Μπορεί η επιθετικότητα των παιδιών να οφείλεται ως έναν βαθμό και στις γονεϊκές συμπεριφορές;

Κάθε άνθρωπος έχει την ικανότητα να αντιδρά με επιθετικότητα έναντι οποιασδήποτε απειλής, είτε αυτή βασίζεται σε πραγματικά ή φανταστικά γεγονότα.

Μπορεί η επιθετικότητα των παιδιών να οφείλεται ως έναν βαθμό και στις γονεϊκές συμπεριφορές;

Υπάρχει πολύ μεγάλη διάσταση απόψεων όσον αφορά το ερώτημα αν η επιθετικότητα είναι εποικοδομητική, επωφελής δύναμη για το άτομο και το περιβάλλον, της οποίας η έκφραση πρέπει να ενισχύεται ή αντιθέτως αν έχει ένα καταστρεπτικό δυναμικό για το άτομο και την κοινωνία, το οποίο μέσω αγωγής και εκμάθησης κοινωνικών κανόνων πρέπει να αδρανοποιηθεί, να καταστεί ακίνδυνο και στην καλύτερη περίπτωση να μεταμορφωθεί σε κάτι κοινωνικά χρήσιμο.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει μια γενικευμένη θεωρία που να εξηγεί την επιθετικότητα και να γίνεται καθολικά αποδεκτή. Υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των επιστημόνων αν είναι πρωτοπαθής, δηλαδή αν είναι ένα ένστικτο που υπάρχει με τη γέννηση του ανθρώπου ή αν οι καταστροφικές εκδηλώσεις της επιθετικότητας είναι δευτερογενή φαινόμενα, συνέπεια ανεπιτυχούς κοινωνικοποίησης και εκδηλώσεις ψυχοπαθολογικών διεργασιών.

Πιο συγκεκριμένα ο Freud και η Melanie Klein μιλούν για ενορμήσεις του θανάτου. Ο Freud από το 1920 και μετά θεώρησε ότι η επιθετικότητα προέρχεται από την ενόρμηση του θανάτου. Κατ’ αυτόν, η επιθετική συμπεριφορά συνιστά μια συμπεριφορά καθοδηγούμενη από το ένστικτο, η οποία δεν καταστέλλεται επαρκώς από ένα αδύναμο εγώ και από ένα εξίσου αδύναμο υπερεγώ. Ο όψιμος Freud (Das Unbehagen in der Kultur (1930)) περιέγραψε το ρόλο της επιθετικότητας στο σχηματισμό κοινωνικών ομάδων και στην ανάπτυξη του πολιτισμού.

paidia-ethismena-sti-via.jpg

Κατά τη M. Klein υπάρχουν και ενεργούν στον άνθρωπο ενορμήσεις της ζωής και του θανάτου από τη γέννησή του, οι οποίες και εκφράζονται με ανάλογες φαντασιώσεις (σαδιστικές στοματικές φαντασιώσεις κατοχής του περιεχομένου του μητρικού σώματος, ενσωμάτωσής του και σαδιστικής καταστροφής του).

Ο Heinz Kohut δεν δέχεται το μοντέλο της ενόρμησης του θανάτου (έρχεται σε αντίθεση με αυτό). Μιλά για ναρκισσιστικό θυμό και εκδικητικότητα ως εκφράσεις ενός δομικού ελλείματος του εαυτού.

Ο Erich Fromm επίσης απορρίπτει τη θέση του Freud για ενόρμηση του θανάτου (λόγω της απουσίας αποδείξεων που να βασίζονται σε εμπειρικά στοιχεία). Διαχωρίζει μια καλοήθη επιθετικότητα, ευοδωτική προς τη ζωή από μια ειδικά απαντώμενη στον άνθρωπο κακοήθη μορφή επιθετικότητας. Ο Fromm μιλά για σαδισμό και τις κοινωνικές συνθήκες που ενισχύουν την ανάπτυξή του οι οποίες παράγονται από μια κοινωνία που βασίζεται στην κυριαρχία μέσω εκμετάλλευσης και καταστολής της ανεξαρτησίας, ακεραιότητας, κριτικής σκέψης και παραγωγικότητάς των μελών της. Κατά Fromm και Kohut η κακοήθης, καταστροφική επιθετικότητα προέρχεται από την επήρεια πρώιμων τραυματικών εμπειριών της παιδικής ηλικίας και εκδηλώνεται με αυτο-και ετερο- καταστροφικό τρόπο.

