Το παραμύθι της Εβδομάδας: Το Χριστουγεννιάτικο γράμμα της γιαγιάς

Η γιαγιά του Σπύρου ζει στο χωριό, εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε η μαμά του. Ο Σπύρος την αγαπά πολύ κι ας τη βλέπει δυο-τρεις φορές το χρόνο.

Το παραμύθι της Εβδομάδας: Το Χριστουγεννιάτικο γράμμα της γιαγιάς

Από την Πέγκυ Παπαδοπούλου

Στο ψηλό βουνό που είναι το χωριό, πηγαίνει κάθε καλοκαίρι, και σίγουρα σε κάποια εθνική εορτή βρίσκουν τον τρόπο να ξεκλέψουν μερικές μέρες άδειας οι γονείς του, για να πάνε να την δουν. Κατεβαίνει κι εκείνη για τα ψώνια της – ή έτσι λέει γιατί έχουν όλοι "μυριστεί" πως δεν είναι δυνατόν να έρχεται για ψώνια και να γυρίζει πίσω με άδεια χέρια!

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Μάλλον κατεβαίνει στη μεγάλη πόλη όταν τους "πεθυμάει" όπως λέει και θέλει να ξαναθυμηθεί λίγη από την εξαιρετική φασαρία που μπορούν να κάνουν ο Σπύρος και η Ματούλα – η μικρή του αδελφή.

Έτσι, αφού συναντιούνται αρκετά συχνά, του Σπύρου δεν προλαβαίνει να του λείψει και πολύ, σε αντίθεση με τη Ματούλα που κάθε Σαββατοκύριακο την θυμάται και την ζητά. «Μμμμ ... ψωμί μυρίζει ... αλλά δεν είναι σαν το ψωμί της γιαγιάς», είπε ένα Σάββατο πρωί καθώς πήγαιναν στο φούρνο. Και μια άλλη φορά «λες να φοβάται κι η γιαγιά τις αστραπές, όπως εγώ;». Με κάθε ευκαιρία, η γιαγιά ξεφύτρωνε στις κουβέντες της Ματούλας.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Τώρα, για να λέμε και την αλήθεια, αυτή η γιαγιά ήταν λιγάκι διαφορετική από τις άλλες γιαγιάδες που έχουν τα περισσότερα παιδιά. Ωωω... ήξερε φυσικά να ζυμώνει μυρωδάτο ψωμί, να φτιάχνει πεντανόστιμες πίτες και μελένια γλυκά. Μα, είχε πάνω της κάτι τόσο διαφορετικό. Γιατί, στη γιαγιά Μαρία – έτσι είναι το όνομά της -, αρέσει ένα πράγμα περισσότερο από όλα τα άλλα: να παίζει με τα παιδιά.
Όλες οι γιαγιάδες θα πούνε παραμύθια κι ιστορίες από τα χρόνια τα παλιά, που τόσο αρέσουν σε μικρούς και μεγάλους. Θα πλέξουν και κανένα ζιπουνάκι για τα μωρά. Βάζουν τον καλύτερο εαυτό τους σε όλα τα γλυκά. Αλλά, θες επειδή έχουν κι άλλα πράγματα αν κάνουν, θες επειδή μεγάλωσαν κι αυτές, για παιχνίδια ούτε λόγος να γίνεται!

Η γιαγιά Μαρία έχει μεγαλώσει κι αυτή. Όπως λέει η μαμά, "τα έχει κι αυτή τα χρονάκια της". Τα χρονάκια όμως της συγκεκριμένης γιαγιάς, θαρρείς και το μόνο πράγμα που της έχουν προσθέσει είναι άσπρα μαλλιά και κάτι ρυτίδες γύρω από τα γελαστά της μάτια. Έχει τύχει τα εγγόνια της να εγκαταλείψουν κουρασμένα το παιχνίδι – ποδόσφαιρο έπαιζαν, θυμάται τώρα ο Σπύρος, μάλιστα! Ποδόσφαιρο! Με τέσσερα αγόρια. Που στο τέλος ξάπλωσαν ξέπνοα στον καναπέ της γιαγιάς και τα πήρε ο ύπνος μπροστά στην τηλεόραση, ενώ εκείνη συνέχισε τις δουλειές της μια χαρά. Μετά τους έφτιαξε τηγανίτες με μέλι να φάνε να δυναμώσουν.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

«Λες να τρώει πολύ σπανάκι η γιαγιά κι είναι έτσι δυνατή;» ρώτησε η Ματούλα μια φορά κι η μαμά έβαλε τα γέλια – δεν μπορούσε να φανταστεί τη γιαγιά Ποπάυ! Μετά όμως, δεν έχασε την ευκαιρία να τονίσει στα παιδιά πως η γιαγιά και σπανακόρυζο τρώει και όσπρια πολλά, γι' αυτό έχει τόσο καλή "φυσική κατάσταση". «Αχ, αυτή η Ματούλα, σε μπελάδες μας έβαλε.... Επτά μέρες έχει η εβδομάδα, τη μία μέρα έχουν σπανακόρυζο, την άλλη φακές ή ρεβίθια, την τρίτη σίγουρα ψάρια, εμ δεν μένουν και πολλές μέρες να ευχαριστηθεί κανείς φαγητό!», σκεφτόταν ο Σπύρος.

