Έρευνα: Η περιεμμηνόπαυση αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης κατά σχεδόν 50%
Νέα επιστημονικά ευρήματα δείχνουν πόσο σημαντικά μπορεί να επηρεαστεί η ψυχική υγεία των γυναικών οι οποίες βρίσκονται σε περιεμμηνόπαυση.
Στα χρόνια που προηγούνται της εμμηνόπαυσης , μια γυναίκα μπορεί να εμφανίσει πλήθος συμπτωμάτων, συμπεριλαμβανομένων συναισθηματικών αλλαγών όπως η κατάθλιψη.
Μια νέα μελέτη ποσοτικοποίησε τον κίνδυνο κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της περιεμμηνόπαυσης, δείχνοντας ότι οι γυναίκες σε αυτό το στάδιο έχουν 40% περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από ψυχική διαταραχή από ό,τι οι γυναίκες πριν από την εμμηνόπαυση.
«Τα αποτελέσματα μάς δείχνουν τον βαθμό στον οποίο μπορεί να επηρεαστεί η ψυχική υγεία των γυναικών κατά τη διάρκεια αυτού μεταβατικού του σταδίου της ζωής.», ανέφερε χαρακτηριστικά η δρ Aimee Spector, επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Journal of Affective Disorders. Η δρ Spector είναι καθηγήτρια κλινικής ψυχολογίας στο τμήμα Ψυχολογίας στο University College του Λονδίνου.
«Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και υποστήριξη για να διασφαλίσουμε ότι οι γυναίκες αυτές λαμβάνουν τη σωστή βοήθεια και φροντίδα, τόσο ιατρικά, όσο και στον χώρο εργασίας και στο σπίτι.», σημείωσε.
Τι είναι η περιεμμηνόπαυση
Η περιεμμηνόπαυση εμφανίζεται συνήθως τρία έως πέντε χρόνια πριν από την εμμηνόπαυση, μια ημέρα που σηματοδοτεί 12 μήνες χωρίς έμμηνο ρύση και σηματοδοτεί το τέλος της αναπαραγωγικής ζωής μιας γυναίκας.
Το μεταβατικό αυτό στάδιο είναι μια φυσική διαδικασία που συμβαίνει όταν οι ωοθήκες σταδιακά σταματούν να λειτουργούν, σύμφωνα με τον Οργανισμό Υγείας Johns Hopkins Medicine. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης μπορεί να αυξομειώνονται, οδηγώντας σε εναλλαγές της διάθεσης, ακανόνιστους εμμηνορροϊκούς κύκλους και άλλα συμπτώματα, όπως εναλλαγές της διάθεσης.
Οι ερευνήτριες δεν διαπίστωσαν σημαντική διαφορά στον κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης στις «μετεμμηνοπαυσιακές» γυναίκες σε σύγκριση με τις «προεμμηνοπαυσιακές» γυναίκες.
«Τα ευρήματα συνάδουν με όσα είναι γνωστά για την ευπάθεια των γυναικών σε καταθλιπτικά συμπτώματα κατά την περιεμμηνόπαυση», κάτι που έχει αποδειχθεί σε προηγούμενες έρευνες, δήλωσε η δρ Stephanie Faubion, διευθύντρια της Κλινικής Mayo στη Μινεσότα.
Παράλληλα, η δρ. Rebecca Thurston, Πρόεδρος του Ιδρύματος Pittsburgh Foundation Chair in Women’s Health συμπλήρωσε:
«Η κατάθλιψη είναι μια χρόνια ασθένεια που συνήθως υποτροπιάζει κατά τη διάρκεια της ζωής. [...] «Αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να αγνοούμε τα συμπτώματα και να μην τα αντιμετωπίζουμε.»
«Πολιτιστικοί παράγοντες ή αλλαγές στον τρόπο ζωής έχουν μερικές φορές αξιοποιηθεί για να εξηγήσουν τα καταθλιπτικά συμπτώματα που βιώνουν οι γυναίκες κατά την προεμμηνοπαυσιακή περίοδο, αλλά τα συγκεντρωτικά δεδομένα από παγκόσμιες μελέτες δείχνουν ότι τα ευρήματα δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο σε αυτούς τους παράγοντες» υπογράμμισε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Yasmeen Badawy, η οποία ήταν μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα ψυχολογίας και γλωσσικών επιστημών στο University College του Λονδίνου όταν διεξήγαγε την έρευνα.
Σύμφωνα με τις συγγραφείς της μελέτης τα οιστρογόνα επηρεάζουν τον μεταβολισμό νευροδιαβιβαστών όπως η ντοπαμίνη , η νορεπινεφρίνη, η β-ενδορφίνη και η σεροτονίνη, οι οποίοι εμπλέκονται στις συναισθηματικές καταστάσεις. Πέρα όμως από αυτά, το DNA, το οικογενειακό περιβάλλον, το επίπεδο εκπαίδευσης, η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και άλλοι κοινωνικοί παράγοντες επηρεάζουν τη μεταβλητότητα των επιπέδων των ορμονών .
«Το να μαθαίνουμε πως να αναγνωρίζουμε τα πρώιμα προειδοποιητικά σημάδια ενός καταθλιπτικού επεισοδίου μπορεί να είναι χρήσιμο για την έγκαιρη θεραπεία», καταλήγει η δρ Thurston.
Πηγή: mother.ly