Το παραμύθι της εβδομάδας: Το καλό μολύβι....
Ο Νίκος είναι πολύ στεναχωρημένος. Για άλλη μια φορά η δασκάλα του τον επέπληξε γιατί τα γράμματά του δεν είναι καλά. Και το θεωρεί αυτό μεγάλη αδικία, αφού ο καημένος ολοένα και προσπαθεί να τα κάνει καλύτερα. Αν δεν ήταν αγόρι, σίγουρα θα έβαζε αμέσως τα κλάματα, τόση ήταν η πίκρα του.
Από την Πέγκυ Παπαδοπούλου
Κάθισε σε ένα σκαλάκι, κρατώντας το τετράδιό του στα χέρια του. Ήταν και πολύ πληγωμένος από πάνω. Γιατί, ενώ όλες τις προηγούμενες φορές η κυρία τον καλούσε στο διάλειμμα και του έλεγε ιδιαιτέρως πως τα γράμματά του δεν είναι καλά, και του έδειχνε πώς πρέπει να τα γράφει σωστά, αυτή τη φορά, έκανε τις παρατηρήσεις της μπροστά σε όλους! Αυτό έκανε το Νίκο να θέλει να τσουλήσει κάτω από το θρανίο και να γίνει μια χλαπάτσα κολλημένη στο πάτωμα. Από τη ντροπή του.
Ξεφύσηξε. Και να πεις ότι δεν προσπαθούσε.... Κάθε μέρα, αφού τελείωνε τις εργασίες του, έπιανε ένα χαρτί κι έγραφε το κάθε γράμμα πολλές φορές, μέχρι να το κάνει τέλειο. Το θέμα ήταν πως αυτά τα γράμματα ήταν πράγματι τέλεια. Μεγάλα, ευανάγνωστα, πεντακάθαρα. Όταν όμως ο Νίκος έπιανε να γράψει τις εργασίες του, είτε στο σχολείο είτε στο σπίτι, τότε τα γράμματά του, αυτά που τώρα τα κοίταζε σχεδόν με κακία, ήταν χάλια! Τα ξανακοίταξε. Σε κάθε λέξη, τα μισά χόρευαν πάνω από τη γραμμή, και τα άλλα μισά έτρεχαν τον κατήφορο προς την αμέσως από κάτω γραμμή του τετραδίου. Άλλα ήταν σαν κουκιδίτσες, κι άλλα υπερβολικά χοντροκαμωμένα. Δεν μπορούσε ούτε ο ίδιος να ξεχωρίσει ποιο από όλα ήταν το κεφαλαίο. Κι οι τελείες ... αχ αυτές οι τελείες, ήταν μεγαλύτερο βάσανο από τους τόνους! Πάντα έμπαιναν σε λάθος σημείο, λες και το έκαναν επίτηδες! Ενώ με τους τόνους, από δω το είχε, από κει το είχε, το κατάφερε, και μπαίνουν πια πάνω στη σωστή συλλαβή, αλλά όχι κι εντελώς πάνω στο σωστό γράμμα!
