Πώς μιλάμε στα παιδιά για την απώλεια και το θάνατο
Μετά τις δύσκολες και τραγικές στιγμές που ζήσαμε πριν λίγες μέρες και το χαμό συνανθρώπων μας, έρχεται και πάλι στο προσκήνιο ένα θέμα που ταλαιπωρεί: η απώλεια των αγαπημένων μας, η διαχείρισή της αλλά και το πως θα μιλήσουμε στα παιδιά για τον χαμό του γονιού, του παππού, της γιαγιάς, συγγενή, φιλικού προσώπου, του κατοικίδιου, ακόμα όμως και των περιουσιακών στοιχείων και την «απώλεια της συνήθειας», π.χ. το σπίτι, το μέρος που πηγαίναμε για μπάνιο…
Πόσο μάλλον όταν ως γονιός «πρέπει» να διαχειριστώ και τον δικό μου ψυχικό πόνο αλλά και το υπαρξιακό μου άγχος και φόβο γύρω από τον θάνατο, που μου θυμίζει το πόσο ευάλωτοι είμαστε, πως μπορεί να αλλάξει η ζωή μας μέσα σε λίγα λεπτά. Και εδώ έρχεται και η ερώτηση: «Μα καλά, όταν για εμένα είναι τόσο δύσκολο, που γνωρίζω περισσότερα και μπορώ να κατανοήσω πολύ πιο εύκολα τι συμβαίνει, πως θα το κάνει το παιδί μου αυτό;» Και όμως, όσο και να πιστεύουμε πως τα παιδιά είναι μικρά και «δεν καταλαβαίνουν», έρχονται σε επαφή με την απώλεια του θανάτου από πολύ μικρά. Η πληροφόρηση που παίρνουν σήμερα είναι τεράστια, μέσα από τους γνωστούς κλασσικούς τρόπους με τα παραμύθια, την τηλεόραση αλλά και την καθημερινότητα.
Εξοικειώνονται από μικρά όταν πεθαίνει μία πεταλούδα, ένα πουλάκι, το ζωάκι τους. Παίζουν με τα παιχνίδια τους και δίπλα η τηλεόραση αναφέρει τον θάνατο κάποιου ανθρώπου στις ειδήσεις ή ακόμα και σε ταινίες ή και σειρές που μπορεί ο γονιός ή οι παππούδες να παρακολουθούν. Πληροφορίες που νομίζουμε ότι περνούν απαρατήρητες, στην ουσία όμως «καταγράφονται» στην παιδική ψυχούλα. Έτσι, αρχίζουν να καταλαβαίνουν μέχρι κάποιο σημείο, ότι ο θάνατος υπάρχει στη ζωή μας…
Δεν μπορούμε λοιπόν – και δεν είναι και υγιές – να μεγαλώνουμε τα παιδιά μέσα στη γυάλα και σε ωραιοποιημένο περιβάλλον που τα πάντα είναι ρόδινα και πολύχρωμα. Τα κάνουμε αδύναμους, εξαρτητικούς και προβληματικούς ενήλικες. Άλλωστε, το να κρύψουμε την απώλεια και το πώς νιώθουμε, υποτιμάει την νοημοσύνη τους γιατί τα παιδιά αντιλαμβάνονται πολύ περισσότερα από όσα εμείς οι μεγάλοι νομίζουμε! Οι κεραίες τους είναι τόσο ευαίσθητες που πιάνουν πολλά σήματα και μόνο που κοιτάζουν τον γονιό! Παρατηρούν την συμπεριφορά, τον τόνο της φωνής, τα μάτια που καθρεφτίζουν το συναίσθημα, τις κινήσεις, όπως παρατηρούν και την αποφυγή μας να ανοίξουμε δύσκολα θέματα, να εκφράσουμε αυτό που ζωγραφίζεται στο πρόσωπο και στο σώμα μας… ναι, δεν είναι μόνο το πρόσωπο αλλά και το σώμα που μαρτυρά, σφιγμένο και σε ένταση, ότι «κάτι δεν πάει καλά!» Μην αυξάνουμε λοιπόν ακόμα περισσότερο την δική του ανησυχία, βάζοντάς το στη θέση να «πρέπει» να κάνει κάτι για να «μας προστατέψει», δεν είναι ένας απλός εφιάλτης που θα ξυπνήσουμε το πρωί με ανακούφιση!
Δεν χρειάζεται βέβαια, να φτάσουμε και στο άλλο άκρο, περιγράφοντας τα πάντα με λεπτομέρειες, όσο και να μας ρωτάει. Ο τρόπος που θα του μιλήσουμε, έχει να κάνει και με την ηλικία του, με το ποιος είναι εκείνος που χάθηκε, με το αν έχει βιώσει και άλλη απώλεια... Και σίγουρα, σημαντικό ρόλο παίζει και η δική μας αντιμετώπιση σε ένα τόσο οδυνηρό θέμα, πόσο φορτισμένοι είμαστε ψυχικά, τι μας ξυπνάει σε σχέση με το παρελθόν, τα δικά μας σχετικά βιώματα με την απώλεια αλλά και θέματα επιβίωσης, αν ανήκουμε σε εκείνους που έχασαν το βιός τους…
Το κυριότερο είναι να αναζητήσουμε στήριξη και φροντίδα από άτομα του περιβάλλοντός μας, ακόμα και τη βοήθεια ειδικού, όταν νιώθουμε ότι μας είναι δύσκολη η διαχείριση αυτή. Και ναι, είναι πολύ δύσκολη, κανείς δεν μπορεί να μας προετοιμάσει για μία τόσο τραγική απώλεια. Και ναι, μπορεί να είμαστε σε κατάσταση κρίσης, άλλωστε άνθρωποι είμαστε, που σημαίνει πως δεν είμαστε τέλειοι, ούτε και παντογνώστες. Είμαστε άνθρωποι και ας επιτρέψουμε και στους συνανθρώπους μας να μας φερθούν με την ανθρώπινη ζεστασιά που τόσο έχουμε ανάγκη όταν πονάμε…
Ψυχοθεραπεύτρια, Συνεργάτης του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας του Θάνου Ασκητή