Με το που έμπαινε ο Δεκέμβρης, η γιαγιά συνήθιζε να κατεβαίνει στην Αθήνα, για τα περιβόητα ψώνια της. Είχε γραμμένα σ' ένα χαρτί όλα τα δώρα που θα ήθελε να κάνει. Κι όσο τα παιδιά ήταν στο σχολείο τους, εκείνη έτρεχε στα καταστήματα. Έμενε μερικές μέρες και .... τους "κακομάθαινε" μια χαρά. Μαγείρευε τα αγαπημένα τους φαγητά, έφτιαχνε βουνά λουκουμάδες με μπόλικο μέλι και κανέλλα, βοηθούσε τη μαμά σε όλες τις δουλειές, σκάρωνε κανένα φορεματάκι για τη Ματούλα και έπαιζε μαζί τους.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

«Τι θέλετε παιδιά μου να παίξουμε τώρα;», ρωτούσε μόλις μάζευαν τα σχολικά τους βιβλία. Δεν την σταματούσε τίποτε. Μονόπολη, γκρινιάρης, φιδάκι. Κατασκευές με χαρτόνια. Ζωγραφική. Επιτραπέζια, τουβλάκια, lego, πειρατές. Κούκλες και τα καρότσια τους, ακόμη και με το play station του Σπύρου καταγινόταν – αυτό της φάνηκε εντελώς χαζό, αλλά μόνο μέχρι να καταφέρει να νικήσει το Σπύρο, που έφυγε βουρλισμένος για το κρεβάτι του ενόσω η Ματούλα τον κορόιδευε.

«Σου φόρεσε τα γυαλιά», είπε ο μπαμπάς χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ούτε εκείνος από τα γέλια βλέποντας τα θιγμένα μούτρα του γιού του, που δεν περίμενε πως η γιαγιά θα τα κατάφερνε και σε αυτό! Αλλά η περηφάνεια του Σπύρου δεν τον άφηνε να ρωτήσει τι πάει να πει αυτή η έκφραση!

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Είναι αλήθεια πως η γιαγιά Μαρία δυσκολευόταν να σηκωθεί από το χαλί – εκεί συνήθως στρογγυλοκάθονταν κι οι τρεις κι έπαιζαν με τις ώρες. «Ωχ, καημένα ποδαράκια μου» έλεγε. Πεταγόταν τότε η μαμά και τους μάλωνε «δεν ντρέπεστε να κουράζετε τη γιαγιά;». Κι η γιαγιά την έστελνε την κόρη της στην κουζίνα να δει αν είναι έτοιμο το φαγητό.

Φέτος όμως ... αντί να έρθει η γιαγιά – που δεν ερχόταν ποτέ "μόνη της" παρά κουβαλούσε κι ένα σωρό πράγματα μαζί της, χυλοπίτες, τραχανά, φρέσκα αυγά, τυριά και βάζα με γλυκά του κουταλιού -, ήρθε ένα γράμμα. Μάλιστα. Ένα γράμμα. Κανονικό γράμμα, με φάκελο και γραμματόσημα.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Όλοι απόρησαν που το είδαν – τι έγινε, της χάλασε το τηλέφωνο; Για καλό θα είναι ή για κακό; Σαν τι γράφει μέσα; Η μαμά το άνοιξε βιαστική. Το διάβασε, το ξαναδιάβασε, το έδωσε στο μπαμπά. Μετά κοιτάζονταν κι οι δύο.

Η Ματούλα ήταν έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Ήταν η καλύτερή της φίλη!!! Ήξερε να κάνει κοτσιδάκια στις κούκλες της, να τους ράβει όμορφα φορέματα, τις ταΐζει. Την έπαιρνε από το χέρι και πήγαιναν, καμαρωτές και με τα καλά τους, όμορφες βόλτες. Ο Σπύρος ήταν πιο ψύχραιμος. Την ήξερε καλύτερα τη γιαγιά. Δεν πήγε το μυαλό του κατ' ευθείαν στο κακό. Κάτι "μαγείρευε" η γιαγιά.