Το αν θα κυριαρχήσει η καλή ή η κακή μορφή επιθετικότητας εξαρτάται από την εμπειρία σχέσεων του ατόμου, από το είδος του δεσμού , από την ανάπτυξη του εγώ και υπερεγώ καθώς και από την δημιουργία σταθερού συστήματος αξιών.

Η επιθετικότητα βέβαια είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο στο οποίο ενέχονται βιολογικοί παράγοντες.

Στο διάμεσο εγκέφαλο υπάρχουν κέντρα των οποίων η διέγερση προκαλεί επιθετική συμπεριφορά και θυμό και άλλα κέντρα των οποίων η διέγερση καταστέλλει αυτή τη συμπεριφορά (λιμβικό σύστημα). Αυτά τα κέντρα επηρεάζονται από τα επίπεδα ορμονών, νευροδιαβιβαστική δραστηριότητα και φάρμακα (π.χ. αμφεταμίνες). Τμήματα του μετωπιαίου λοβού ενέχονται στον έλεγχο της επιθετικής συμπεριφοράς.

Φυσική επιθετικότητα εμφανίζεται πρώτη φορά στο παιδί (με λακτίσματα κλπ) σε ηλικία μεταξύ 12 και 17 μηνών. Μετά την ηλικία των 4 ετών η συχνότητά της μειώνεται και αντικαθίσταται σταδιακά από λεκτική επιθετικότητα.

Παράγοντες κινδύνου για αυξημένη επιθετικότητα σε παιδιά

Παράγοντες κινδύνου για αυξημένη επιθετικότητα σε παιδιά μέχρι την ηλικία των 3 ετών είναι: α) έφηβη μητέρα, β) μητέρα που πίνει αλκοόλ, καπνίζει, παίρνει ουσίες, γ) αντικοινωνική προσωπικότητα, δ) χρησιμοποιεί/μεταχειρίζεται σκληρές , τιμωρητικές πρακτικών ανατροφής ε) μονογονεϊκή οικογένεια ή συγκρούσεις μεταξύ των γονέων, στ) χαμηλό εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο.

Τα αγόρια είναι πολύ πιο βίαια από τα κορίτσια. Κατά τη Heinemann βασικό ρόλο παίζει εδώ α) βία από μέρους του πατέρα, β) σχολική αποτυχία, γ) λήψη ουσιών. Κατ’ αυτήν, η βία σταθεροποιεί την ανδρική ταυτότητα. Ενώ τα αγόρια εκφράζουν ανοιχτά, σωματικά την επιθετικότητα, τα κορίτσια καταφεύγουν σε μια συγκεκαλυμένη λεκτική επιθετικότητα που είναι κοινωνικά πιο αποδεκτή από αυτή των αγοριών. Ο Parens πιστεύει ότι τα 3χρονα αγόρια δεν είναι περισσότερο επιθετικά από τα συνομήλικα κορίτσια. Απλά η επιθετικότητα των κοριτσιών έχει άλλη ποιότητα. Τα κορίτσια επιλύουν συγκρούσεις χωρίς χρήση σωματικής βίας. Καταφεύγουν όμως σε λεκτική βία.

Η οικογένεια μπορεί να αποτελέσει ένα χώρο που θα προστατεύσει τα παιδιά, μπορεί όμως να καταστεί παράγοντας κινδύνου στη ζωή τους.

Τα αποτελέσματα μελετών δείχνουν ότι ενώ τα παιδιά με σταθερό δεσμό προς πρόσωπα αναφοράς είναι πιο φιλειρηνικά με αναπτυγμένες κοινωνικές δεξιότητες, τα παιδιά με ανασφαλή δεσμό ρέπουν προς επιθετικότητα.