Τσαλάκωσε το τετράδιό του. Πώς είναι δυνατόν, όταν γράφει ένα-ένα γράμμα να τα κάνει όλα όμορφα, κι όταν τα "ανακατεύει" για να κάνει λέξεις, να μην μπορεί ούτε ο ίδιος να τα διαβάσει μετά; Κι ήταν ανάγκη να πει η κυρία στην τάξη πως «η έκθεση του Νίκου πρέπει μάλλον να είναι πολύ ωραία αλλά με τα γράμματα που κάνει δεν μπορώ να καταλάβω ακριβώς τι γράφει»; Κι ήταν σίγουρος πως αυτή η πρώτη του έκθεση, «πώς πέρασα το Σαββατοκύριακο», ήταν πολύ όμορφη! Μια και είχε βοηθήσει τη μαμά του να περιποιηθεί τις γλάστρες στο μπαλκόνι τους, "για να ξεκολλήσει λίγο από την τηλεόραση", όπως του είχε πει, έγραψε για το πόσο ωραία πέρασε το απόγευμα της Κυριακής με αυτή την ασχολία. Τι είχε πάει στραβά;
«Γιατί είσαι τόσο μουτζούφλης;» Η "σκιά" που του έκανε αυτή την ερώτηση θρονιάστηκε καλά – καλά δίπλα του. Χωρίς να τον ρωτήσει. Και καθώς ο Νίκος γύρισε για να πει στην "σκιά" να πάει παραπέρα, του ήρθε να πάρει εκείνος τα ποδαράκια του και να πάει αλλού. Γιατί η "σκιά" δεν ήταν απλώς άλλο ένα περίεργο παιδί. Ήταν η καλύτερη μαθήτρια της τάξης του. Αυτή, που εκτός από το γεγονός πως ήξερε τα πάντα σωστά, έκανε τα πάντα τέλεια και ήταν και πολύ όμορφη από πάνω! Τη λένε Νίνα. Και η Νίνα δείχνει να νοιάζεται για όλους γύρω της, συμμαθητές, φίλους, γείτονες, γάτες, πουλάκια, σκυλιά. Σε αυτό το κορίτσι δε λες να σε αφήσει στην ησυχία σου, σωστά;
«Νομίζω γιατί έχω βαρεθεί να μου λένε όλοι ότι τα γράμματά μου είναι χάλια», της απάντησε ο Νίκος με όλη του την ειλικρίνεια. «Πώς γίνεται να προσπαθώ κι όμως να μην τα καταφέρνω καθόλου;».
Η Νίνα σύρθηκε ακόμη πιο κοντά του στο σκαλάκι και δεν την ένοιαξε καθόλου που θα λερωνόταν. Του πήρε το τετράδιο από τα χέρια και το ξεφύλλισε λιγάκι. «Πω-πω!», του είπε κι ο Νίκος νόμιζε ότι δεν της άρεσε καθόλου. Αλλά η Νίνα δεν πτοηήθηκε. «Αλήθεια, τα γράμματά σου μοιάζουν να χορεύουν στις γραμμές, και μερικά είναι τόσο ζουπηγμένα το ένα δίπλα στο άλλο που δεν διαβάζονται!», του είπε.
«Ε, γι' αυτό σκάω κι εγώ!» της απάντησε, κι ήθελε να συμπληρώσει «για νέο μας το λες;». Αλλά δεν είπε τίποτε περισσότερο. Κι έμειναν κι οι δύο σιωπηλοί, ο Νίκος να περιμένει ότι θα σηκωθεί και θα φύγει αφήνοντάς τον σύξυλο και η Νίνα προσπαθώντας να διαβάσει την περιβόητη έκθεση.
«Ξέρεις, γράφεις πολύ ωραία», του είπε μετά από λίγο, μα βλέποντάς τον απορημένο, βιάστηκε να διορθώσει «θέλω να πω ότι λες πολύ ωραία αυτό που θες να πεις. Άσχετα με τα πόσο κακογραμμένο είναι!».
«Τελικά όμως, κανείς δεν μπορεί να ΔΙΑΒΑΣΕΙ αυτό που λέω, γιατί τον εμποδίζει ο κακός γραφικός μου χαρακτήρας, σωστά;». Μόνο που δεν της έβαλε τις φωνές ο Νίκος, λες κι αυτή έφταιγε. «Και δεν έχει καμία σημασία το τι λέω παρά μόνο το πώς γράφω αυτό που θέλω να πω!».
«Ε, λοιπόν, ξέρεις κάτι; Αυτό διορθώνεται!»
«Με κοροϊδεύεις;». Της ξαναπήρε το τετράδιο από τα χέρια και το κουνούσε μπροστά στη μούρη της. Ευχόταν να μην του είχε δώσει καμιά σημασία, αυτή η "δεσποινίς τέλεια" Νίνα.
«Καθόλου δεν σε κοροϊδεύω!». Η Νίνα εξακολουθούσε να είναι γλυκιά αλλά τα μάτια της πετούσαν σπίθες. «Αν μπορείς να σκέπτεσαι όμορφα, αν ξέρεις να λύνεις πρώτος από όλους τα προβλήματα των μαθηματικών, αν είσαι άφταστος στη γυμναστική, τότε νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να βελτιώσεις και το γράψιμό σου».
«Και πώς δηλαδή θα γίνει αυτό; Έχεις καμιά καλή ιδέα;». Ο Νίκος την ειρωνευόταν πολύ τώρα. «Δεν έχω νεραϊδονονά, δεν ξέρω κανένα ξόρκι της προκοπής – γιατί αν ήξερα να είσαι σίγουρη πως θα το είχα ήδη κάνει – και δεν αντέχω άλλο να προσπαθώ χωρίς αποτέλεσμα!» Κανα-δυο παιδιά που πέρασαν από εκεί κοντά τους, γύρισαν και τους κοίταξαν.
«Δεν έχω απλώς μια ιδέα», του απάντησε πολύ ήρεμα η Νίνα. Τόσο ήρεμα και γλυκά που τον εκνεύρισε πολύ περισσότερο. «Ξέρω όμως τον τρόπο. Και, όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, στην πρώτη δημοτικού είχα κι εγώ αυτό το προβληματάκι, όχι βέβαια τόσο έντονο όσο εσύ, αλλά πάντως το είχα. Με τον τρόπο αυτόν, που μόνο εγώ τον γνωρίζω, κατάφερα να το ξεπεράσω! Κι αν θέλεις, αύριο το πρωί, θα στον δείξω κι εσένα!»
Ο Νίκος ντράπηκε που της είχε φωνάξει – εντάξει, δεν φώναξε και πολύ! – και απόρησε πως ένα κορίτσι που φαινόταν πολύ λεπτό και γλυκό, να μπορεί να τον βοηθήσει λιγάκι, περισσότερο από όσο τον είχαν βοηθήσει οι γονείς του και η δασκάλα τους. Η "δεσποινίς τέλεια" Νίνα, δεν είχε προφανώς άδικα αυτό το παρατσούκλι. Κι έτσι, αφού εκείνος δεν είχε καμιά καλύτερη ιδέα, παραδέχτηκε πως πολύ θα ήθελε να δοκιμάσει την δική της. Έτσι, έδωσαν ραντεβού στο ίδιο αυτό σκαλάκι για την επόμενη μέρα το πρωί, λίγο νωρίτερα από τη συνηθισμένη ώρα που έφταναν στο σχολείο. Του είπε να φέρει μαζί του μόνο εκείνο το πρόχειρο τετράδιο που έκανε τόση εξάσκηση στο σπίτι του και τίποτε άλλο.
Η Νίνα την επόμενη μέρα τον περίμενε. Κρατούσε ένα τετράδιο που φαινόταν ταλαιπωρημένο κι ένα μικρό μολύβι. Χωρίς καθυστέρηση του εξήγησε:
«Να, δες, σε αυτό το τετράδιο έκανα κι εγώ τις προσπάθειές μου για να κάνω καλά γράμματα. Κοίτα πώς ήταν στην αρχή! Δεν τα ξεχώριζες από τις τελείες!»
Και πράγματι. Μικρά κουλουράκια με ουρίτσες, που μοιάζαν περισσότερο με κουνούπια παρά με το αλφάβητο, είχαν γεμίσει τις πρώτες σελίδες. Αλλά, τούτο το τετράδιο ήταν διαφορετικό από ότι είχε δει μέχρι τώρα ο Νίκος. Είχε όλη την σελίδα γεμάτη με γραμμές όχι μόνο οριζόντιες, αλλά και κάθετες, έτσι που σχηματίζονταν αναρίθμητα τετραγωνάκια. Κοιτάζοντας τις επόμενες σελίδες, έβρισκε τα γράμματα της Νίνας ολοένα και πιο στρογγυλά, ολοένα και μεγαλύτερα. Λίγες ακόμη αράδες πιο κάτω, τα γράμματά της είχαν όλα ωραίο μέγεθος, ήταν ίσια μεταξύ τους τα μικρά και πάλι ίσια μεταξύ τους τα κεφαλαία. Έμοιαζαν με τα στρατιωτάκια του – όταν φυσικά τα έβαζε στη σειρά για να κάνουν παρέλαση.
«Πώς το κατάφερες αυτό;» τη ρώτησε. «Εγώ, κοίτα, όσο περισσότερο γράφω τόσο πιο πολύ "χαλάνε"!». Και της έδειξε το δικό του τετράδιο που έφερε από το σπίτι.
Η Νίνα το κοίταξε με ενδιαφέρον. Είδε πως ο Νίκος χρειαζόταν πραγματικά τη βοήθειά της.
«Το τετράδιο που σου έφερα εγώ, έχει ένα πράγμα που μπορεί αν σε βοηθήσει πάρα πολύ. Είναι αυτά τα τετραγωνάκια. Φρόντισε ώστε να μένεις μέσα σε ένα τετράγωνο για κάθε ένα γράμμα που γράφεις. Τα κεφαλαία πρέπει να έχουν ύψος δύο τετραγώνων ενώ τα μικρά μόνο ενός. Κάθε γράμμα σε ξεχωριστό τετράγωνο. Να "απλώνεις" το γράμμα ώστε να πιάνει ολόκληρο το τετραγωνάκι αλλά να μην βγαίνει έξω από αυτό. Και σταμάτα πια να γράφεις το αλφάβητο!»
«Και τι να γράφω δηλαδή;»
«Εγώ έγραφα την αντιγραφή μας. Κι όποιες λέξεις μου έρχονταν στο μυαλό. Κεφάλι, μολύβι, χαρτί, γόμα, σινεμά, ποδήλατο. Για να έχω ποικιλία! Ο σκοπός είναι να γράφεις ότι σου έρχεται στο μυαλό κι όχι το ίδιο πράγμα συνέχεια! Έτσι θα μπλέκεις τα γράμματα μεταξύ τους, σχηματίζοντας τις λέξεις, και σε λίγο θα έχεις συνηθίσει να τα κάνεις στο σωστό μέγεθος!»
«Δηλαδή, αυτό το τετράδιο σε βοήθησε!»
«Από μόνο του το τετράδιο δεν έκανε τίποτε σε πληροφορώ» του είπε η Νίνα και τα μαύρα ματάκια της γελούσαν παιχνιδιάρικα. «Την περισσότερη δουλειά την έκανε τούτο δω το μολύβι!»
«Το μολύβι; Μα, πώς;» ο καημένος ο Νίκος τα είχε πια χαμένα. Το μολύβι της Νίνας είχε μικρύνει από το πολύ ξύσιμο, ήταν ροζ, ένα φωτεινό ροζ που πιο κοριτσίστικο δεν γίνεται, και κρέμονταν πάνω του χαντρούλες και μικρά κουδουνάκια, όπως αρέσει – προφανώς! – στα κορίτσια. Παρόμοια μολύβια είχαν κι άλλες συμμαθήτριές τους. Τι το διαφορετικό είχε αυτό; Το έπιασε στα χέρια του. Ήταν ένα απλό μολύβι. Κοριτσίστικο.
«Μην το κοιτάς, πρέπει οπωσδήποτε να γράψεις μ' αυτό!» του είπε η Νίνα. «Βλέπεις, αυτό είναι ΤΟ μολύβι που εμένα με βοήθησε στ' αλήθεια και πριν από μένα την αδελφή μου και πριν την αδελφή μου την καλύτερη φίλη της και πριν από αυτή ...», η Νίνα χαμήλωνε τη φωνή της ολοένα, ώσπου έγινε σαν ψίθυρος. Έσκυψε κοντά στο Νίκο. «και πριν από αυτή νομίζω τη νονά της και τη γιαγιά της νονάς ... ουφ! Μάλλον τα μπέρδεψα!», παραδέχτηκε στο τέλος.
«Σιγά τώρα μη μου πεις ότι είναι και μαγικό!» Α, όλα κι όλα, η "δεσποινίς τέλεια" δεν θα τον κορόιδευε κι από πάνω.
«Δεν είναι μαγικό, φυσικά. Δεν μπορείς να το κουνήσεις και να του πεις κάνε αυτό ή κάνε το άλλο. Ούτε μπορείς να το διατάξεις να γράψει αντί για σένα. Είναι όμως το ΚΑΛΟ μολύβι!»
«Και τι πάει να πει αυτό;»
«Το "καλό" μολύβι πέρασε από τα χέρια πολλών παιδιών πριν από εμένα κι εσένα. Όλα τους είχαν κάποιο πρόβλημα στο σχολείο. Άλλος ήταν ανορθόγραφος, άλλος δεν έγραφε καλά γράμματα, άλλος ήταν αδύνατος στα μαθηματικά – όπως η αδελφή μου, που ήταν στ' αλήθεια κουμπούρι! Αλλά, όταν έπιανε κι έγραφε πολλές φορές με αυτό το μολύβι ο καθένας, μετά από λίγο καιρό το πρόβλημά του λυνόταν! Η αδελφή μου το είχε ένα ολόκληρο καλοκαίρι – ήταν εντελώς τούβλο σου λέω! Και την επόμενη χρονιά δεν έκανε ούτε ένα λάθος! Η φίλη της η Ρούλα, που το είχε πριν από εκείνη και της το έδωσε, ήταν τόσο ανορθόγραφη που ποτέ δεν είχε πάρει ούτε ένα μπράβο στην ορθογραφία, έστω κι αν αυτή η ορθογραφία ήταν δύο και μόνες λέξεις! Η νονά της Ρούλας πάλι, δεν ήξερε γεωγραφία καθόλου, τη ρωτούσες ποια είναι η πρωτεύουσα της Γαλλίας και σου έλεγε τη Νέα Υόρκη! Τέτοιο χάλι! Μόλις όμως έγραψε στο τετράδιό της όλες τις χώρες με τις πρωτεύουσές τους με αυτό ΤΟ ΚΑΛΟ ΜΟΛΥΒΙ, δεν ξανα-έκανε κανένα λάθος ποτέ!». Η Νίνα του τα έλεγε αυτά συνωμοτικά.
«Έλα καημένη Νίνα! Γίνονται αυτά; Δεν είμαι πεντάχρονο να με κοροϊδεύεις!». Αλλά πάντως, ο Νίκος μιλούσε κι αυτός χαμηλόφωνα.
«Καλά, ας μη με πιστεύεις. Ούτε κι εγώ πίστευα την ιστορία στην αρχή. Θα το δεις κι εσύ. Στο μεταξύ, γράφε όσο περισσότερο μπορείς αυτό το Σαββατοκύριακο με ΤΟ ΚΑΛΟ μολύβι και στο τετράδιο με τα τετραγωνάκια.»
Η Νίνα του τα έδωσε και τα δύο κι εξαφανίστηκε. Φρόντισε να μην έχουν καμιά ευκαιρία να μιλήσουν οι δυο τους μέχρι την Δευτέρα.