Αρκετή ώρα αργότερα, η μαμά τους έδωσε να διαβάσουν το γράμμα της γιαγιάς. «Είναι και για σας» τους είπε συγκινημένη.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

«Διάβασέ το εσύ» είπε βιαστικά η Ματούλα στο Σπύρο «εγώ πάω μόνο στη δευτέρα! Μπορεί και να μην το καταλάβω...». Όλοι ξέρανε πως η Ματούλα μπορούσε να διαβάζει από όταν ήταν νηπιαγωγείο, δεν μπορεί τώρα να ξέχασε πώς το κάνουν αυτό!
Ο Σπύρος πήρε στα χέρια του το γράμμα. Ένα φύλλο χαρτί, απλό και συνηθισμένο. Τα γράμματα της γιαγιάς λες κι είχαν .... "φορέσει τα καλά τους" για να είναι ευανάγνωστα, απλά, προφανώς για να τα διαβάσουν τα παιδιά ευκολότερα.

Το διάβασε – παραπάνω απ' το μισό – στην αρχή από μέσα του, ώσπου η τσιμπιά που του έδωσε η Ματούλα τον έκανε να το διαβάσει και δυνατά.

Και, να τι έγραφε:

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

«Καλά μου παιδιά, μεγάλα και μικρά!»
Πάντα έτσι ξεκινούσε η γιαγιά, ακόμη κι όταν τους μιλούσε! Ήθελε την αγάπη της για όλους δίκαια μοιρασμένη....
«Φέτος, πήρα μιαν απόφαση, αν και δεν ήταν εύκολο. Ξέρω, βλέπετε, πως υπάρχουν γύρω μας πολλοί άνθρωποι, και κυρίως πολλά παιδάκια, που μπορεί να μην έχουν την δυνατότητα να νιώσουν όμορφα τις γιορτές. Ωωω, φυσικά, ο Άγιος Βασίλης θα κάνει το θαύμα του κι ένα δώρο οπωσδήποτε θα το πάρουν! Σκέφτηκα όμως να ... βοηθήσω κι εγώ, όπως μπορώ. Τι να σου κάνει ένας Άγιος μοναχός του; Ενώ άμα βάλω ένα χεράκι, θα γίνουν τα πράγματα πιο εύκολα.

Έτσι λοιπόν, το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να μην έρθω στην πόλη για τα ψώνια μου. Άρχισα τα μαθηματικά και τους υπολογισμούς – Σπύρο μου, εσύ θα με καταλάβεις καλύτερα μια και όλο με αριθμούς σου αρέσει να ασχολείσαι. Λογάριασα τα έξοδα των εισιτηρίων, και παρά το γεγονός πως μου έχετε λείψει πολύ και θέλω να σας δω, όταν τα έβαλα κάτω με μολύβι και χαρτί και πρόσθεσα και τα χρήματα που θα κοστίσουν τα διάφορα δώρα, το ποσό – το άθροισμα Σπύρο μου - , ήταν μεγάλο.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Μη νομίσετε πως δεν θέλω να κάνω δώρα σε όσους αγαπώ, σ' εσάς και τους φίλους μου. Όμως πιστεύω πως θα μπορούσα φέτος να σας δωρίσω κάτι πιο απλό, κάτι, ας πούμε, φτιαγμένο από τα χέρια μου, έτσι, "για το καλό". Κι αυτά τα χρήματα, θα χαρώ πολύ να τα χρησιμοποιήσω γι' αυτούς που δεν θα τους σκεφτεί κανείς άλλος.

Υπάρχουν παιδάκια στα νοσοκομεία με κλονισμένη υγεία. Είναι πολύ θλιβερό να είναι κανείς άρρωστος, κι ιδιαίτερα τέτοιες μέρες. Για τα παιδιά αυτά και τους γονείς τους, είναι πολύ πιο θλιβερό. Υπάρχουν και γεροντάκια – πολύ πιο "γεροντάκια" κι από μένα ακόμη -, στα γηροκομεία, που θα τα έκαναν πολύ χαρούμενα με μερικά ζεστά μάλλινα και μπόλικη συντροφιά. Θέλω να ζητήσω την βοήθειά σας.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Σκεφτείτε κι εσείς ποιους θα μπορούσατε να βοηθήσετε. Ας μην ανταλλάξουμε δώρα μεταξύ μας φέτος. Ας κάνουμε κάτι διαφορετικό. Ελάτε να διαθέσουμε – αν το θέλετε και μπορείτε φυσικά – τα ίδια αυτά χρήματα, για να δώσουμε χαρά σε άλλους. Που μπορεί να μην είναι "οικογένεια" και "φίλοι μας" αλλά που θα μπορούσαν να γίνουν! Μπορείτε να φανταστείτε πιο όμορφη χειρονομία από αυτή;