Παιδιά που κατά τη διάρκεια της ανατροφής τους βιώνουν βία από τους γονείς τους γίνονται πιο επιθετικά προς τους συνομηλίκους τους.

Σε αυτή την περίπτωση οι γονείς γίνονται πρότυπα της παιδικής συμπεριφοράς. Δεν είναι υποχρεωτικό βέβαια ότι τα παιδιά που γίνονται θύματα επιθετικότητας θα γίνουν κι αυτά επιθετικά. Ενδέχεται ν αποκτήσουν καταθλιπτική διάθεση και ν απομονωθούν κοινωνικά. Τα αποτελέσματα είναι τόσο χειρότερα όσο πιο νωρίς αρχίσει η άσκηση βίας στην οικογένεια. Εκτός από την άσκηση βίας ως μέσο διαπαιδαγώγησης αρνητικό ρόλο παίζει και μία διαπαιδαγώγηση χωρίς συνέπεια, γονείς που είναι απρόβλεπτοι και άλλοτε είναι αδιάφοροι, άλλοτε πάλι αντιδρούν υπερβολικά και απότομα. Αυτό προκαλεί σύγχυση στα παιδιά τα οποία οδηγούνται έτσι πιο συχνά σε συγκρούσεις με τους συνομηλίκους τους. Αντίθετα , μια ζεστή ατμόσφαιρα στην οικογένεια χωρίς βία καθιστά τα παιδιά άνοσα στη βία και τα βοηθά να επιλέγουν πάντα απαλλαγμένες από βία λύσεις για την επίλυση των καθημερινών διαφορών τους.

Παράγοντες στην οικογένεια που αυξάνουν την επιθετικότητα των παιδιών είναι οι ακόλουθοι : α) ανατροφή που επιτρέπει τα πάντα, που δε βάζει όρια στη συμπεριφορά των παιδιών και τα αφήνει χωρίς επίβλεψη, β) αυταρχική ανατροφή χωρίς ζεστασιά και επικοινωνία , γ) αδιάφοροι γονείς, δ) αποδιοργανωμένος δεσμός μητέρας παιδιού όπου η μητέρα δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού για σιγουριά και ασφάλεια και το παιδί βιώνει την παραμικρή ματαίωση ως κίνδυνο, ε) επιθετικότητα και σωματικές τιμωρίες από τον ένα γονιό, στ) συγκρούσεις μεταξύ των συζύγων (τα παιδιά μαθαίνουν τη βία ως μέσο επίλυσης διαφορών).

sxoliki-via-kai-parabatikotita-neon.jpg

Ο Petermann ( 1995) σημειώνει τους ακόλουθους παράγοντες στη συμπεριφορά των γονέων που αυξάνουν την επιθετικότητα των παιδιών: α) οι γονείς θέτουν πάρα πολλούς ή πολύ λίγους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, β) δεν επιμένουν με συνέπεια για την τήρηση αυτών των κανόνων, γ) είναι οι ίδιοι επιθετικοί, δ) ανέχονται σιωπηρά την επιθετική συμπεριφορά των παιδιών τους, ε) ενισχύουν την επιθετική συμπεριφορά με το να στρέφουν την προσοχή προς τα παιδιά μετά από επιθετική συμπεριφορά αυτών (θετική ενίσχυση) ή τα απαλλάσσουν από δυσάρεστα καθήκοντα και υποχρεώσεις (αρνητική ενίσχυση).

Είναι πολύ βοηθητικά προγράμματα πρόληψης που ενισχύουν την ικανότητα ανατροφής των γονέων. Ιδιαίτερα στα πιο μικρά παιδιά με επιθετική συμπεριφορά δεν αρκεί η ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού αλλά απαιτούνται και οικογενειακές παρεμβάσεις. Όταν η οικογένεια και οι γονείς αντιμετωπίζουν αυξημένες δυσκολίες και κινδύνους (ψυχικά νοσήματα, κοινωνική απομόνωση κλπ) απαιτείται πιο εκτεταμένη υποστήριξη της οικογένειας.

Λεωνίδας Ροκάς
Παιδοψυχιατρος
Ινστιτούτο Γαληνός τμήμα παιδιών και εφήβων

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved