακή κρέμα για το σώμα. Άλλη αντηλιακή για το πρόσωπο. Για πάνω από τα μάτια. Για κάτω από τα μάτια. Σπρέι για τα μαλλιά, μαγιό φόρμα αστροναύτη, κουλούρα (που για να τη φουσκώσεις έπρεπε να είσαι ο Γιώργος Κατσαρός με το σαξόφωνο του) με ομπρέλα, τέντα, υδραυλικό τιμόνι και ειδική θέση για το νερό. Ε να μπούμε! Και μπήκαμε. Και βγήκαμε. 15' μαζί με τις καθυστερήσεις.
Τόσο έπρεπε για πρώτο μπάνιο. Άλλα 15' έξω, άλλα 10' και μετά αντίστροφη μέτρηση. Ξέβγαλμα, τοστ, χυμός δυο ρουφηξιές καφέ από τον καθένα μας και επιστροφή στο αυτοκίνητο. Αν δεν ήταν το ταβερνάκι εκεί κοντά, θα πίστευα ότι είχα λάβει μέρος σε κάποιον αγώνα. Το γέλιο ωστόσο της Εύας την ώρα που έμπαινε στο νερό (άντε και τα μπαρμπουνάκια μετά στο ταβερνάκι) ήταν η καλύτερη ανταμοιβή.
Η στιγμή που καταλαβαίνεις ότι πλέον χαίρεσαι μέσω της χαράς κάποιου άλλου... Παιδί όπως Παράδεισος. Πως το λένε οι ΠΑΟΚτσήδες «Παιδί κι ας μην ξανακάνω μπάνιο (όπως το'ξερα) ποτέ!»
Νίκος Συρίγος
Δημοσιογράφος-Διευθυντής Onsports.gr