Πώς πρέπει να μιλάμε στα παιδιά για το θάνατο και το πένθος;
Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή;
Καθοριστικοί παράγοντες για το πώς τα παιδιά κατανοούν και αντιμετωπίζουν το θάνατο είναι η ηλικία, η γλωσσική ικανότητα και η γνωστικο-συναισθηματική τους ωριμότητα. Ένα παιδί προσχολικής ηλικίας ενώ βιώνει την απώλεια δε μπορεί να ερμηνεύσει το θάνατο. Ωστόσο, ένα παιδί σχολικής ηλικίας μπορεί να συλλάβει τη μη αναστρεψιμότητα του θανάτου ενώ ένας έφηβος είναι σε θέση να προσδώσει και μεταφυσικές ερμηνείες.
Βασικός, λοιπόν, κανόνας στην αντιμετώπιση του πένθους των παιδιών είναι να αποφεύγουμε κάθε μορφή ψέματος. Τα παιδιά ξέρουν πολύ καλά πότε δεν τους λέμε την αλήθεια, και αυτό τα κάνει να νιώθουν μεγάλο θυμό απέναντι μας.
Συχνά, οι γονείς θεωρούν ανησυχητικές τις φυσιολογικές αντιδράσεις των παιδιών που θρηνούν, όπως συναισθηματικές μεταβολές, αλλαγές σε συνήθειες και συμπεριφορές, δυσκολίες προσαρμογής, απόσυρση ή επιθετικότητα. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι διαθέσιμοι συναισθηματικά ή και να αποτρέψει τα παιδιά από το εκδηλώσουν το πένθος τους από φόβο μην αναστατώσουν τους γονείς.
Διαχείριση αισθημάτων
Το πολυτιμότερο μέσο για να επεξεργαστούν τα παιδιά μη αναστρέψιμα γεγονότα και απώλειες είναι η ανοιχτή επικοινωνία. Είναι σημαντικό για το παιδί να καταλάβει πως είναι φυσιολογικό να αισθάνεται όπως αισθάνεται και πως του "επιτρέπεται" να πενθήσει. Οι γονείς χρειάζεται να ακούν προσεκτικά τα παιδιά, να παρατηρούν τι λένε με λόγια και τι με το σώμα τους, να δίνουν χώρο και χρόνο στα παιδιά να εκφράσουν με όποιο τρόπο εκείνα επιλέγουν τον πόνο, τη θλίψη, την οδύνη, το φόβο, τις ενοχές ή ο,τιδήποτε βιώνουν, και να τους δείχνουν ότι «αντέχουν» τον πόνο τους και συναισθάνονται τα συναισθήματά τους. Οι γονείς χρειάζεται να είναι «παρόντες» και διαθέσιμοι χωρίς, ωστόσο, να είναι διεισδυτικοί και να πιέζουν τα παιδιά να εκφραστούν όταν δε νιώθουν έτοιμα.
Σε περιπτώσεις θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου, μερικές φορές οι γονείς αποκρύπτουν το γεγονός. Η απόκρυψη της πραγματικότητας ή η παροχή ψεύτικων πληροφοριών, αντί να προστατεύει τα παιδιά, τους δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. Η σιωπή που επικρατεί τα κάνει να αισθάνονται μόνα, τα μπερδεύει, τα αναγκάζει να κλειστούν στον εαυτό τους και να δώσουν τις δικές τους ερμηνείες που συχνά είναι πιο τρομακτικές κι από την ίδια την πραγματικότητα. Θα πρέπει να ενημερώνουμε αμέσως μετά το γεγονός. Η καθυστέρηση δημιουργεί σύγχυση, παρερμηνείες, ανασφάλεια και φόβο. Θα πρέπει να εξηγούμε με ακρίβεια και ειλικρίνεια τι συνέβη, πώς συνέβη και να προσαρμόζουμε το λεξιλόγιο μας στο επίπεδο κατανόησης του παιδιού (Παπαδάτου και συν., 1999).
Πώς μιλάμε στο παιδί
Εξαιρετικά σημαντικό είναι να χρησιμοποιούμε τις σωστές λέξεις όπως «πέθανε», «θάνατος» και όχι διφορούμενες, ασαφείς εκφράσεις όπως «χάθηκε», «έφυγε», «τον πήρε ο Θεός», κλπ. Οι διφορούμενες ή ασαφείς εκφράσεις συχνά παρερμηνεύονται, ιδιαίτερα από μικρότερα παιδιά που δυσκολεύονται να κατανοήσουν ότι ο θάνατος είναι οριστικός. Δεν θα πρέπει να ωραιοποιούμε την πραγματικότητα του θανάτου. Η πραγματικότητα, αν και οδυνηρή, δεν αλλάζει. Οφείλουμε να ακούμε προσεχτικά και να δίνουμε απαντήσεις σε αυτό που μας ρωτούν τα παιδιά, το να βομβαρδίσουμε τα παιδιά με πληροφορίες δεν είναι παραγωγικό. Έτσι ας τους δώσουμε το χρόνο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και ας απαντήσουμε στις ερωτήσεις που μας θέτουν. Αν δεν γνωρίζουμε κάτι, θα πρέπει να πούμε απλά ότι δεν γνωρίζουμε. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι, επίσης, να τονίσουμε στο παιδί ότι δεν έχει ευθύνη γι' αυτό που συνέβη.
Για να εγκατασταθεί και να διατηρηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης, που να αποτελεί μια ασφαλή βάση για τα παιδιά, τόσο στις δύσκολες στιγμές μιας οδυνηρής απώλειας, όσο και στη ζωή τους γενικότερα, προϋπόθεση είναι να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά γνωρίζουν ότι είμαστε εκεί, ότι τους λέμε την αλήθεια και ότι έχουν κάποιον που αφενός τα συναισθάνεται και αφετέρου έχει το συναισθηματικό σθένος να «αντέξει» όλα όσα είναι επώδυνα ή μοιάζουν επικίνδυνα για το παιδί.
Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση μπορείτε να καλέσετε στην «Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών 116111» ώστε να συζητήσετε με έναν ψυχολόγο όλα αυτά που μπορεί να σας απασχολούν σε σχέση με το παιδί σας.