Κι ο Νίκος, αν και δεν την πίστεψε και πολύ, δεν είχε τίποτε καλύτερο όμως να κάνει, οπότε πέρασε ατελείωτες ώρες μέσα στο Σαββατοκύριακο, γράφοντας στο τετράδιο με τα τετραγωνάκια και με το "καλό" μολύβι. Στην αρχή ήταν μερικές σκόρπιες λέξεις που του έρχονταν ανακατεμένες στο μυαλό. Μετά από λίγο όμως, οι προτάσεις έμοιαζαν να σχηματίζονται από μόνες τους. Ο Νίκος προσπαθούσε κι όλο προσπαθούσε και με μεγάλη του έκπληξη, είδε από τη μια μεριά το τετράδιο να φτάνει στις τελευταίες του σελίδες, κι από την άλλη πως πια τα γράμματά του ήταν ευανάγνωστα, μεγάλα, καθαρά και μάλλον πολύ όμορφα για να είναι δικά του! «Λες να βοήθησε το μολύβι και να έχει δίκιο η Νίνα;», σκεφτόταν από μέσα του. Στο τέλος αποφάσισε πως η χαρά του ήταν πολύ μεγαλύτερη από την περιέργειά του να μάθει αν σε όλο αυτό τον βοήθησαν τα τετραγωνάκια, το μολύβι, ή καμιά ξεχασμένη νεραϊδο-νονά!
Η Δευτέρα τον βρήκε πανέτοιμο να την περιμένει από πολύ νωρίς. Φαινόταν από μακριά η χαρά του κι έκανε και τη Νίνα να του χαμογελάσει μόλις τον είδε.
«Λοιπόν, τα κατάφερες;», τον ρώτησε αν και ήδη ήξερε την απάντηση. Αλλά, δεν περίμενε φυσικά να δει τόσες σελίδες γραμμένες από το χέρι του και με τόσο όμορφο γραφικό χαρακτήρα, έστω κι αν εκείνη η ίδια ήξερε πως όσα του είχε πει ήταν αληθινά!
Τον πήρε αγκαλιά και χοροπηδούσαν κι οι δύο από την χαρά τους. «Στο είπα, στο είπα! Το "καλό" μολύβι έκανε το θαύμα του! Μόνο που τώρα θα πρέπει κι εσύ να το φυλάξεις και να το δώσεις με την σειρά σου σε όποιον έχει πραγματικά ανάγκη!»
«Δηλαδή, δεν θα στο δώσω πίσω;»
«Μα, το μολύβι δεν είναι δικό μου! Εγώ το χρησιμοποίησα, όπως κι εσύ, όταν το είχα ανάγκη. Το ίδιο είχε κάνει και η αδελφή μου πριν από μένα, και η καλύτερή της φίλη πριν από εκείνη και ποιος ξέρει πόσοι άλλοι! «
«Και τι θα το κάνω;» ο Νίκος είχε μπερδευτεί πια τελείως.
«Θα το φυλάξεις και θα το προσέχεις σαν τα μάτια σου! Κι όταν, κάποτε, συναντήσεις ένα παιδί, μικρό ή μεγάλο δεν έχει σημασία, που να έχει ένα ... "θεματάκι" με κάποιο από τα μαθήματά του, θα του το δώσεις και θα του εξηγήσεις! Όσο για το τετράδιο, κράτα το κι αυτό σαν ενθύμιο. Στο κάτω – κάτω αυτό μπορείς να το αγοράσεις παντού, το μολύβι όμως όχι!». Και λέγοντάς του αυτά, έκανε μια θεατρική στροφή γύρω από τον εαυτό της, του έστειλε ένα φιλί και πήγε να συναντήσει τις φιλενάδες της.
Η Νίνα ήταν το ίδιο περήφανη με το Νίκο όταν αργότερα η δασκάλα τους έδωσε ένα σωρό "μπράβο" στον φίλο της για την έκθεσή του σχετικά με την δενδροφύτευση ΚΑΙ για την απίστευτη διαφορά που είδε στο γράψιμό του!
Αλήθεια ή ψέμματα, το "καλό" μολύβι ο Νίκος το φύλαξε με προσοχή. Αν και πέρασε όλη την ημέρα να σκέφτεται και κατέληξε ότι μάλλον τα τετραγωνάκια και οι απίστευτα πολλές ώρες εξάσκησής του βοήθησαν την δική του περίπτωση, δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς το μολύβι βοήθησε όλα τα άλλα παιδιά πριν από αυτόν. Πάντως, ευχαρίστησε και το "καλό" μολύβι και την καλή του τύχη! Και τη Νίνα φυσικά...