Ξέρω πως θα με βοηθήσετε. Ματούλα, την κούκλα που σου έταξα θα σου την πάρω, αλλά μάλλον μετά τις γιορτές – όταν θα ξανα-πληρωθώ την σύνταξή μου. Σπύρο μου, ξέρω πως δεν θα με κακίσεις εάν τα βιβλία που θα ήθελες να διαβάσεις καθυστερήσουν λίγο ακόμη. Όσο για τα "μεγάλα παιδιά μου", είμαι σίγουρη πως δεν θα τους λείψουν ούτε οι κάλτσες ούτε οι παντόφλες που σκεφτόμουν να τους δωρίσω.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Είμαι επίσης βέβαιη πως θα με βοηθήσετε με την ιδέα μου. Στο κάτω – κάτω, υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να χαρίσεις μια στάλα ευτυχίας εκεί που δεν υπάρχει;»
Ο Σπύρος δίπλωσε προσεκτικά το γράμμα και το άφησε στο τραπέζι. «Μπαμπά; Πώς ν' αρχίσουμε; Τι πρέπει να γίνει;», ρώτησε.

«Μα, από τους κουμπαράδες μας φυσικά! Άκου από πού ν' αρχίσουμε!» Η Ματούλα, αν είναι δυνατόν, το .... "δευτεράκι", ήξερε ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνει!

«Ναι, παιδιά, καλή ιδέα!» είπε ο μπαμπάς, και πρόσθεσε: «Θεώνη, εκείνο το πουκάμισο που είδαμε στη βιτρίνα, δεν είναι ανάγκη να μου το πάρεις – έχω τόσα!» Ο μπαμπάς δεν ήθελε κανένα παιδί να είναι ούτε άρρωστο ούτε μόνο του. Ποτέ. Όχι μόνο τις "χρονιάρες μέρες". Αν μπορούσε, θ' άνοιγε τα χέρια του για να πάρει αγκαλιά όλα τα παιδιά του κόσμου, κι όχι μόνο τα δικά του. Και σα να δυσκολευόταν να καταπιεί το σάλιο του, αφού ένας κόμπος του βούλωνε το λαιμό, τους είπε: «Αφού η γιαγιά είχε την ιδέα, θα βοηθήσουμε πολύ να την κάνει πραγματικότητα.

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

Αλλά, να ξέρετε, αυτό θα το κάνουμε όχι μόνο κάθε φορά που έρχονται γιορτές αλλά και όποτε άλλοτε και όπως μπορούμε. Γιατί, την φροντίδα και την έννοια και την αγάπη μας, υπάρχουν συνάνθρωποί μας που την χρειάζονται όλο το χρόνο!»

Ο Σπύρος καμάρωνε. Για τη γιαγιά και για τον μπαμπά του. Επειδή ήταν έτσι ακριβώς. Λίγο "διαφορετικοί" και οι δύο τους. Επειδή δεν σκέφτονταν μόνο τον εαυτό τους. Επειδή προσέφεραν, ακόμη κι όταν είναι σίγουρο πως δεν τους περίσσευαν.

Η μαμά τους κοίταξε βουρκωμένη. Όχι γιατί θ' αργούσε ίσως να δει τη μαμά της – τη γιαγιά Μαρία.
«Έλα μαμά!» της είπε ο Σπύρος παίρνοντάς τη μια από εκείνες, τις μεγάλες αγκαλιές. «Δεν είναι ώρα για συγκινήσεις! Είναι ώρα για δράση! Χριστουγεννιάτικη δράση!»
«Δεν σας πειράζει που φέτος θα πάρετε λιγότερα δώρα;»

11111111111ψψψψψψψψψψψψψψψψψψ

«Όχι φυσικά! Αρκεί να βοηθήσουμε. Αυτό θα κάνει τη γιαγιά ευτυχισμένη, περισσότερο ακόμη κι από το καινούριο παλτό που σκεφτόμασταν να της πάρουμε. Και ποιος ξέρει πόσους ακόμη θα κάνει ευτυχισμένους! Έχει δίκιο η γιαγιά»
«Και μην ξεχνάς μαμά», είπε η Ματούλα πολεμώντας να ξεχαρβαλώσει τον κουμπαρά της για να μετρήσει την περιουσία της, «υπάρχει πάντα ο Άγιος Βασίλης, που όλο και κάτι θα ξεμείνει στο σακούλι του και για μας! Κι αν είσαστε κι εσείς ... "καλά παιδιά" .... Ίσως να περισσέψει και για σας!»

«Εγώ θα έχω περισσότερα χρήματα από σένα, πάμε στοίχημα;» είπε ο Σπύρος κι έτρεξε κι αυτός φουριόζος να βρει τον κουμπαρά του. Έτσι όπως τον κρύβει, σε διαφορετικό σημείο κάθε φορά από τον φόβο μην του τον πειράξουν, μάλλον θα τον βρει ..... μετά τον καινούριο χρόνο!

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved